Ο Γιόνας Κάουφμαν ερμηνεύει άριες από τον ιταλικό βερισμό – το πιο δημοφιλές είδος όπερας που έχει αφήσει στην ιστορία της μουσικής μοναδικά αριστουργήματα – μαζί με άριες του Βέρντι και του Βάγκνερ.
«Στον βερισμό μετρούν πολύ περισσότερο τα συναισθήματα παρά η φωνητική ποιότητα».
Η δήλωση έγινε από τον Γιόνας Κάουφμαν, έναν από τους σπουδαιότερους τενόρους των ημερών μας, με την ευκαιρία της ηχογράφησης του άλμπουμ του Verismo Arias. Από αυτό ακριβώς το δημοφιλέστατο είδος ιταλικού μελοδράματος προέρχονται στην πλειονότητά τους οι άριες που επέλεξε να τραγουδήσει στη νέα του εμφάνιση στην Αθήνα, ο Γερμανός σούπερ σταρ της όπερας.
Συναρπαστική υπήρξε η πρώτη του επαφή με το αθηναϊκό κοινό δύο χρόνια πριν στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης. Ό σπουδαίος γερμανός τενόρος επιστρέφει στο Μέγαρο για να προσφέρει ένα μοναδικό γκαλά όπερας, μια ευκαιρία για το μουσικόφιλο κοινό να απολαύσει την εξαιρετική τεχνική και την υπέροχη εκφραστικότητα του μεγάλου αυτού καλλιτέχνη, την Πέμπτη 30 Οκτωβρίου (ώρα 20:30) στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης.
Με το γκαλά όπερας του Γιόνας Κάουφμαν, εγκαινιάζονται οι εκδηλώσεις της Σειράς «Μεγάλες Λυρικές Φωνές της Εποχής μας».
Χορηγός της Σειράς είναι ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών
Όσο για το πρόγραμμά του Κάουφμαν, όπως δηλώνει ο ίδιος, «η πρόκληση ήταν να διαλέξω άριες που να ταιριάζουν μεταξύ τους αλλά να μην έχουν το ίδιο μουσικό ύφος και διάθεση». Το οπερατικό τοπίο συνθέτουν, λοιπόν, οι μελωδίες των Πονκιέλλι, Τσιλέα, Μασκάνι, Τζορντάνο, Τζαντονάι και Λεονκαβάλλο, ένα τοπίο που διανθίζεται επίσης από κάποιες πινελιές ιταλικού και γερμανικού Ρομαντισμού, αφού θα ακουστούν ορχηστρικά και φωνητικά μέρη από έργα των Βέρντι και Βάγκνερ. Τον Γιόνας Κάουφμαν θα πλαισιώσει η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υπό τον διακεκριμένο Γερμανό αρχιμουσικό Γιόχεν Ρίντερ, που έχει συμπράξει επανειλημμένως με τον Κάουφμαν και έχει διευθύνει ουκ ολίγα έργα του λυρικού και συμφωνικού ρεπερτορίου σε γνωστά ευρωπαϊκά θέατρα και αίθουσες.
«Δεν είχα καν ονειρευτεί ότι θα γινόμουν τραγουδιστής της όπερας», εξομολογήθηκε ο Γιόνας Κάουφμαν πριν μερικά χρόνια. Και σίγουρα δε θα φανταζόταν ότι, μια μέρα, ο διεθνής τύπος θα έγραφε διθυράμβους για το εύρος του ρεπερτορίου του, την υποκριτική του δεινότητα, την προσαρμοστικότητά του σε ποικίλα στιλ μουσικής, τη στιβαρή τεχνική του, το σκούρο ηχόχρωμα της φωνής του και την αισθησιακή σκηνική του παρουσία.
Γεννήθηκε στο Μόναχο πριν 42 χρόνια, σε μια οικογένεια «όπου όλοι άκουγαν όπερες και συμφωνίες», όπως λέει ο ίδιος. Σπούδασε μουσική στη γενέτειρά του, όπου μελέτησε δίπλα στους Τζέιμς Κινγκ, Χανς Χόττερ και Γιόζεφ Μέττερνιχ. Αργότερα παρακολούθησε σεμινάρια τελειοποίησης με τον Μάικλ Ρόουντς. Έκανε το ντεμπούτο του στο Κρατικό Θέατρο του Ζάαρμπρυκεν το 1994, ενώ σύντομα ακολούθησαν συνεργασίες με μεγαλύτερα γερμανικά θέατρα (Στουτγκάρδη, Αμβούργο) και σημαντικές μετακλήσεις στο εξωτερικό: Λυρική Όπερα του Σικάγο, Όπερα των Παρισίων, Σκάλα του Μιλάνου, Βασιλικό Θέατρο Λα Μονναί των Βρυξελλών, Κρατική Όπερα της Βιέννης, Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης, Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ, Φεστιβάλ του Εδιμβούργου, κ.ά.
Ιδιαίτερα καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία του υπήρξε η στενή συνεργασία του (άρχισε το 2001) με την Όπερα της Ζυρίχης όπου εμφανίστηκε σε πολλές νέες παραγωγές, μεταξύ των οποίων «Η στέψη της Ποππαίας», ο «Ιδομενέας», «Η μεγαλοψυχία του Τίτο», η «Κάρμεν», η «Τόσκα», ο «Μαγικός Αυλός», «Η αρπαγή από το σεράι», ο «Ριγκολέττο». Το 2006 έκανε το ντεμπούτο του στο απαιτητικό βαγκνερικό ρεπερτόριο με τον «Πάρσιφαλ», ενώ ένα χρόνο μετά αναμετρήθηκε μουσικά και με τους «Αρχιτραγουδιστές της Νυρεμβέργης».
Σημαντικός σταθμός για την καριέρα του ήταν η συνεργασία του με το Κόβεντ Γκάρντεν, όπου τραγούδησε με μεγάλη επιτυχία τον πρώτο του Δον Χοσέ («Κάρμεν») υπό τη διεύθυνση του διάσημου μαέστρου Αντόνιο Παππάνο. Επιπλέον, το βρετανικό κοινό αλλά και οι κριτικοί τού επεφύλαξαν θερμή υποδοχή για τις ερμηνείες του –πάντα στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου– ως Ρουτζέρο στην «Ρόντινε» του Πουτσίνι δίπλα στην Άντζελα Γκεοργκίου και ως Αλφρέντο στην «Τραβιάτα» με Βιολέττα την Άννα Νετρέμπκο. Από τις πρόσφατες επιτυχίες του ξεχωρίζει ακόμη η «Μανόν» του Μασνέ, στο Λυρικό Θέατρο του Σικάγο, όπου τραγούδησε για πρώτη φορά τον ρόλο του Ντε Γκριέ δίπλα στην εξαιρετική Γαλλίδα κολορατούρα Ναταλί Ντεσσαί.
Τα τελευταία δύο χρόνια, ο Γιόνας Κάουφμαν έχει αποσπάσει πλήθος εγκωμιαστικών σχολίων για την ερμηνεία του στον «Λόενγκριν», στο περίφημο Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ (2010) καθώς και στον «Βέρθερο», στην Όπερα του Παρισιού την ίδια χρονιά, ενώ στο μεταξύ προσέθεσε στο ρεπερτόριο του νέους ρόλους όπως αυτοί του Ροντόλφο στους «Μποέμ», του Ιταλού Τενόρου στον «Ιππότη με το ρόδο», του Φιντέλιο στην ομώνυμη όπερα του Μπετόβεν, του Μαουρίτσιο στην «Αντριάνα Λεκουβρέρ» κ.ά. Έχει ακόμη διακριθεί για τις ερμηνευτικές του επιδόσεις σε δύο σπάνιες όπερες γερμανόφωνων συνθετών: στα «Παιδιά του βασιλιά» του Χούμπερντινκ, καθώς και στον «Ρινάλντο» του Μπραμς.
Το… υπερπλήρες πρόγραμμά του περιλαμβάνει, για την περίοδο 2011-12, μετακλήσεις στην Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης («Φάουστ» και «Βαλκυρίες»), στο Κόβεντ Γκάρντεν (ντεμπούτο ως Αινείας στους «Τρώες» του Μπερλιόζ), στην Κρατική Όπερα του Μονάχου («Ντον Κάρλο»), στο Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ (επίσης πρώτη εμφάνιση ως Βάκχος στην «Αριάδνη στη Νάξο»), καθώς και περιοδείες, κοντσέρτα και ρεσιτάλ σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις.
Ο διάσημος Γερμανός τενόρος έχει συμπράξει με προβεβλημένους μαέστρους της εποχής μας όπως οι : Παππάνο, Τήλεμαν, Μπίτσκοφ, Μπάρενμποϊμ, Γκέργκιεφ, Ντυνταμέλ, Ρατλ, Γκάτι, Λιβάιν, Αρνονκούρ, Ρίλινγκ, Γιάνσονς, Αμπάντο, Γκάρντινερ και άλλοι. Έχει πραγματοποιήσει κοινές εμφανίσεις με παγκοσμίου φήμης συναδέλφους του όπως ο Ρώσος βαρύτονος Ντμίτρι Χβοροστόφσκι, η Ρουμάνα σοπράνο Άντζελα Γκεοργκίου, ο Ουαλός μπασοβαρύτονος Μπρυν Τέρφελ, ο Ουρουγουανός μπασοβαρύτονος Έρβιν Σροτ κ.ά. Το πρώτο σόλο δισκογραφικό του άλμπουμ με τίτλο Romantic Arias, το οποίο κυκλοφόρησε το 2008 και μπήκε αμέσως στους καταλόγους των ευπώλητων διεθνώς, διαδέχθηκαν τρεις ακόμη ηχογραφήσεις και αρκετές οπτικοακουστικές παραγωγές (DVD) που σημείωσαν και αυτές μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Τοπίο βεριστικό αλλά και ρομαντικό…
Το πρόγραμμα του γκαλά θα ανοίξει η Ορχήστρα με την Εισαγωγή από τους «Σικελικούς Εσπερινούς» του Βέρντι (1813-1901). Στη συνέχεια, ο Γιόνας Κάουφμαν θα ερμηνεύσει την άρια Cielo e mar από την «Τζοκόντα» του Πονκιέλλι (1834-1886), την οποία θα διαδεχθεί η ιδιαίτερα δημοφιλής μελωδία του «Χορού των ωρών» από την ίδια όπερα. Ακολουθεί η άρια Giuliettta! Son io!, ένα σπάνιο φωνητικό δείγμα από τον «Ρωμαίο και την Ιουλιέττα» του Ιταλού συνθέτη Ρικκάρντο Τσαντονάι (1883-19144).
Ιταλός είναι και ο Αλφρέντο Καταλάνι (1854-1893) που υπογράφει την όπερα «Λα Βαλλύ» από την οποία η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών θα παρουσιάσει το ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό πρελούδιο της Δ΄ Πράξης. Το πρώτο μέρος της βραδιάς θα συνεχισθεί με την περίφημη άρια La dolcissima effigie του Τσιλέα (1866-1950) από την «Αντριάνα Λεκουβρέρ» και θα ολοκληρωθεί με δύο αποσπάσματα από την «Καβαλλερία Ρουστικάνα» του Πιέτρο Μασκάνι (1863-1945). Το πρώτο απόσπασμα είναι ορχηστρικό (Ιντερμέτζο) και το δεύτερο φωνητικό. Πρόκειται για την άρια Addio a la madre, μια από τις γνωστότερες παρτιτούρες της ιταλικής φωνητικής μουσικής που έχουν γραφτεί για τενόρο.
Στο πρόγραμμα του δεύτερου μέρους τη θέση του παίρνει ο γαλλικός Ρομαντισμός με τον οργιώδη Βακχικό χορό από την όπερα «Σαμψών και Δαλιδά» του Σαιν-Σανς (1835-1921). Η ατμόσφαιρα αλλάζει, αμέσως μετά, με την άρια Ιmprovviso από τον «Αντρέα Σενιέ» του Τζορντάνο (1867-1948) την οποία έχουν σφραγίσει με την ερμηνεία τους μεγάλοι τενόροι του 20ού αιώνα όπως οι Τζίλι, Ντελ Μόνακο, Κορέλλι και Παβαρόττι. Η συνέχεια ανήκει στον Βάγκνερ (1813-1883), στο φημισμένο θριαμβικό Πρελούδιο της Γ΄ Πράξης από τον «Λόενγκριν» και στο ερωτικό τραγούδι του Ζίγκμουντ (Winterstürme wichen dem Wonnmond) από την 3η Σκηνή της Α΄ Πράξης των «Βαλκυριών» που θα αποδώσει ο Γιόνας Κάουφμαν. Λίγο πριν το τέλος, θα ακουστεί το υποβλητικά μελαγχολικό Intermezzo από την όπερα «Μανόν Λεσκώ» που φέρει την υπογραφή του «πατριάρχη» του ιταλικού βερισμού Τζάκομο Πουτσίνι (1858-1924). Η αυλαία αναμένεται να κλείσει με τη δημοφιλέστατη δραματική άρια Vesti la giubba από τους «Παλιάτσους» του Ρουτζέρο Λεονκαβάλλο (1857-1919), ένα έργο που πολλοί θεωρούν ως την όπερα-μανιφέστο του βερισμού.