Ανθρώπινες φιγούρες “κατοικούν” σε ένα υποτυπώδες αστικό περιβάλλον, όπου δημιουργείται ένας κόσμος σε σχέσεις εκκρεμότητας, στον οποίο, κατά κανόνα εμπλέκεται και ο θεατής.
Οι ζωγραφικές σκηνές στις οποίες κατοικούν, καταφέρνουν να συγκροτήσουν μια κοινωνική κριτική που έλκει την καταγωγή της από τον κινηματογράφο του Ζ. Τατί και του Α. Χίτσκοκ. Αυτή η αμφίσημη αιώρηση που φαίνεται να καταργεί την σημασία της ιστορίας, επιτρέπει στον Κ.Μπομπό να οδηγήσει τον θεατή στη δική του διακύβευση: να ρυθμίσει το βλέμμα μέσω λεπτών και καθαρών ζωγραφικών χειρισμών του ρυθμού στα κλιμακούμενα επίπεδα της εικόνας.
Ο ζωγράφος ενδιαφέρεται περισσότερο για την αυτονομία του ίδιου του έργου. Το χρώμα του αν και παραμένει συγκρατημένο, φαίνεται τώρα να πρωταγωνιστεί. Καθώς ο ζωγραφικός τρόπος των έργων του γίνεται άμεσα αντιληπτός, επιτρέπει στην αφήγηση να λειτουργεί αποτελεσματικά, απομακρυνόμενη από την όποια ηθογραφική εικονογράφηση του θέματος, ορίζοντας έναν κόσμο ανάμεσα στον θεατρικό και σε αυτόν της καθημερινότητας.