Η Κριτικός και Ιστορικός Τέχνης Αθηνά Σχινά, αναφέρει:
“Η έμπνευση της Αγγέλας Καράλη, στα ζωγραφικά της έργα, πηγάζει από μνήμες και παρατηρήσεις που αφορούν τις ποιότητες και τονικότητες του φωτός, εκείνου που προέρχεται από την φύση και το περιβάλλον, αλλά και του εσωτερικού, που γεννιέται από τις αισθήσεις και τον στοχασμό του «εαυτού». Τα θέματά της άλλωστε δεν περιγράφουν μια «αφήγηση» εικόνας, επομένως δεν σχετίζονται με την παραστατικότητα, χωρίς από την άλλη πλευρά να την εξαφανίζουν.
Αφ’ ής στιγμής μάλιστα η γραφή της ζωγράφου είναι αφαιρετική και χειρονομιακή, ο τρόπος με τον οποίο εξπρεσιονιστικά υποβάλλεται η οπτική λειτουργία των απεικονιζομένων της εικόνας, ως πλοκής, ανάμεσα στις εντάσεις και στις υφέσεις χρωμάτων και μορφοσχημάτων, το ενδιαφέρον των έργων εστιάζεται στην συνάφεια του χώρου και της κάθε φόρμας, μέσα από την διαδραστική και διαλεκτική τους κυρίως σχέση.
Στα έργα, είτε αυτά είναι επεξεργασμένα ως ελαιογραφίες, είτε η ζωγράφος έχει εκφραστικά επιλέξει το παστέλ ή τα μελάνια, προέχουν οι αντιθετικές εναρμονίσεις φωτός και χρώματος, σχεδίου και χώρου, επιφανειών και υφολογίας, χειρονομιών και δομοσύστασης της κάθε σύνθεσης.
Η μια παράμετρος των στοιχείων που απαρτίζουν την κάθε συνθετική ισορροπία, νοηματοδοτεί και αισθητοποιεί την άλλη, μέσα από συμπλέγματα ρυθμών και τονικοτήτων. Οι δραστικά μετασχηματιζόμενες αυτές ισορροπίες αναδεικνύουν την φωταύγεια και τις σκιάσεις της εγγύτητας και των αποστάσεων ενός θα λέγαμε δονούμενου «σύμπαντος», όπου ο θεατής αντικρίζει την μερικότητά του, ως τμήμα μιας καθολικότερης διεργασίας επενεργειών του φυσικού και πνευματικού φωτός.
Ενός φωτός, που αντανακλά σκεπτομορφές, παραγόμενες από την συγκινησιακή ενδοχώρα των αισθήσεων, η οποία συνομιλεί και επενεργεί στο έδαφος του φωτός μιας ύλης «κοσμικής», μέσα απ΄ όπου ο χρόνος και ο χώρος συστέλλονται και διαστέλλονται, φέρνοντας στο προσκήνιο την οργανικότητα μιας ζωής που υπερβαίνει την περιπτωσιολογία και την εξατομίκευση.”