Ο Πάνος Μπρατάκος σημειώνει για το έργο:
«Μια φορά και έναν καιρό όχι τόσο μακρινό -ίσως τον σημερινό;- ένα αγόρι ευγενικό και λιγάκι ντροπαλό κλείνει χρόνια δεκαοχτώ και με τρόπο μαγικό: πεθαίνει ο πατέρας του. Ε, από κει και πέρα γίνεται χαμός. Ο ευγενής νέος, χτυπημένος αλύπητα από την Μοίρα, καλείται να ωριμάσει απότομα, για να τα βγάλει πέρα με τους σκληρούς κανόνες της ζωής των «μεγάλων». Για να τα καταφέρει πρέπει να επιστρατεύσει όλες του τις δυνάμεις, τις οποίες φυσικά δεν έχει προλάβει να ανακαλύψει ακόμα (γιατί κανένα κοινωνικό σύστημα δεν θα πάρει ποτέ στα σοβαρά μια τέτοια τραγική πιθανότητα). Η Μοίρα βέβαια δεν θα κάτσει να τον περιμένει με σταυρωμένα χέρια. Θα τον χαστουκίσει, θα τον ποδοπατήσει, θα τον τσαλακώσει ανελέητα, ασταμάτητα και αδυσώπητα, μέχρι να ξυπνήσει τον Ήρωα μέσα του. Γιατί, όταν ξυπνήσει ο Ήρωας- θα χυθεί αίμα.
Αυτή εδώ είναι η περιπέτειά του. Την έχουμε ζήσει όλοι μας. Άλλοι πιο όμορφα και άλλοι πιο άσχημα. Κάποιοι την περιμέναμε πώς και τι. Μερικοί κάναμε τα στραβά μάτια. Κανείς δεν κατάφερε να πάρει αναβολή επ` αόριστον. Ελάχιστοι βέβαια κατέληξαν σε ένα μόνιμο «τρελόχαρτο»: Δεν μπόρεσαν να σκοτώσουν το αγόρι εντός τους: Δεν πρόλαβαν να κοιμήσουν ξανά τον οργισμένο Ήρωα: Αναπαύονται χορτασμένοι από την αδιάκοπη Μάχη. Μέχρι να ξυπνήσουν (γιατί κανένα κοινωνικό σύστημα δεν θα πάρει ποτέ στα σοβαρά μια τέτοια τραγική; πιθανότητα). Πόσο μακριά μπορείς να φτάσεις για να γίνεις άντρας;»
Σκηνικά: Πένη Ντάνη
Κοστούμια: Χρήστος Μπρούφας
Μουσική: Γιώργος Χριστιανάκης
Φωτισμοί: Γρηγόρης Καραντινάκης
Βοηθός σκηνοθέτη: Καρολίνα Μάγιερ