“Gothic” Μήδεια στο θέατρο Altera Pars
Ο χώρος του θεάτρου Altera Pars από την πρώτη στιγμή σε προδιαθέτει για gothic καταστάσεις. Ανεβαίνεις μια σκάλα που σε βγάζει στο μπαρ με τους βαμμένους μαύρους τοίχους και τις κόκκινες χριστουγεννιάτικες μπάλες, όπου θεωρητικά θα μπορούσες να πίνεις καφέ, βλέποντας κατευθείαν το αμφιθέατρο και να παρακολουθήσεις από εκεί την παράσταση. Προς το παρόν όμως, ακολουθείται ο συμβατικός τρόπος με το κοινό να μαζεύεται στα καθίσματα της πλατείας του αμφιθεάτρου…
Η παράσταση ξεκινά, και μέσα από “ντουμάνια” καπνό βγαίνει η Μήδεια, μαζί με την τροφό της, την οποία πήρε μαζί της από την Κολχίδα. Η σκηνογραφία και τα κουστούμια παραπέμπουν σε μια σκοτεινή ροκ αισθητική, κυρίως σε ό,τι έχει να κάνει με το «φονικό» ζεύγος Μήδειας-Ιάσονα, ενώ την ατμόσφαιρα συμπληρώνουν η μουσική και η απεικόνιση μιας σκηνής στο video wall.
Η ιστορία είναι η γνωστή. Ο Γάλλος συγγραφέας ελάχιστα ξεφεύγει από τον μύθο και την ευριπίδεια εκδοχή του, ενσωματώνοντας, πάντως, κάποια φροϋδικά στοιχεία στους χαρακτήρες. Η Μήδεια (Μίνα Χειμωνά) είναι η γνωστή «προδομένη» γυναίκα και ο Ιάσων (Πέτρος Νάκος) ο «προδότης», που την εγκαταλείπει και παντρεύεται τη βασιλοπούλα της Κορίνθου. Ο Βασιλιάς της Κορίνθου Κρέοντας (ο νέος πεθερός του Ιάσονα) δείχνει την πόρτα της εξόδου από την πόλη του στην ξένη μάγισσα, που απαρνήθηκε ένα βασίλειο, πρόδωσε τον πατέρα της και έσφαξε τον αδερφό της για χάρη του τυχοδιώκτη Έλληνα. Τότε, η Μήδεια, η πληγωμένη «γυναίκα- αράχνη» ξυπνά από τον λήθαργο. Έτσι κι αλλιώς, ο ψυχισμός της είναι ευάλωτος κι επικίνδυνος. Πάντα ήταν μια “ορολογιακή βόμβα”, που μπορούσε οποιαδήποτε στιγμή να εκραγεί. Τώρα πια- κι ενώ δεν έχει τίποτα να χάσει- το μίσος της την αναζωογονεί και την κάνει αδίστακτη κι ακατανίκητη σαν τον θάνατο.
Ένα βασικό ζήτημα που θέτει εύστοχα η παράσταση, σε σχέση με τον μύθο, είναι η διαφορά στην αντιμετώπιση του άνδρα και της γυναίκας. Ο Ιάσωνας είναι εξίσου ένοχος, όσο και η Μήδεια. Στην πραγματικότητα, τα ταλέντα της Μήδειας στη δολοπλοκία και στο έγκλημα, του ανοίγουν τον δρόμο προς την υλοποίηση των φιλοδοξιών του. Όμως, όπως λέει χαρακτηριστικά ο Κρέοντας, ο Ιάσωνας είναι άνδρας και είναι ένας από αυτούς (Έλληνας). Πολλά μπορούν να του συγχωρεθούν γι’ αυτούς τους λόγους. Τον κάνει γαμπρό του και διάδοχό του. Η Μήδεια είναι ξένη (Καυκάσια βάρβαρη) και γυναίκα. Δεν της συγχωρείται τίποτα. Την αναγκάζουν να φύγει και της παίρνουν τα παιδιά της. «Τα παιδιά μου» ρωτάει εκείνη με χολερική ειρωνεία τον Κρέοντα, «τι ράτσα έχουν; Τη ράτσα της βάρβαρης μάνας τους ή την ελληνική ράτσα του πατέρα τους;» Το ερώτημα, βέβαια, είναι ρητορικό.
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το μίγμα της παράστασης «αρχαία τραγωδία-ψυχανάλυση-μελόδραμα» δείχνει να γέρνει υπερβολικά προς τη μεριά του μελοδράματος, με αποτέλεσμα να κάνει “κοιλιά”, ιδίως στα μέρη όπου η Μήδεια και ο Ιάσωνας συναντώνται. Εγώ θα προτιμούσα μια Μήδεια με πιο κοφτό λόγο και πιο δηλητηριώδεις φράσεις, που να επικεντρώνεται περισσότερο στις «άγριες» πράξεις και όχι τόσο πολύ στον ρομαντισμό. Αλλά και ο Ιάσωνας θα έπρεπε να είχε έναν πιο ουσιαστικό ρόλο στο έργο, από αυτόν του άνδρα που απλά ξεπέρασε την αγάπη του για την Μήδεια. Σε αυτό, επίσης, δεν βοηθούν και οι ερμηνείες, που, με λαμπρή εξαίρεση την εκπληκτική τροφό (Αλέκα Τουμαζάτου), δεν εντυπωσιάζουν.
Το φινάλε, πάντως, έχει το στοιχείο της “μαγείας”. Σε αυτό βοηθάει και ο βαθιά ποιητικός λόγος του Anouilh. Μαγικές φράσεις βγαίνουν από το στόμα του Ιάσωνα, που αντιπροσωπεύει την νέα εξουσία, που επαγγέλλεται στους πολίτες της Κορίνθου την προβλέψιμη τάξη, μετά από την καταστροφή και τη βαρβαρότητα που μόλις έχουν προηγηθεί: «Θα φτιάξουμε νέους Νόμους. Θα χτίσουμε έναν κόσμο χωρίς αυταπάτες. Και μέσα σε αυτόν, θα περιμένουμε τον θάνατό μας.» Από πίσω ακούγεται ένα ωραίο και σκοτεινό τραγούδι των Radiohead και το έργο τελειώνει με τους απλούς ανθρώπους (ο νέος και η τροφός) να συνεχίζουν την προβλέψιμη ζωούλα τους, αυτή τη ζωή που αποφεύγει τις καταστροφικές αυταπάτες.
Σε γενικές γραμμές φύγαμε από το θέατρο με σχετική ικανοποίηση, έχοντας παρακολουθήσει μια παράσταση που κράτησε το ενδιαφέρον μας με κάποια πολύ δυνατά σημεία, παρά τις αδυναμίες της. Αξίζει λοιπόν να της δώσετε μια ευκαιρία.
Γιώργος Σμυρνής