Η ίδια αναφέρει χαρακτηριστικά:
“Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κυψέλη. Με την έμπνευση και την καθοδήγηση της μητέρας μου ακολούθησα εικαστικές σπουδές στη σχολή Βακαλό από όπου αποφοίτησα έχοντας ολοκληρώσει το μεταπτυχιακό έτος στην οπτική επικοινωνία. Δεν ήταν εκεί όπου πρωτογνώρισα την εικαστική Τέχνη καθώς ζωγράφιζα από παιδί. Εκεί όμως συνάντησα τους πρώτους μου δασκάλους. Εκεί επίσης γνώρισα και μελέτησα τους άλλους Δασκάλους, τους παντοτινούς. Μετά από προτροπή, εκεί τράβηξα την πρώτη αυθόρμητη “χεριά” με μελάνι και από τότε δεν υπάρχει μέρα που να μην το έχω κάνει.
Σε μικρή ηλικία ανακάλυψα τυχαία την ηδονή του αποτυπώματος και το ονόμασα παιχνίδι. Ένα καβαλέτο δώρο γενεθλίων από τον πατέρα μου και τώρα το παιχνίδι είναι πλέον ανάγκη που οι φίλοι το λένε ζωγραφική. Με τα ακρυλικά, τα μολύβια, τα λαδοπαστέλ, τα κάρβουνα και τα μελάνια πάνω σε καμβάδες, χαρτιά, ξύλα, μπλοκ, πακέτα από τσιγάρα, χάρτινα τραπεζομάντηλα, παίζω ακόμη με τα ίδια παιχνίδια που έχω χρόνια τώρα.
Τα τελευταία 12 χρόνια εργάζομαι στο δημιουργικό τμήμα μεγάλης διαφημιστικής εταιρίας. Σήμερα, ως creative director, έχω την τύχη να εξακολουθώ να απολαμβάνω καθημερινά τη δουλειά μου.
Η ένταση της γραμμής καθώς και τα κενά έναντι στα πλήρη είναι το απρόβλεπτο ταξίδι μου στην διαδικασία της ζωγραφικής αφού αυθόρμητα, πάντα θα απεικονίσω και θα δώσω ζωή σε κάποια από τις μορφές που μεγαλώνουν με τα χρόνια μαζί μου.
Αν δυο ή τρεις γραμμές μπορούν να αποδώσουν τα ανθρώπινα μάτια, τότε κάποιος θα μπορεί να γνωρίσει, μέσα από τα μάτια των προσώπων που απεικονίζω, όσα έχω δει και βλέπω. Αρκούν, άραγε, αυτές οι γρήγορες πινελιές; Άλλοι κοιτάνε μέσα τους και άλλοι κάθονται μπροστά τους καθώς τους κοιτάνε εκείνα. Για μένα είναι πάντα η στιγμή που μόλις πέρασε και γι’ αυτό το λόγο, την επόμενη στιγμή, επεμβαίνω και τα αλλάζω εξολοκλήρου για να βρεθούν “στο χρόνο τους.”