Dogville
Η πολυσηζητημένη ταινία του Λαρς φον Τρίερ ξαναπροβάλλεται στην ολοκληρωμένη τρίωρη εκδοχή της.
Η όμορφη φυγάς, Γκρέις, φτάνει στην απομονωμένη κωμόπολη Dogville, μετά από μια επικίνδυνη καταδίωξη από μια ομάδα γκάνγκστερς. Με εμψυχωτή τον Τομ αυτοδιοριζόμενο εκπρόσωπο της πόλης, η κοινότητα συμφωνεί να την κρύψει και για αντάλλαγμα, η Γκρέις δέχεται να δουλέψει γι’ αυτούς. Ωστόσο, όταν αρχίζει η αναζήτησή της, οι άνθρωποι του Dogville απαιτούν μια καλύτερη συμφωνία σε αντάλλαγμα του ρίσκου να περιθάλψουν την άμοιρη Γκρέις, η οποία καταλαβαίνει με σκληρό τρόπο ότι σ’ αυτή την πόλη η καλοσύνη είναι σχετική. Αλλά η Γκρέις έχει ένα επικίνδυνο μυστικό. Οι κάτοικοι του Dogville μπορεί να το μετανιώσουν αν κάποτε αποκαλυφθεί…
Ο πάντα ανήσυχος Λαρς φον Τρίερ, το 2003 στράφηκε για έμπνευση στο μπρεχτικό θέατρο, τοποθετώντας τη δράση και τους ηθοποιούς του (ένα αξιόλογο καστ με μία χολυγουντιανή σταρ, τη Νικόλ Κίντμαν, σε σχεδόν κόντρα ρόλο) σε ένα στούντιο με περιγράμματα αντί για κτίρια και φυσικούς χώρους. Ένα ενδιαφέρον, όσο και αμφιλεγόμενο πείραμα, που αποδυναμώθηκε με την επανάληψη στο «Manderlay», ενώ η ταινία που θα ολοκλήρωνε την τριλογία δεν γυρίστηκε ποτέ. Μια τριλογία-σχόλιο πάνω στην Αμερική (μια Αμερική καθαρά συμβολική –την πραγματική Αμερική ο Τρίερ δεν την έχει επισκεφτεί ποτέ) και την ανθρώπινη φύση, με μια στάση όχι μισανθρωπική αλλά πεσιμιστική. Η κινηματογραγική τόλμη παλεύει με τη θεατρίζουσα και λογοτεχνίζουσα φόρμα χωρίς να υπάρχει ξεκάθαρος νικητής. Το βάρος της ‘κατασκευής’ και των συμβολισμών δεν προσπερνιέται εύκολα, ούτε όμως και η υποβλητική δύναμη του «Dogville». Με κανένα τρόπο το ‘αριστούργημα του Λαρς φον Τρίερ’ όπως ήθελαν κάποιοι, αλλά μια ταινία που μπορεί πάντα να προκαλεί συζητήσεις.
Θοδωρής Τσιάτσικας