Η Κρητικοπούλα στη Λυρική Σκηνή
Μετά την μεγάλη επιτυχία του πρώτου κύκλου παραστάσεων της Κρητικοπούλας τον περασμένο Νοέμβρη, η κωμική όπερα του Σπύρου Σαμαρά επιστρέφει στην Εθνική Λυρική Σκηνή για οκτώ νέες παραστάσεις από τις 24 Μαρτίου. Τη σκηνθεσία υπογράφει ο Πέτρος Ζούλιας.
Το έργο εξυμνεί τον έρωτα και μιλά για την επανάσταση στα χρόνια της ενετοκρατίας. Με έρωτες, τραγούδια, χορό η Κρήτη γιορτάζει την επανάσταση της και οι πρωταγωνιστές την ένωση τους. Η ιστορία εκτυλίσσεται στην ενετοκρατούμενη Κρήτη( 1211-1715). Ωστόσο, θεωρείται οτι οι κρητικές επαναστάσεις στα τέλη του 19ουαιώνα, η ίδρυση της Κρητικής Πόλιτείας (1896-1913) και, τελικά, η έννωση της με την υπόλοιπη Ελλάδα μετά τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-13, αποτέλεσαν αφορμή για τη δημιουργία του έργου.
Πυρήνας της ιστορίας η όμορφη Αρετή, η οποία μεταμορφώνεται σε Μανωλιό για τις ανάγκες του αγώνα παίρνοντας εκδίκηση για τον αδελφό της, τον οποίο απαγχόνισαν οι Ενετοί. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να αποσπάσει από τον Ενετό Δούκα της Κρήτης προνόμια για τους συμπατριώτες της. Με φόντο την πολιτική αυτή διάσταση, δημιουργούνται μια σειρά αισθηματικών ιστοριών, που οδηγούν σε κωμικές καταστάσεις. Ο Σαμάρας προκειμένου να σκιαγραφήσει τη σχέση Ελλήνων-Ενετών αντιπαραβάλει δύο διαφορετικά μουσικά ιδιώματα: το «ελληνικό» με το «ευρωπαϊκό». Το ζεύγμα «ελληνικότητα-κοσμοπολιτισμός» κυριαρχεί στις αρχές του αιώνα στο χώρο της λογοτεχνίας, των τεχνών γενικότερα, αλλά και στο χώρο της ιδεολογίας και της πολιτικής. Ο Σαμάρας, ως εκφραστής του κοινωνικού περίγυρου καταφέρνει να παντρέψει αρμονικά και τα δύο αυτά στοιχεία.
Τα πρώτα χορωδιακά, είναι γραμμένα στο ρυθμό του πεντοζάλη, καθορίζοντας το χώρο -κρητική ύπαιθρος-, αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των Κρητικών: λεβεντιά, ηρωισμό, πατριωτισμό, πόθο για ελευθερία και έρωτα. Το «ευρωπαϊκό» ιδίωμα χαρακτηρίζεται από τη χρήση εμβατηριακών και χορευτικών ρυθμών, κυρίως του βαλς και της πόλκας, οι οποίοι αποτελούν το βασικό ρυθμικό στοιχείο της βιεννέζικης οπερέτας.
Ο Σαμάρας έγραψε την Κρητικοπούλα, έναν περίπου χρόνο πριν από το θάνατό του, ενώ το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1916 στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών. Σύμφωνα με τον τύπο της εποχής, η παράσταση σημείωσε εξαιρετική επιτυχία με τον συνθέτη να επευφημείται στο κατάμεστο θέατρο. Μάλιστα, την πρεμιέρα είχε παρακολουθήσει και ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Ο σκηνοθέτης Πέτρος Ζούλιας, ο οποίος έχει σημειώσει μεγάλες επιτυχίες στο θέατρο τα τελευταία χρόνια, κλήθηκε από την Λυρική Σκηνή για να αναδείξει τα κωμικά στοιχεία της ιστορίας και τις ιδιαίτερες αποχρώσεις της κωμικής αυτής όπερας. Όπως ο ίδιος σημειώνει: «Πρόκειται για μια πολύ σημαντική και άγνωστη κωμική όπερα που φιλοδοξούμε ότι μετά το ανέβασμα της θα εντάσσεται συχνά στο ρεπερτόριο της Ε.Λ.Σ. Η παράσταση θα προσπαθήσει να τονίσει το κωμικό στοιχείο της σχεδόν σαιξπηρικής της πλοκής, τη νεανικότητα και τη φρεσκάδα της ιστορίας της, με απόλυτο σεβασμό στην ελληνικότητα της ταυτότητας της. Ναι, η Κρητικοπούλα αυθαιρετεί, γιατί περνά πάνω απ’ την ιστορία της ενετοκρατίας. Δε μπαίνει σ’ αυτήν. Περνά σα συννεφάκι πάνω από τη δύσκολη ιστορική περίοδο και ψάχνει το φως ενός λαμπρού ήλιου. Έχει όπλο της το χιούμορ και σαν την ηρωίδα της, που είναι κορίτσι ντυμένη αγόρι, φοράει στο δράμα της ρούχα κωμικά».
Στην παράσταση της Κυριακής 22 Απριλίου, όλες οι κατηγορίες των εισιτήριων διατίθενται με έκπτωση 15%, στο πλαίσιο της κοινωνικής τιμολογιακής πολιτικής της ΕΛΣ.
Ημέρες παραστάσεων: 24, 30 Μαρτίου, 6,7,20,21,22,29 Απριλίου
Συντελεστές
Μουσική Διεύθυνση Γιώργος Βράνος
Σκηνοθεσία Πέτρος Ζούλιας
Σκηνικά – Κοστούμια Αναστασία Αρσένη
Φωτισμοί Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Κινησιολογία Φώτης Διαμαντόπουλος
Διεύθυνση Χορωδίας Νίκος Βασιλείου / Νατάσα Αγγελοπούλου
Επιμέλεια μουσικού κειμένου Γιάννης Τσελίκας
Η Κρητικοπούλα με μια ματιά
Ο συνθέτης / Ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες της Επτανησιακής σχολής, ο Σπυρίδων-Φιλίσκος Σαμάρας γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 17 ή 29 Νοεμβρίου 1861. Μετά από μουσικές σπουδές στην Αθήνα, βρέθηκε στο Παρίσι όπου μαθήτευσε πλάι στο Λεό Ντελίμπ, συνθέτη της όπερας Λακμέ. Σταδιοδρόμησε κυρίως στην Ιταλία, όπου παρουσιάστηκαν με μεγάλη επιτυχία όπερές του όπως Θαυμαστή ανθώ (Μιλάνο 1886), Λιονέλλα (Μιλάνο 1891, Η μάρτυς (Νάπολη 1894), Η δαμασμένη μαινάδα (Μιλάνο 1895), Ιστορία αγάπης ή Η ξανθούλα (Μιλάνο 1903), Δεσποινίς ντε Μπελ-Ιλ (Γένοβα 1905). Το 1896 συνέθεσε τον Ύμνο των Ολυμπιακών Αγώνων Αρχαίο πνευμ’ αθάνατον που αργότερα ενσωματώθηκε στην όπερά του Ρέα (Φλωρεντία 1908) και το 1911 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου συνέθεσε τρεις οπερέτες: Πόλεμος εν πολέμω (1914), Η πριγκίπισσα της Σασσώνος (1915), Η Kρητικοπούλα (1916). Πέθανε στις 25 Μαρτίου 1917.
Το έργο / Η τρίπρακτη Κρητικοπούλα, σε κείμενο των Νικολάου Λάσκαρη και Πολύβιου Δημητρακόπουλου, χαρακτηρίζεται στο πρόγραμμα της πρώτης παράστασης ως «κωμική όπερα». Ο ίδιος ο Σαμάρας δεν προσδιορίζει τον τύπο του έργου στη χειρόγραφη παρτιτούρα. Παρότι η υπόθεση διαδραματίζεται στη βενετοκρατούμενη Κρήτη (1211-1715), προφανώς αφορμή στάθηκαν οι κρητικές επαναστάσεις στα τέλη του 19ου αιώνα, η ίδρυση της Κρητικής Πολιτείας (1896-1913) και, τελικά, η ένωση της μεγαλονήσου με την υπόλοιπη Ελλάδα μετά τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912/3. Κεντρικό πρόσωπο της υπόθεσης του έργου είναι η κρητικοπούλα Αρετή, που επιτυγχάνει να αποσπάσει από τον Ενετό Δούκα της Κρήτης προνόμια για τους συμπατριώτες της. Με φόντο την «πολιτική» αυτή διάσταση, σε πρώτο επίπεδο πλέκεται ένα γαϊτανάκι από αισθηματικές ιστορίες κάθε είδους, που έχει ως συνέπεια κωμικές καταστάσεις.
Σύνοψη
Α’ Πράξη / Χωριό, κοντά στην πρωτεύουσα της Κρήτης την περίοδο της Ενετοκρατίας. Κόσμος έχει μαζευτεί έξω από την εκκλησία για τη λειτουργία του Μεγάλου Σαββάτου. Το χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης ακολουθεί πατριωτικό τραγούδι για την «ανάσταση» της Κρήτης από τον ενετικό ζυγό. Μια μικρή ομάδα καταστρώνει σχέδιο εξέγερσης κατά των Ενετών. Μεταξύ τους βρίσκεται η Αρετή και ο αγαπητικός της Μιχάλης. Η Αρετή ζητά να συμμετάσχει ενεργά στη δράση της ομάδας° θέλει να πάρει εκδίκηση για τον αδελφό της, τον οποίο απαγχόνισαν οι Ενετοί. Στο συμβούλιο προστίθεται ο Παύλος, κρυφά ερωτευμένος με την Κοντέσα, ανιψιά του Δούκα της Κρήτης. Πριν η ομάδα πάρει αποφάσεις, εμφανίζεται ο Φουρλάνος, γελωτοποιός του παλατιού: Ενημερώνει ότι η Κοντέσα έχει βγει για κυνήγι, ώστε όλοι να προσέχουν μη ρίξουν με τα όπλα τους και φοβηθούν τα πουλιά… Ο Φουρλάνος αποχωρεί, εκφράζοντας υποψίες για τη συνομωσία που ετοιμάζεται. Μεταμφιεσμένη σε άντρα, η Αρετή μαζί με τους υπόλοιπους εξυμνεί τον ηρωισμό των Κρητικών. Στο άκουσμα των κυνηγετικών σαλπιγγών το συμβούλιο αποφασίζει να απαγάγει την Κοντέσα. Ενοχλημένος, ο Παύλος αντιδρά, έχοντας την Αρετή με το μέρος του. Τη διαμάχη σταματά η ξαφνική επανεμφάνιση του Φουρλάνου που καλεί όλους να βοηθήσουν την Κοντέσα, η οποία χτύπησε πέφτοντας από το άλογο. Ο Παύλος και η Αρετή σπεύδουν να βοηθήσουν και επιστρέφουν με την Κοντέσα. Στο πρόσωπο του Παύλου η Κοντέσα αναγνωρίζει το νικητή των τελευταίων ιπποδρομιών, το νεαρό που είχε ερωτευθεί με την πρώτη ματιά, και τον καλεί στο παλάτι μαζί με τον άλλο σωτήρα της, την Αρετή, μεταμφιεσμένη σε άντρα. Η αυλαία πέφτει με τις νουθεσίες των Κρητικών και του Μιχάλη προς την Αρετή, τα πειράγματα του Φουρλάνου και τα γλυκόλογα που ανταλλάζει η Κοντέσα με τον Παύλο.
Β’ Πράξη / Στο παλάτι του Δούκα, ο Φουρλάνος και η Κοντέσα διηγούνται στους αυλικούς και κατόπιν στη Δούκισσα το ατύχημά τους, συστήνοντάς τους τον Παύλο και την Αρετή, που παραμένει πάντοτε μεταμφιεσμένη σε άντρα με το όνομα Μανωλιός. Μόλις η γηραιά Δούκισσα αντικρίζει τον «Μανωλιό», τον ερωτεύεται κεραυνοβόλα και προσπαθεί να τον αποπλανήσει. Στο μεταξύ, δυο φρουροί συλλαμβάνουν τον Μιχάλη και τον παρουσιάζουν στο Δούκα. Στην κατηγορία για κατασκοπία ο Μιχάλης αρνείται να απαντήσει, ενώ βρίσκει την αφορμή να εξυμνήσει τον ηρωισμό των Κρητικών. Με παρότρυνση του Φουρλάνου, ο Δούκας τον στέλνει στη φυλακή. Η Αρετή, που κρυφακούει από μακριά, βρίσκει την ευκαιρία να βρεθεί για λίγο μόνη με τον αγαπημένο της Μιχάλη και να τον εμψυχώσει. Αυτός της εμπιστεύεται ότι σύντομα, πριν αρχίσει επίθεση με όπλα, μια ομάδα Κρητικών θα παρουσιαστεί στο Δούκα ζητώντας προνόμια. Ο Μιχάλης οδηγείται στη φυλακή. Επιστρέφει η Δούκισσα που επιμένει στην αποπλάνηση του «Μανωλιού». Προκειμένου να ανταποκριθεί στα τρυφερά αισθήματα της Δούκισσας, η Αρετή ζητά ως αντάλλαγμα σειρά προνομίων για τους συμπατριώτες της. Εμφανίζεται ο Δούκας, που συλλαμβάνει τη γυναίκα του επ’ αυτοφώρω. Η Αρετή αποκαλύπτεται, καθώς πέφτει ο σκούφος που φορά και λύνονται τα μαλλιά της. Μετά την τρομερή έκπληξη, ο Δούκας διώχνει με οργή τη γυναίκα του και μένει μόνος με την Αρετή. Την ερωτεύεται κεραυνοβόλα και η σκηνή επαναλαμβάνεται: ως αντάλλαγμα για τα «τρυφερά αισθήματα» του Δούκα, η Αρετή ζητά και πάλι προνόμια για τους Κρητικούς. Εμφανίζεται η Δούκισσα, που με τη σειρά της συλλαμβάνει τον άνδρα της επ’ αυτοφώρω να ερωτοτροπεί. Ο καβγάς που ακολουθεί γίνεται αφορμή να συγκεντρωθούν όλοι στον τόπο του συμβάντος. Ένα αριστοτεχνικό σεπτέτο με χορωδία ολοκληρώνει την Πράξη: Η Δούκισσα προσπαθεί να συνετίσει τον άντρα της, ο Δούκας προσπαθεί να αποπλανήσει την Αρετή, η Αρετή προσπαθεί να διαφύγει απ’ όλους όσους την κυνηγούν, ο Φουρλάνος με τον Ντον Πλάτσιντο και τους αυλικούς σχολιάζουν τα τεκταινόμενα, ενώ η Κοντέσα με τον Παύλο, στο δικό τους ονειρικό κόσμο, εξυμνούν την αγάπη.
Γ’ Πράξη / Η Κοντέσα, ο Παύλος και η Αρετή με τους αυλικούς τραγουδούν μια ερωτική σερενάτα με υπόκρουση μαντολίνων. Στη συντροφιά τους προστίθεται ο Φουρλάνος ζητώντας από την Αρετή να τον συνοδεύσει σε έναν πεντοζάλη. Το κέφι διακόπτεται ξαφνικά από την είσοδο του οργισμένου Δούκα. Με πονηριά, η Αρετή καταφέρνει τον Δούκα να αποφυλακίσει τον Μιχάλη, να δώσει την άδειά του για το γάμο της ανιψιάς του με τον Παύλο και να δεχθεί την επιτροπή των Κρητικών. Ο Δούκας υπογράφει τελικά τα προνόμια των Κρητικών. Σε κλίμα ευφορίας ανακοινώνονται οι γάμοι του Μιχάλη με την Αρετή, καθώς και του Παύλου με την Κοντέσα ενώ όλοι μαζί τραγουδούν για τις χαρές που θα φέρει η αρμονική συμβίωση Βενετσιάνων και Κρητικών.