“Oρφανά” στο θέατρο Νέου Κόσμου: “Δεσμώτες του μίσους!”
“Το σύμπαν και η βλακεία δεν έχουν όρια αν και για το σύμπαν δεν είμαι και τόσο σίγουρος”. Τάδε έφη ο Άλμπερτ Αϊνστάιν! Ο μεγάλος Ρώστος συγγραφέας Φ. Ντοστογιέφσκυ, επίσης, υποκλίνεται στην παντοδυναμία της ανθρώπινης βλακείας δηλώνοντας ότι αυτή είναι ανίκητη! Στο ότι υπάρχουν τεράστιες καταστροφικές δυνάμεις στη βλακεία φαίνεται να συμφωνεί, μάλλον, ο βρετανός συγγραφέας Ντέννις Κέλλυ, στο έργο του “Ορφανά”, ένα έργο για τη βία και το ρατσισμό, το οποίο παίζεται στο γνωστό για τις σύγχρονες και προσεγμένες επιλογές του Θέατρο Νέου Κόσμου.
“Επειδή ο Λίαμ έχει ποινικό μητρώο, γιατί είναι άτυχος, γαμώτο, εντάξει, και ηλίθιος, έχει κάνει βλακείες, αλλά πολύ παλιά“… δηλώνει η πρωταγωνίστρια για τον αδερφό της, ο οποίος εκτός από οτιδήποτε άλλο, είναι εντελώς κρετείνος. Και δεν είναι ο συμπαθής κρετείνος που βλέπουμε σε άλλα έργα, όπως ο Ηλίθιος του Ντοστογιέφσκυ ή “ο ένας βλάκας και μισός” του Ψαθά. Πίσω από τη βλακεία κρύβονται ένα σωρό ανθρώπινες αδυναμίες και αποκρουστικά χαρακτηριστικά. Θα λέγαμε, ότι η βλακεία είναι ο καταλύτης, που κάνει αυτές τις απεχθείς πλευρές του ανδρός να βγαίνουν ορμητικά στην επιφάνεια και να φέρνουν τελικά την καταστροφή.
Όμως, κατά τον συγγραφέα, ο κόσμος έχει γίνει έτσι- δηλαδή χολερικός, αρρωστημένα πανικόβλητος, γεμάτος μίσος, ξενοφοβία- λόγω ηλιθιότητας μόνο; Όχι βέβαια! Και οι έξυπνοι είναι συνεργοί του εγκλήματος. Ο Ντέννις Κέλλυ δεν αφήνει πολλά ελαφρυντικά για τους νοήμονες. Στην πραγματικότητα, η οικογένεια του “ηλίθιου τέρατος” γίνεται τελικά συνένοχη (και όχι μόνο λόγω ανοχής), αλλά προχωράει ακόμα περισσότερο, βουλιάζοντας στον απόπατο της κακίας.
Πολύ περισσότερο βέβαια από τη βλακεία και τις καταστροφικές δυνάμεις που απελευθερώνει, το έργο “Ορφανά” είναι ένα έργο για το φόβο. Ο φόβος ότι είμαστε μόνοι, αποκλεισμένοι, ανάμεσα σε εχθρούς, σε ένα δόλιο, καταχθόνιο σύμπαν, στοιχειώνει τις ψυχές των χαρακτήρων και τις σελίδες του κειμένου.
“Είμαστε εγκαταλελειμμένοι στην τύχη μας. Δεν υπάρχει τίποτα εκεί έξω. Είναι σαν να έχουν μετακομίσει όλοι σε έναν άλλο πλανήτη και μας άφησαν εδώ με τα τέρατα!” φωνάζει, μέσα στην απελπισία του ο επικίνδυνος “βλάξ”! “Τέρατα; Εσύ είσαι το τέρας, εξαφανίσου! ” του απαντάει η αδερφή του, αλλά πλέον είναι αργά. Το κακό έχει ήδη γίνει. Το στίγμα της ενοχής έχει μολύνει όλη την οικογένεια και όχι μόνο το “μαύρο πρόβατο” της. Όλοι είναι συνυπεύθυνοι πλέον σε έναν κόσμο που ήταν, είναι και θα είναι ακόμα περισσότερο στο μέλλον, εχθρικός, κακός και απόλυτα άδικος.
Ο Άντριου Ντίξον για την ηλεκτρονική έκδοση της Guardian γράφει για τα Ορφανά: “Το έργο φέρει απόηχους από Άμπου Γκράιμπ και ομήρους στο Ιράκ, πιάνει όμως και θέματα πιο κοντινά στο κάθε σπίτι: εγκληματικότητα, άμβλωση, αλλοτρίωση της λευκής μεσαίας τάξης εργαζομένων, ξενοφοβία. Το ανδρόγυνο στο τραπέζι φαίνεται στην πορεία πως είναι τα ορφανά του τίτλου, ταυτόχρονα όμως, (…) είναι σύμβολα ενός πολύ πιο σοβαρού ρήγματος στην κοινωνία“.
Το έργο του Ντ. Κέλλυ είναι εκπληκτικά μοντέρνο και σύγχρονο. Είναι δυνατό, είναι γρήγορο, δε μασάει τα λόγια του. Δημιουργεί μία γνήσια “αγγλοσαξωνική” ατμόσφαιρα θρίλερ και φόβου, όντας παράλληλα γροθιά στο στομάχι της κοινωνίας. Ξεκάθαρο, ατόφιο, απλό. Και φυσικά ultra βίαιο. Η βία απεικονίζεται μόνο με το λόγο, όπως στην αρχαία τραγωδία. Ο πρωταγωνιστής μπαίνει στη σκηνή, λουσμένος στο αίμα. Γιατί; Θα μάθουμε, δια της μαιευτικής, το γιατί. Τα βίαια γεγονότα.
Από την άλλη, όμως, το έργο παραείναι προφανές σε αυτό που θέλει να πει και παραείναι πολιτικοποιημένο. Μας λέει πάρα πολλά για τις απόψεις του ίδιου του συγγραφέα, με έναν πολύ σαφή τρόπο- υπερβολικά σαφή για καλλιτεχνικό έργο. Η πολιτικοποίηση καπελώνει σε ένα βαθμό το καλλιτεχνικό. Το υπαινικτικό γίνεται συχνά ο κομπάρσος της ιστορίας, ίσως μόνο για να δημιουργεί σασπένς. Το αποκρουστικό πρόσωπο της βίας αναμειγνύεται με πομπώδεις συναισθηματικές εξάρσεις ανθρωπισμού, γιατί ο θεατρικός λόγος πρέπει – ντε και καλά- να γίνει πολιτικός.
Όσο για την σκηνοθεσία και τις ερμηνείες; Ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόταν το συγκεκριμένο έργο. Όλοι οι ηθοποιοί απέδωσαν το ρόλο τους με ακρίβεια, ενώ δεν εμφάνισαν ερμηνευτικές ατέλειες που κουράζουν. Κοντολογίς, είναι ένα “καλό, σύγχρονο έργο”, όπως το αξιολογεί και ο σκηνοθέτης της παράστασης Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, που θα πρέπει να το δουν οι άνθρωποι με κοινωνικές αγωνίες, αλλά και ανάγκη να παρακολουθούν νέες τάσεις στη μοντέρνα δραματουργία.
Γιώργος Σμυρνής