Το έργο αποτελεί μια παρέμβαση με νέον σε περίπου τριάντα σημεία αυτού του υποβλητικού παλιού βιομηχανικού χώρου. Εδώ, σε συνέχεια της δουλειάς του επί δεκαετίες σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις, ο καλλιτέχνης έχει ενώσει τις δομές και τους χώρους του Ελαιουργείου σε μια αισθητική και φιλοσοφική ενότητα. “Ελπίζω”, λέει ο καλλιτέχνης, “ότι εδώ ο κάθε παρατηρητής μπορεί να αναζητήσει και να βιώσει με το δικό του τρόπο μερικές από τις σύνθετες ιδέες που έχω βρει στη ζωή μου στην τέχνη και έχω εκφράσει εδώ με τον καλύτερο δυνατό τρόπο”.
Ο Στίβεν Αντωνάκος γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο, στο Γύθειο Λακωνίας, το 1926. Το 1930 εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου ζει και εργάζεται μέχρι σήμερα. Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους Ελληνες καλλιτέχνες με διεθνή καταξίωση, που ασχολήθηκε από νωρίς με τη ζωγραφική, θέτοντας διαρκή ερωτήματα μέσω της χρήσης ευτελών υλικών για τη σύνδεση του χρώματος με το χώρο.
Γνωστός διεθνώς ήδη από το 1960 για τον επαναπροσδιορισμό της χρήσης του νέον σε αφαιρετικές γεωμετρικές φόρμες γλυπτών, panels, και δημόσια έργα, ο Αντωνάκος έχει δημιουργήσει έργα σε χαρτί, τα οποία είναι εξίσου σημαντικά με τα γλυπτά του από νέον και εκφράζουν τους ίδιους προβηματισμούς σχετικά με το χώρο και το φως. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Βερολίνο το 1980, εργάστηκε με κομμάτια χαρτιού τα οποία έχει φέρει μαζί του από την Αμερική.
Για περισσότερα από 40 χρόνια ο Αντωνάκος έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 250 ομαδικές και περισσότερες από 100 ατομικές εκθέσεις, τόσο στις ΗΠΑ και τη Νέα Υόρκη όσο και στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 εγκαταστάθηκαν μόνιμα πάνω από 45 μεγάλης κλίμακας δημόσια έργα του στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Ιαπωνία, όπως, για παράδειγμα, στο Fort Art Museum (1974), στο Hampshire College (1978), στο Musee d’ Art Moderne (Παρίσι 1983), στο Σταθμό Μετρό Αμπελοκήπων (Αθήνα 2000).