Αιμιλία Υψηλάντη: Το “ερωτικό τρίγωνο” μπορεί ν’ αναζωογονήσει τις σχέσεις ενός ζευγαριού!
Σαν παιδί της δεκαετίας του ’80 κι εγώ, μεγάλωσα με «φρουτοπία», «του κουτιού τα παραμύθια» και παλιές ελληνικές ταινίες. Η Αιμιλία Υψηλάντη, είναι από τις φιγούρες που σου μένουν όταν είσαι μικρός. Θυμάμαι όταν έβλεπα στις ταινίες αυτή την όμορφη ξανθιά κοπέλα, μου έκαναν μεγάλη εντύπωση τα χαμογελαστά γαλάζια μάτια της και η βελούδινη φωνή της. Αρκετά χρόνια αργότερα, μπορεί ο παλιός-καλός ελληνικός κινηματογράφος να είναι μια γλυκιά ανάμνηση μιας πιο αθώας εποχής όμως τα ίδια γαλάζια μάτια και η ίδια βελούδινη φωνή μου έκαναν την ίδια εντύπωση. Ίσως και μεγαλύτερη γιατί αυτή τη φορά τα είχα απέναντί μου… Συνέντευξη στην Ειρήνη Ντέλλα
Στην Ελλάδα δεν βλέπουμε συχνά σύγχρονο γαλλικό θέατρο. Μάλιστα αν δε κάνω λάθος η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα μετά τη Γαλλία που ανεβάζει το συγκεκριμένο έργο. Πώς αποφασίσατε να τολμήσετε τη «Γαμήλια Ψευδαίσθηση»;
Οι επιλογές μου δεν έχουν σχέση με το τί συνηθίζεται να ανεβαίνει στην Ελλάδα. Η αλήθεια όμως είναι ότι όλο το ελληνικό θέατρο “ψωνίζει” από το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη και πρόσφατα κι από τη Γερμανία. Όμως θα ‘λεγα ότι ένα θέατρο επιλέγει ένα έργο με τελείως διαφορετικά κριτήρια. Το πρώτο λοιπόν είναι ότι φέτος ήθελα ένα έργο που να μην είναι τόσο «βαρύ» όσο έχουμε συνηθίσει το κοινό μας μέχρι τώρα, δηλαδή να μην είναι ένα έργο πολύ μεγάλου προβληματισμού. Με την «Αργώ» έχουμε κάνει έργα για τον καρκίνο όπως το «Wit», έργα που η πρωταγωνίστρια πέθαινε συνέχεια και μου λέγανε οι φίλοι ότι σ’ όλα τα έργα σου ή πεθαίνεις ή έχεις καρκίνο (γέλια). Ακόμα και στο «Σκοτώνουμε τη μαμά», που θα ‘λεγα ότι ήταν ένα έργο πιο ρεαλιστικό, ο ρόλος που έπαιζα εγώ είχε μια τραγική κατάληξη. Το περσινό μου έργο ήτανε για μια γυναίκα που είχε πρόβλημα αλκοολισμού και εξάρτησης με το γιό της, σχέσεις λίγο παθολογικές δηλαδή. Εμένα αυτά με ενδιαφέρουνε γιατί πιστεύω ότι το θέατρο πρέπει να ξύνει τις πληγές μας και να μας φέρνει αντιμέτωπους στα προβλήματα που έχουν σχέση με τη ζωή και το θάνατο. Αυτό είναι και το λυτρωτικό στοιχείο της τέχνης…
Όμως, κακά τα ψέματα δε μπορούμε να πούμε ότι σε καιρό κρίσης η τέχνη μπορεί να ανθίσει όπως πολλοί ισχυρίζονται. Μα πως θα ανθίσει η τέχνη; Τα παραδείγματα στην παγκόσμια ιστορία μας λένε ότι όταν υπήρξε πλούτος και ευμάρεια σε εποχές οικονομικής ανόδου, τότε έχουμε την πολύ υψηλή τέχνη. Είπαμε λοιπόν να κάνουμε κάτι πιο ανάλαφρο και επιλέξαμε τη “Γαμήλια Ψευδαίσθηση” μια κωμωδία που έχει πάρει και το βραβείο Μολιέρου.
Είχατε ξανακάνει γαλλικό θέατρο στο παρελθόν;
Όχι, δεν είχα ποτέ ασχοληθεί με το γαλλικό θέατρο, το οποίο πρέπει να παραδεχτώ ότι φοβόμουν καθώς αυτή η “ελαφράδα” του δεν είναι κάτι εύκολο για τους ηθοποιούς. Όσοι δεν είναι γεννημένοι κωμικοί ηθοποιοί αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες με αυτό το είδος. Το συγκεκριμένο έργο χειρίζεται με έξυπνο τρόπο σχέσεις και διαχρονικά στερεότυπα: ένας άνδρας, μια γυναίκα και ένας τρίτος. Το κλασικό “ερωτικό τρίγωνο” που αιώνια απασχολεί το ανθρώπινο είδος και πολλές φορές λειτουργεί αναζωογονητικά στις σχέσεις του ζεύγους. Οι Γάλλοι σε αυτό το είδος, στο οποίο έχουν θητεύσει γενεές επί γενεών σπουδαίων συγγραφέων και ηθοποιών, είναι εξπέρ.
Εσείς πως εξηγείτε την εμμονή της ελληνικής σκηνής στο αγγλόφωνο και το γερμανόφωνο θέατρο;
Τα τελευταία χρόνια τα προϊόντα της κουλτούρας μας έρχονται κυρίως από τον αγγλοσαξονικό κόσμο γιατί κυριαρχεί η τηλεόραση και ο κινηματογράφος. Ίσως οι προηγούμενες γενιές, η γενιά της μάνας μου ας πούμε που μιλούσε γαλλικά, θα μπορούσε να εμπνευστεί και να καταλάβει περισσότερο ένα γαλλικό θέατρο το οποίο στηρίζεται πάρα πολύ στο λόγο, έχει λογομαχία σε αντίθεση με το αγγλικό. Το δικό μας έργο βέβαια είναι ερωτική κομεντί, η οποία έχει και στοιχεία αγγλοσαξονικού θεάτρου. Ο συγγραφέας Ερίκ Ασσούς έχει επηρεαστεί κι έχει πάρει πράγματα κι από άλλες κουλτούρες και έχει κάνει μια πιο σύγχρονη εκδοχή γαλλικού θεάτρου.
Προσωπικά μου έδωσε την αίσθηση ότι εξετάζει την απιστία σε επίπεδα. Από την αρχή κιόλας του έργου παίζει με τους αριθμούς και θέτει ένα μεγάλο ερώτημα. Τι είναι πιο «βαρύ», η ευκαιριακή απιστία κατ’ εξακολούθηση (του Μαξίμ) ή η μια εξωσυζυγική σχέση (της Ζαν). Εσείς πιστεύετε ότι υπάρχουν διαβαθμίσεις στο θέμα της απιστίας;
Πιστεύω ναι, ότι υπάρχουν. Είναι τελείως διαφορετικό ο άνθρωπός σου να έχει έναν παράλληλο δεσμό, μια σχέση η οποία μάλιστα να διαρκεί καιρό και να του δίνει περισσότερα πράγματα από το να έχει ευκαιριακές συνευρέσεις. Η απιστία είναι πάντα απιστία βέβαια γιατί έχει σχέση με το ψεύδος, με την προδοσία. Αυτό είναι το σημαντικό στην απιστία, ότι κλονίζει την εμπιστοσύνη. Γι’ αυτό και η πιο βαριά απιστία την οποία πολύ ωραία χειρίζεται το έργο, είναι η απιστία στο φίλο.
Το κοινό πάντως καταλήγει χωρίς δεύτερη σκέψη στο τί είναι χειρότερο μόλις αποκαλύπτεται ότι η σχέση της Ζαν είναι με τον καλύτερο φίλο του συζύγου της. Η διπλή προδοσία νομίζω δεν ξεπερνιέται…
Μα φυσικά η προδοσία του φίλου είναι που δεν ξεπερνιέται. Στο φίλο εναποθέτεις πολύ πιο πολλά πράγματα, μιλάς πιο ανοιχτά, έχεις μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και έχει μεγαλύτερη διάρκεια από κάθε ερωτική σχέση. Όταν λοιπόν απιστείς όπως στο έργο σε πολλαπλά επίπεδα, δηλαδή όχι μόνο στη γυναίκα σου αλλά και στο φίλο σου, τότε πια η προδοσία είναι στο ζενίθ και οι σχέσεις εμπιστοσύνης κλονίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Η εμπιστοσύνη είναι αυτό που όλοι ψάχνουμε να βρούμε στις σχέσεις μας και με τίποτα δε μπορούμε να δεχτούμε ότι πρόκειται περί ψευδαίσθηση. Θέλουμε πάντα να πιστεύουμε ότι ΕΜΕΙΣ θα παλέψουμε και θα μπορέσουμε να την κερδίσουμε στη σχέση μας. Μπορούμε ή απλώς έχουμε την ανάγκη να ελπίζουμε;
Έχουμε την ανάγκη να ελπίζουμε, το να την κερδίσουμε είναι πολύ σύνθετο πράγμα. Είδατε όμως τι κάνει η πρωταγωνίστρια; Επειδή έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια, λέει ότι εδώ πια που πηγαίνουμε σε μια άλλη φάση ζωής –γι’ αυτό το τολμάει κι επειδή βέβαια αυτός έκανε το μεγάλο ατόπημα να πάει με τη γυναίκα του φίλου το οποίο είναι πολύ βαρύ- λέει λοιπόν ότι επειδή τώρα είμαστε πια πολύ μεγάλοι για να δεχόμαστε τέτοιου είδους πράγματα, δε θα σου πω αν έχω πάει και με ποιόν γιατί μόνο έτσι θα αποφασίσεις τώρα πια να μιλάμε ανοιχτά και μπορούμε να γεράσουμε πια μαζί. Έτσι συμφιλιώνεται το ζευγάρι, αφού ανοίξανε τελείως τα χαρτιά τους και είδανε τις πληγές τους. Η Ζαν που πιστεύω ότι έχει στήσει μια παγίδα, του δηλώνει ότι δε θα του πει ποτέ τίποτα για αυτήν για να μη νομίζει ότι ισοφαρίζει. Αυτό το μυστικό είναι η δική της δύναμη για να γεράσουνε μαζί συμφιλιωμένοι. Μετά την ταπείνωση λοιπόν που υφίσταται ο ήρωας, αυτή έχει πάρει την εκδίκηση της πια και μπορεί να του απλώσει χέρι σα να του λέει εντάξει, τσακίστηκες (γιατί είναι φταίχτης) έλα τώρα να ζήσουμε σε μια άλλη ηλικία.
Ανοίγοντας το πρόγραμμα της παράστασης τα πρώτα λόγια που διαβάζεις είναι τα εξής: «Κανένα ψέμμα δε μένει ατιμώτητο, καμμία αλήθεια δεν είναι ακίνδυνη». Στις σχέσεις περπατάμε λοιπόν σε τεντωμένο σκοινί και η αποκάλυψη της αλήθειας τις απειλεί όσο και η απόκρυψή της. Τι μέτρα πρέπει να λαμβάνουμε για να μην πέσουμε και αφήσουμε τη σχέση μας να γίνει ψευδαίσθηση;
Εγώ να σου πω δε μπορώ να δώσω οδηγίες πάνω σ’ αυτό το θέμα (γέλια), κανείς δε μπορεί να δώσει γιατί κάθε περίπτωση διαφέρει. Αυτό που εγώ τουλάχιστον κάνω στη ζωή μου είναι να δέχομαι την αλήθεια του άλλου και μη τα «σκαλίζω». Πιστεύω δηλαδή ότι σε κάθε σχέση ερωτική ή συζυγική, ακόμα και φιλική θα πρέπει να ξεκινάω από το σε εμπιστεύομαι εκατό τοις εκατό και δέχομαι την αλήθεια σου. Εάν υποψιάζομαι ότι υποκρίπτεται ψέμα πρέπει ή να ξεκαθαρίσω να βάλω το μαχαίρι στο κόκκαλο ή αλλιώς να αποχωρήσω από τη σχέση. Δε μπορεί διαρκώς να είμαι σε μια αμφισβήτηση γιατί φθείρεται και η σχέση και η ψυχική μου ηρεμία.
Στη θέση της Ζαν τι θα έκανε λοιπόν η Αιμιλία;
Εγώ θα δεχόμουν αυτά που μου είπε. Όσο θα εξακολουθούσα να είμαι ερωτευμένη, άρα δηλαδή δέσμια συναισθημάτων, δε θα ασχολιόμουνα με το θέμα για να μη πληγωθώ. Όταν όμως θα έφευγα λίγο και θα καθάριζε το μυαλό μου από τον έρωτα θα πήγαινα να διαπιστώσω εγώ η ίδια την αλήθεια και τότε θα αποχωρούσα, από χαρακτήρα. Βέβαια δεν ξέρω τι θα έκανα σ’ αυτή την ηλικία, γιατί είναι τελείως διαφορετική η στάση ενός ανθρώπου όταν ερωτικά είναι πολύ ενεργός και πολύ νέος και πολύ ωραίος γεμάτος αυτοπεποίθηση, ας πούμε στα τριάντα μου; θα τον είχα πετάξει έξω! (γέλια) Στην ηλικία της Ζαν όμως δεν ξέρω διότι εκεί μπαίνουν κι άλλα πράγματα στο παιχνίδι. Μπαίνει η συντροφικότητα, ο φόβος της μοναξιάς και κανείς δε μπορεί να είναι τόσο παλικάρι και να πει «Α με απάτησες χωρίζουμε!» όταν είναι άνω των πενήντα μπροστά σε έναν μέλλον μοναξιάς. Η μοναξιά θέλει κότσια.
Είστε ένας άνθρωπος με έντονη πολιτική δράση. Δε θα σας ρωτήσω λοιπόν τι λέτε για την κατάσταση, είναι δύσκολη και το ξέρουμε. Θα σας ρωτήσω όμως γιατί πιστεύετε ότι οι πολίτες σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση είναι τόσο απομακρυσμένοι από τα κοινά. Σα να μην είναι δική τους δουλειά, σα να μη τους αφορά τίποτα πέρα από τον εαυτό τους. Τη στιγμή που είναι απογοητευμένοι από την πολιτική ηγεσία όλοι παραιτούνται. Γιατί;
Γιατί δεν εμπιστεύονται πια τίποτα. Το μεγάλο μας πρόβλημα δεν είναι το οικονομικό, που είναι μεν σοβαρό, αλλά η ηθική κρίση. Είναι η έλλειψη μιας πολιτικής ηγεσίας που να μπορεί να δώσει λύσεις στα προβλήματα του τόπου. Είναι όλοι καχύποπτοι απέναντι στο καθετί. Εάν ξεκινήσουμε αύριο εμείς οι δυο να κάνουμε την καλύτερη εργασία πολιτικά και κοινωνικά και πάμε να ζητήσουμε μια υπογραφή, να μας ανοίξουν μια πόρτα, να μας δώσουν ένα ευρώ θα αντιμετωπίσουμε την καχυποψία. Το φόβο ότι κάτι άλλο επιδιώκουμε. Αυτό προέρχεται από την πολιτική ηγεσία. Απογοητεύει γιατί δε δίνει η ίδια παραδείγματα. Πηγαίνετε στο υπόγειο της Βουλής να δείτε ότι είναι γεμάτη μερσεντές. Το οποίο δεν είναι κάτι σημαντικό, όμως δεν είδαμε μια ηγεσία η οποία πραγματικά να δείχνει ότι είναι δίπλα στο λαό. Όταν λοιπόν έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη του κόσμου δε μπορεί να προχωρήσει αυτός ο τόπος.
Υπάρχουν πάρα πολλές δραματικές σχολές με αποτέλεσμα ο αριθμός των νέων ηθοποιών να είναι πολύ μεγάλος και ελάχιστοι από αυτούς να μπορούν να βρουν δουλειά. Τι έχετε να συμβουλεύσετε κάθε νέο παιδί που απλώς του αρέσει η ιδέα του «σκαριού» και έτσι απλά γράφεται σε μια δραματική σχολή;
Κατ’ αρχήν εγώ πιστεύω ότι όταν σε κάποιον έχει μπει η ιδέα να γίνει ηθοποιός θα πρέπει να το προσπαθήσει, γιατί στη ζωή σου δε πρέπει να πεις ήθελα να κάνω κάτι και δεν το ‘κανα, εφόσον μπορεί βέβαια. Θα έλεγα όμως ότι πρέπει να φροντίσει να έχει κι άλλους τρόπους επιβίωσης, όχι αναγκαστικά σπουδές μπορεί να είναι και μια τέχνη. Η μεγαλύτερη ενεργοποίηση άλλωστε μπορεί να σε κάνει καλύτερο, το να κάνεις μόνο για ένα πράγμα δε σημαίνει αναγκαστικά ότι δουλεύεις πιο πολύ γι’ αυτό. Πρώτα λοιπόν πρέπει να μάθουν να βγάζουν χρήματα με οποιαδήποτε δουλειά και να κερδίζουν το ψωμί τους μη εξαρτώμενοι μόνο από κάτι το οποίο μπορεί να μην έρθει όσο ταλέντο και να έχεις γιατί υπάρχει κι ο παράγοντας της τύχης.
Γιατί πιστεύετε ότι υπάρχει τόσο μεγάλο πρόβλημα στις σχέσεις των νέων σήμερα; Φοβούνται τις «ψευδαισθήσεις»;
Εκπλήσσομαι με τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τις ερωτικές σχέσεις τα νέα παιδιά, με τέτοιο ευκαιριακό τρόπο απ’ τη μια αλλά και σταθερό από την άλλη. Δηλαδή απ’ τη μια έχουμε κάθε μέρα δυο ή τρείς και απ’ την άλλη σταθερότητα που εκπλήσσει σε πολύ νεανική ηλικία. Νομίζω ότι η ανασφάλειά τους είναι πιο έντονη από τη δική μας, είναι πολύ πιο έντονη. Ίσως γιατί κι εμείς ζήσαμε τη σεξουαλική επανάσταση που μας απελευθέρωσε από ένα σωρό πράγματα και μπορέσαμε να κάνουμε διάφορους δεσμούς. Δε ξέρω, κάθε γενιά έχει τα προβλήματά της και κάτω από το γενικό κοινωνικό πλαίσιο διαμορφώνονται και οι αντιδράσεις της. Αυτή τη στιγμή η νεολαία ζει σε μια διαλυμένη κοινωνία, με διαλυμένες οικογένειες άρα ψάχνει μια σταθερότητα στις σχέσεις, ας πούμε η εγγονή μου λέει «Θα παντρευτώ και θα κάνω παιδιά!» ενώ εγώ έλεγα «Δε θα παντρευτώ ποτέ θα κάνω παιδιά χωρίς άντρα!» γιατί τώρα είναι η επόμενη φάση, έχει δει την επανάσταση και συντηρητικοποιείται, κλείνει ο κύκλος. Έτσι δε γίνεται πάντα;