«Έγκλημα, τιμωρία, λεφτά, δολοφονία συνταξιούχου»: Μεταμοντέρνος… Ντοστογέφσκυ
Πήγαμε στο θέατρο «Επί Κολωνώ» για να παρακολουθήσουμε το έργο του Σουηδού συγγραφέα Ματίας Άντερσον «Έγκλημα, τιμωρία, λεφτά, δολοφονία συνταξιούχου» ερμηνευμένο από την θεατρική ομάδα Νάμα σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη. Το συγκεκριμένο έργο «πατάει» πάνω στο κλασικό έργο του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα Φιοντόρ Ντοστογέφσκυ «Έγκλημα και Τιμωρία», παρουσιάζοντας όμως μια έντονα παραλλαγμένη εκδοχή του θέματος, η οποία είναι βασισμένη πάνω στις φόρμες και τα τεχνάσματα του μεταμοντέρνου θεάτρου.
Το «Έγκλημα και Τιμωρία» αναφέρεται σε έναν εξαθλιωμένο νεαρό φοιτητή, το Ρασκόλνικοφ, που διαπράττει έναν διπλό φόνο προκειμένου να ληστέψει μία γριά τοκογλύφο χωρίς να αφήσει πίσω του μάρτυρες. Αν και σκότωσε, όμως, εκείνες που μπορούσαν να τον καταγγείλουν, ο πιο σκληρός μάρτυρας κατηγορίας ήταν ο ίδιος του ο εαυτός. Πνιγμένος από τις τύψεις ομολόγησε το έγκλημα του, πληρώνοντας την τιμωρία που του αναλογούσε.
Θα χρειαζόταν ένα ολόκληρο βιβλίο για να καταγράψουμε όλα τα έργα τέχνης που έχουν επηρεαστεί από το κομβικό αυτό λογοτεχνικό έργο. Για παράδειγμά, στον «Ταλαντούχο κύριο Ρίπλεϋ» οι δολοφονίες που διαπράττει ο πρωταγωνιστής, προκειμένου να ξεφορτωθεί όσους θα μπορούσαν να του χρεώσουν τον πρώτο φόνο, του Ντίκι Γκρίνλιφ, αποπνέουν μία έντονη ντοστογεφσκική ατμόσφαιρα.
Ακόμα πιο έντονη είναι η επίδραση του έργου το Match Point του Woody Allen. O κεντρικός χαρακτήρας του έργου (Τζόναθαν Ρις Μέγιερς) διαβάζει φανατικά το «Έγκλημα και Τιμωρία». Είναι απόλυτα λογικό, όταν θα διαπράξει κι αυτός το δικό του διπλό φονικό, να αντιγράψει το έγκλημα του Ρασκόλνικοφ σχεδόν με ψυχαναγκαστική ακρίβεια. Δεν είναι ο Woody Allen που αντιγράφει τον Ντοστογέφσκυ, αλλά ο πρωταγωνιστής του, που αντιγράφει τον Ρασκόλνικοφ.
Οι επιδράσεις του αριστουργήματος του Ντοστογέφσκυ στο έργο του Άντερσον είναι πολύ προφανείς και αγγίζουν σε κάποια σημεία την παρωδία ενός κλασικού έργου. Ωστόσο, θα αδικούσαμε την παράσταση, αν λέγαμε ότι προσπαθεί να έρθει σε ρήξη με τις αξίες του κλασικού προτύπου της. Στην πραγματικότητα, παρωδεί έναν κόσμο που ζει μέσα στη βία και δύσκολα μπορεί να εμπνεύσει λογοτεχνικά αριστουργήματα. Και παρωδεί κυρίως τον ίδιο τον αφηγητή συγγραφέα, ο οποίος στοιχειώνεται από το φάντασμα του κορυφαίου λογοτέχνη και προσπαθεί να τον φτάσει, δημιουργώντας ένα έργο (ή μια αφήγηση) μάλλον λάιτ για Ντοστογέφσκυ.
Ο συγγραφέας- αφηγητής θέλει- μέσω του έργου του, το οποίο και μας εξιστορεί, για να το δούμε πάνω στο σανίδι- να περιγράψει την «τραγική» ιστορία της οικογένειας του- δηλαδή των δύο ετεροθαλών αδερφών του και της δεύτερης γυναίκας του πατέρα του. Ο πατέρας του συγγραφέα, όταν χώρισε την πρώτη του γυναίκα, παντρεύτηκε μία Τουρκάλα μετανάστρια, με την οποία έκανε άλλα δύο παιδιά. Αυτά τα δύο παιδιά, αλλά και η μητέρα τους, αντιμετωπίζουν τα γνωστά σε όλη την Ευρώπη προβλήματα κοινωνικής ενσωμάτωσης και ρατσισμού. Η καταγωγή τους, τους τοποθετεί κατευθείαν στον πάτο της κοινωνικής πυραμίδας. Ο γιος είναι άνεργος, η μάνα δεν μπορεί να βρει τα επιδόματα που θα την βοηθήσουν να τα βγάλει πέρα με μια σοβαρή χρόνια ασθένεια της και η κόρη κάνει άθλιες δουλειές, νταντεύοντας ιδιότροπους ηλικιωμένους.
Μία από τις ηλικιωμένες τις οποίες φροντίζει η κόρη, της κοκορεύεται ότι έχει πολλά λεφτά και κάνει την ενεχυροδανείστρια- όπως ακριβώς η γυναίκα, την οποία λήστεψε ο Ρασκόλνικοφ. Όταν το μαθαίνει αυτό η μάνα, δίνει στην κόρη της μια ταμπακέρα ασημένια, για να τη δώσει εκείνη ενέχυρο στη γριά και να δανειστούν κάποια χρήματα (ασημένια ταμπακέρα είχε μαζί του και ο Ρασκόλνικοφ για να δελεάσει την τοκογλύφο, την οποία στη συνέχεια λήστεψε και δολοφόνησε). Η μάνα στέλνει μαζί με την κόρη της και τον άνεργο γιο της. Επιπόλαιος αυτός και γεμάτος θυμό, λόγω της κοινωνικής του απαξίωσης, πηγαίνει στη συναλλαγή με ένα τσεκούρι και όχι με μπαλτά, όπως ο Ρασκόλνικοφ. Τα πράγματα μπορούν να εξελιχθούν με φοβερό τρόπο!
Το φινάλε, πάντως, το έργου θυμίζει περισσότερο τα «Εγκλήματα» (το σίριαλ του ΑΝΤ1) παρά το «Έγκλημα και Τιμωρία». Ωστόσο, το έργο του ΄Άντερσον θίγει σύγχρονα ζητήματα, όπως η φτώχια, ο ναρκισσισμός, η κοινωνική αδικία, η μετανάστευση, η γραφειοκρατία, το χάσμα των ηλικιών… Τίθενται ερωτήματα, όπως το κατά πόσον νομιμοποιείται η χρήση βίας, για να πάρεις τον ένα χιτώνα από τον έχοντα δύο και αν επιτρέπεται ο ηλικιωμένος (με το ένα πόδι στον τάφο…) να κρατάει μια περιουσία για “πάρτη του”, ενώ δίπλα του νέοι (με όλη τη ζωή μπροστά τους) να βιώνουν μιαν άγρια φτώχια… Μην περιμένετε βέβαια σοβαρές απαντήσεις. Δεν υπάρχουν ούτε και στη ζωή, άλλωστε, τέτοιες.
Από τις ερμηνείες ξεχώρισα τη Σοφία Κορώνη (στο ρόλο της μάνας) η οποία συνδυάζει με αρμονία το τραγικό και το κωμικό στοιχείο στο παίξιμό της. Αντίθετα, η Χρυσή Βιδαλάκη, στο ρόλο της συνταξιούχου, θύματος ληστείας, δεν είναι ιδιαίτερα πειστική. Οι άλλοι δύο ηθοποιοί (Κατερίνα Κλειτσιώτη και Γιάννης Λεάκος) παίζουν ικανοποιητικά, χωρίς να εντυπωσιάζουν.
Συνολικά, μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για μια έντιμη προσπάθεια να αποδοθεί ένα σουηδικό έργο με κοινωνικά αναφερόμενα της σύγχρονης ζωής.
Γιώργος Σμυρνής
Η παράσταση θα παίζεται έως τις 25 Μαϊου.
Δείτε πληροφορίες για τις ημέρες και ώρες των παραστάσεων