Γυμνό, σ’ είδα στον ξύπνιο μου γυμνό! (στο Θέατρο του Νέου Κόσμου για την ακρίβεια!)
Κι εκεί που καθόμαστε συζητώντας και περιμένοντας να χαμηλώσουν τα φώτα και να ξεκινήσει η παράσταση, εισβάλλει ξαφνικά γυμνός στη σκηνή ένας νεαρός, κρύβοντας (για λίγο) την «αθωότητά» του με το χέρι του, για να μας πληροφορήσει εκτός των άλλων ότι η παράσταση περιέχει γυμνό (εγκυκλοπαιδική βέβαια η πληροφορία, γιατί τον κοιτούσαμε μόνο στα μάτια). Πρόκειται για το «Δεν μιλάμε γι’ αυτά», το καινούργιο έργο του Κώστα Γάκη (ναι, της “μισής” «Κατσαρίδας» για όσους έχουν συνηθίσει να τον αναγνωρίζουν έτσι), που ανεβαίνει στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.
Ο Κώστας Γάκης, σε συνεργασία με τους πρωταγωνιστές του, αποφάσισε να μιλήσει γι’ «αυτά», δηλαδή για μύχιες ή εκπεφρασμένες σεξουαλικές επιθυμίες και πράξεις-ταμπού. Μπορεί γι’ «αυτά» πλέον να έχουν μιλήσει και να μιλούν οι πάντες, να βλέπουμε σεξ παντού, ακόμα και στις πιο «παρεκκλίνουσες» εκδοχές του, αλλά αυτό δεν στερεί από κανέναν το δικαίωμα να καταθέσει τις δικές του σκέψεις και τη δική του οπτική πάνω στο θέμα.
Η παράσταση, που αποτελείται από τη συναρμογή επιμέρους «σκετς» που φυσικά έχουν κεντρικό θέμα το σεξ, χαρακτηρίζεται από χιουμοριστικά ευρήματα σε σκηνικό και κειμενογραφικό επίπεδο και από την αστείρευτη ενέργεια του νεανικού τετραμελούς θιάσου. Θα λέγαμε πως ό,τι είναι το “Caveman” για τις σχέσεις των δύο φύλων, είναι το «Δεν μιλάμε γι’ αυτά» για το σεξ: ένα μακροσκελές, σπονδυλωτό ανέκδοτο, με «σφήνες» δραματικών στιγμών, και στη συγκεκριμένη περίπτωση, σε μορφή μιούζικαλ, σε μεγάλο βαθμό. Ο Κώστας Γάκης, ως συγγραφέας και σκηνοθέτης του έργου, αποκαλύπτει επί σκηνής από τη μια τον πουριτανισμό και τα ταμπού που διέπουν τη σεξουαλική πράξη, και από την άλλη τη σεξουαλική απελευθέρωση και απενοχοποίηση. Δεν ξεφεύγει, ωστόσο, από ένα από τα μεγαλύτερα στερεότυπα: αυτό της εικόνας των σύγχρονων σεξουαλικών προτύπων. Οι ρόλοι διανεμήθηκαν σε ηθοποιούς με νεανικά και καλλίγραμμα κορμιά, βάζοντας ακόμα και κάποιον καλοπροαίρετο σε σκέψεις για το αν αυτό ήταν απλά τυχαίο η εσκεμμένο. Δεν θα ήταν πολύ πιο εύστοχο, αφού μιλάμε για ένα κοινό και «δημοκρατικό» αγαθό όπως το σεξ, να συμμετάσχουν στον θίασο και ηθοποιοί ωριμότεροι ή με «μη τέλεια» σώματα;
Οι δημιουργοί του έργου εξέθεσαν «αυτά» (τα του τίτλου) σε ένα σκηνικό «λούνα παρκ» ντανταϊστικής αισθητικής, κάνοντάς μας να γελάσουμε ουκ ολίγες φορές, χωρίς όμως να μιλήσουν ΓΙΑ αυτά κάνοντας κάποιο επαρκές σχόλιο. Πολλοί που αναζητούν στο θέατρο μια «λύση» και «λύτρωση», θα μείνουν ανικανοποίητοι περιμένοντας ίσως στη συγκεκριμένη περίπτωση την αναφορά στον έρωτα, που μετουσιώνει το σεξ από πράξη σωματικής ευχαρίστησης σε πεμπτουσία της ανθρώπινης ύπαρξης (η μοναδική φορά που υπονοείται η ύπαρξη πραγματικού έρωτα, είναι σε ένα «επεισόδιο» μιας «παράνομης» σχέσης). Άλλοι μπορεί να επικροτήσουν, αρκούμενοι στη σκηνική απόδοση της έννοιας και της πράξης του σεξ, μη θεωρώντας δημιουργικά επιτακτική για το συγκεκριμένο έργο την θεματική επέκταση πέραν της σεξουαλικής πράξης.
Τουλάχιστον πάντως στην εν λόγω παράσταση, το γυμνό λόγω κεντρικού θέματος έχει κάποιο -έστω και προσχηματικό- έρεισμα σε σύγκριση με την ευκολία με την οποία χρησιμοποιείται σε παραστάσεις που βλέπουμε κατά καιρούς. Το αν καταφέρνει να δικαιολογηθεί και δραματουργικά στον συναισθηματικό κόσμο του κάθε θεατή, είναι άλλο ζήτημα.
Αργυρώ Σταυρίδη