Δημήτρης Κομνηνός: “To sex είναι ένας πόλεμος χωρίς τέλος!”
Ο Δημήτρης Κομνηνός είναι σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής στο Θέατρο Βικτώρια, μαζί με τον συνάδελφό του Γιώργο Παλούμπη. Γεννήθηκε στη Ν. Υόρκη. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα, έχοντας μεγάλη εμπειρία στο χώρο του θεάτρου. Έχει μεταφράσει έργα του Τεννεσσί Ουίλλιαμς και συνεργάστηκε επί χρόνια τον γνωστό σκηνοθέτη Ανδρέα Βουτσινά. Έχει σκηνοθετήσει αρκετά έργα, όπως ”Φαλακρή Τραγουδίστρια” του Ε. Ιονέσκο, ”Σπιρτόκουτο” του Γ. Οικονομίδη και ”Αυτό θα το δούμε” του Τομ Στόπαρτ. Το 2004 ίδρυσε τη θεατρική ομάδα 90°C. Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνή
Αυτήν την περίοδο σκηνοθετεί στο Θέατρο Βικτώρια το θεατρικό έργο Fucking Games του Grae Cleugh για δεύτερη χρονιά, το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Laurence Olivier ου 2003. Το έργο πραγματεύεται την σεξουαλική επιλογή των gay, το σύγχρονο life-style και τα μεγάλα προβλήματα των ανθρώπινων σχέσεων, του σεξ και του έρωτα. Για την συγκεκριμένη παράσταση ο σκηνοθέτης του έργου μας παραχώρησε συνέντευξη, στην οποία αναφέρεται στην ζωή gay, τα ταμπού της κοινωνίας, τις δυσκολίες λόγω κρίσης και το πειραματικό θέατρο που επιχειρεί να αφηγηθεί μια ιστορία όσο πιο απλά γίνεται. Μας μιλάει, παράλληλα, στον “πόλεμο” που έχει δεχθεί από κριτικούς, αλλά και στο σεξ που είναι ένας “πόλεμος” χωρίς τέλος…
–Με ποιο κριτήριο επιλέξατε το έργο Fucking Games;
Το επέλεξα με βάση τη θεμα του, τη δραματουργία του και την κοινωνική πρόταση που στοιχειοθετούσε. Με ιντρίγκαρε η ουσία του, με κέρδισε η σημαντικότητά του. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι απέφερε στον συγγραφέα του τη διάκριση ως του πιο πολλά υποσχόμενου πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα, στα Laurence Olivier Awards του 2003. Παρ’ όλα αυτά τo Fucking Games ήταν και εξακολουθεί να είναι ένα θεατρικό πείραμα αλλά και ένα προσωπικό στοίχημα για μένα καθώς αυτό που είχε να «πει» ήταν και παραμένει θέμα ταμπού τόσο στην Αθηναϊκή κοινωνία που παρ΄ όλα τα σημάδια ανοχής που παρουσιάζει απέναντι στoυς gays,δεν μοιάζει έτοιμη π.χ. να αποδεχτεί το θεσμό του γάμου μεταξύ ομοφυλόφιλων, όσο και για την ίδια την gay κοινότητα που δεν ήταν σίγουρο αν θα ήταν σε θέση να αποδεχτεί ένα τόσο οργισμένο κείμενο. Ειδικά σε μια εποχή όπου κατακτήσεις αλλά και στερεότυπα δεκαετιών γκρεμίζονται μπροστά στα μάτια μας με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Με έκπληξη και χαρά πάντως ανακάλυψα ότι το στρέητ – ας το πούμε – κοινό, αποδέχτηκε την παράσταση και το έργο, επί ίσοις όροις και μάλιστα αναγνώρισε σε αυτό πολλά κομμάτια του εαυτού του. Γεγονός που αποδεικνύει περίτρανα ότι είμαστε όλοι ίσοι μπροστά στους φόβους και τις ανασφάλειες μας.
-Θεωρείτε ότι οι επιλογές έργων με θέμα την επιλογή των γκέι έχουν αυξηθεί ή μειωθεί τα τελευταία χρόνια;
Φυσιολογικά έχει αυξηθεί. Το Fucking Games ήταν πρωτοπόρος υπό την έννοια ότι έθεσε πολλά πρωτογενή ερωτήματα, που δεν είχε θέσει άλλο έργο παρόμοιας θεματικής. Εθεσε ερωτήματα ουσιαστικά, με ευθύτητα, χωρίς περιστροφές, οργισμένα, και ελπίζω σε συνδυασμό με τα άλλα έργα της ανάλογης θεματολογίας, να βοήθησε στην πιο πλουραλιστική αντιμετώπιση ενός γεγονότος που συμβαίνει γύρω μας. Ξέρετε συχνά ακούω την κριτική, ότι δεν είναι έτσι οι gay. Μα φυσικά και δεν είναι. Είναι όμως ένα κομμάτι. Υπαρκτό και αδιαμφησβήτιτο και σ’ αυτό είμαι κατηγορηματικός. Αυτό που παρουσιάζουμε, υπάρχει ακριβώς όπως το παρουσιάζουμε. Όμως αν υπήρχαν περισσότερα έργα που να ασχολούνται με το θέμα, η κριτική αυτή δεν θα υφίστατο, διότι θα είχε την ευκαιρία ο θεατής να δει και τις άλλες όψεις του ίδιου «νομίσματος». Το θέατρο, έχω ξαναπεί, δεν είναι ακτιβισμός. Το θέατρο είναι θέατρο και έχει τους δικούς του κώδικες. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να πέσει στην παγίδα να νουθετήσει, να διδάξει ή να υποδείξει. Ούτε είναι βιτρίνα. Είναι ζωή. Πολύχρωμη και τρισδιάστατη. Πάντως βρίσκω την εμφάνιση έργων με θέμα την ομοφυλοφιλία, φυσιολογική, ουσιαστική και αναγκαία. Επικροτώ και συγχαίρω όλους τους θιάσους που το τόλμησαν. Μακάρι να συνεχιστεί.
– Υπάρχουν αλλαγές τον τελευταίο καιρό ως προς την αντιμετώπιση τέτοιων έργων από το κοινό και τους κριτικούς;
Η κριτική, μετά λύπης μου διαπιστώνω, για μια ακόμα φορά, ότι δεν είναι ούτε έτοιμη, ούτε διατεθιμένη να αποδεχτεί έργα που κινούνται έξω από την αναζήτηση νέας θεατρικής φόρμας. Έξω από το κατεστημένο πειραματικό γίγνεσθαι του γερμανικού κυρίως εξπρεσιονισμού. Οι κριτικοί παρουσιάζουν σημάδια θεατρικής δυσανεξίας προς τα έργα κοινωνικού προσανατολισμού, που έχουν σαν στόχο να αφηγηθούν μια ιστορία, όσο πιο απλά και αποτελεσματικά μπορούν. Είμαι ο τελευταίος που θα πει ότι κερδίσαμε το στοίχημα, ως παράσταση. Όμως ένα περιφερειακό θέατρο, σαν το Βικτώρια, χωρίς «όνομα» στο θίασο, με την υπάρχουσα οικονομική συγκυρία, δεν είναι λίγο πράγμα να συντηρείται από τα εισιτήρια που κόβει. Επομένως, κάτι είπαμε σε κάποιους.
-Γιατί οι κριτικοί;
Το ενδιαφέρον με τους κριτικούς είναι πως τόσο στη Βρετανία, όσο κι εδώ, αντέδρασαν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία. Κατά την ταπεινή μου άποψη αγνόησαν μερικά βασικά πράγματα. Να υποθέσω ότι δεν «αποδέχονται» την κριτική σε μια κοινωνική μειοψηφία; Από προσωπική εμπειρία; Από υπερβάλλουσα συμπάθεια; Αγνοώ. Γνωρίζω όμως ότι αυτό που βασικά αγνόησαν είναι το γεγονός ότι το Fucking Games δεν διηγείται την ιστορία όλης της gay κοινότητας αλλά μιας παρέας τεσσάρων ατόμων. Επίσης εντυπωσιακό ήταν ότι επιχειρηματολόγησαν εναντίον της παράστασης χρησιμοποιώντας τη δικαιολογία ότι η παράσταση «δεν προτείνει» ή ότι ήταν «διεκπεραιωτική»…. μήπως επειδή κινείται εκτός της επικρατούσας πειραματικής εξερεύνησης, όπως προείπα, ή του αμειγώς εμπορικού προσανατολισμού; Απογοητευτικό, αόριστο, άκρως αντιθεατρικό για να μην πω, απλά, βλακώδες επιχείρημα. Για μένα το θέατρο είναι μεταξύ άλλων, «Εδώ» και αναγκαίο, για να ρίχνει γέφυρες ανάμεσα στους ανθρώπους. Το κοινό πάντως με επιβεβαιώνει και το εκτιμώ. Αντλώ δύναμη και κουράγιο, για να συνεχίσω τον αγώνα.
–Και το “Pride” και το “Fucking Games”, που αναφέρονται στη σεξουαλική ζωή των gay παρουσιάζουν από τη μιαμεριά μια υπερσεξουαλική, επικούρεια αντιμετώπιση της ζωής και του έρωτα από τους ομοφυλόφιλους, ενώ από την άλλη προβάλλεται -σε κοντράστ- την “βάθύτερη” ανάγκη για αναζήτηση πιο σταθερών συναισθηματικών και σεξουαλικών δεσμών. Πού οφείλεται αυτή η αντίθεση; Και αν υπάρχει διαφορά σε σχέση με παλιότερα έργα αντίστοιχης θεματολογίας.
Αυτή τη σύγκρουση επιχειρεί να εξερευνήσει ο Cleugh στην δική του ιστορία. Στις σχέσεις, ανεξαρτήτως σεξουαλικού προσανατολισμού, υπάρχει η ίδια επικράτηση του προσωρινού, του «σήμερα σε γνώρισα και αύριο θα αντικατασταθείς από κάποιον άλλον». To sex κατά κάποιο τρόπο είναι ένας πόλεμος χωρίς τέλος. Είναι διεκδίκηση, εξουσία, υποταγή, απελευθέρωση αλλά είναι και ουσιαστική επαφή… Ο Τέννεσσι Ουίλλιαμς έχει πει ότι η ανθρώπινη επικοινωνία είναι μια καθαρά θεωρητική έννοια, εκτός από τις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις που δυο άνθρωποι κάνουν καλό sex. Φυσικά, το τι είναι καλό και τι όχι είναι καθαρά υποκειμενικό, όπως όλα σε αυτή τη ζωή. Επομένως το sex με τη χρηστική του έννοια είναι και εργαλείο εξουσίας και εργαλείο επιβεβαίωσης και… άκρως εθιστικό. Τώρα η ανάγκη για κάτι βαθύτερο, είναι ανάγκη όλων των ανθρώπων, όχι μόνο των gay.
–Δηλαδή;
Ας πάρουμε το παράδειγμα μιας χαρακτηριστικής ατάκας όπου ακούγεται κάποια στιγμή στο Fucking Games: “Υπάρχουν πολλοί που βολεύονται με πολύ λιγότερα από όσα αξίζουν επειδή φοβούνται μην μείνουν μόνοι” Αδυνατώ να πιστέψω ότι αυτή η φράση αφορά ένα γκέι ή ένα στρέιτ ζευγάρι μόνον. Το ίδιο αποτυπώνεται και σε μια άλλη ατάκα στο έργο: «Πολλά ζευγάρια σε μια τόσο μακροχρόνια σχέση, βαριούνται, δεν κάνουν πιο σεξ, φυσιολογικό είναι, αργά ή γρήγορα να αρχίσουν να ψάχνονται». Κάτω από τις όποιες φαινομενικές διαφορές που δημιουργεί κυρίως η άγνοιά μας αλλά και η ανάγκη για περιχαράκωση των ορίων μας, κρύβονται οι ίδιες ανασφάλειες, η ίδια ανάγκη για συντροφικότητα, ακριβώς τα ίδια ψυχικά ελλείμματα.
–Ο σκηνοθέτης του “Velvet Goldmine” Τοντ Χάινς είχε πει ότι ο gay στα έργα εμφανίζεται στα έργα σαν το καλό παιδί, που θα χορέψει και με την Τζούλια Ρόμπερτς στο τέλος, όπως παλιότερα ο Σίντνεϋ Πουατιέ έπαιζε τον καλό και ακίνδυνο μαύρο στις ταινίες του Hollywood. Κι ότι αυτό είναι ένα από τα πρόσωπα του ρατσισμού. Ένα έργο, όπως το Fucking Games υπερασπίζεται, από μια πλευρά, το δικαίωμα του ομοφυλόφιλου να είναι και κακός;
Την αλήθεια είπε ο Χάινς. Αλλά το Fucking Games δεν διαπραγματεύεται την δυνατότητα ή το «δικαίωμα» αν θέλετε να είναι ένας ομοφυλόφιλος κακός αλλά υπαρκτός, ρεαλιστικός, ανθρώπινος, με όλες τις αδυναμίες του φορτωμένες επί σκηνής. Κανονικά, αυτή η συζήτηση δεν θα έπρεπε καν να γίνεται, όπως δεν θα έπρεπε να συζητούσαμε για την θέση των ομοφυλόφιλων στην ελληνική η οποιαδήποτε άλλη κοινωνία…
-Φοβηθήκατε για την επιλογή ενός τέτοιου τολμηρού έργου, μεσούσης της οικονομικής κρίσης;
Σε μια πόλη που δεν φημίζεται για το θεατρόφιλο κοινό της, κυρίως διότι το θέατρο δεν την έχει πείσει, το να ανοίγεις μια θεατρική επιχείρηση περιέχει μια γερή δόση τρέλας ανάμεικτης με βλακεία. Όμως δεν διάλεξα ποτέ κι ούτε επιλέγω τα έργα μου ή τους συνεργάτες μου με βάση το εμπορικό κριτήριο. Λειτουργώ καλλιτεχνικά και σχεδόν πάντα έξω από τα όρια. Ίσως διότι χρηματοδοτώ τα πάντα αποκλειστικά από δικούς μου πόρους. Το θέατρο είναι αγάπη και μεράκι. Όμως, δεν χρειάζομαι να είμαι στα φώτα της δημοσιότητας και δεν μου λείπει το θέατρο, όταν δεν είμαι ενεργοποιημένος ή συντονισμένος με κάτι βαθύ που θέλω να εκφράσω. Δεν μέμφομαι τους συναδέλφους που βιοπορίζονται σε αυτό, όμως προτιμώ να δραστηριοπούμαι εκτός θεάτρου όταν χρειάζομαι χρήματα ή ακόμα και το σπίτι μου, από το να σκηνοθετήσω κάτι που δεν με αφορά. Γι’ αυτό και σκηνοθετώ ανά δυο χρόνια. Το θέατρο είναι ένα τεράστιο και ουσιαστικό κομμάτι του εαυτού μου, δεν είναι όμως η ζωή μου.
-Πόσο “εμπορική” μπορεί να είναι μια τέτοια επιλογή;
Μπορεί πολύ, μπορεί και καθόλου. Όμως στην τέχνη, ξέρετε, δεν νοείται ρίσκο. Είναι κάτι πέρα απ’ αυτό. Επομένως δεν επενδύεις με εμπορικά κριτήρια ή κριτήρια marketing, άσχετα αν αυτό που παρουσιάζεις στο τέλος διαθέτει και τα χαρακτηριστικά ενος προϊόντος που πρέπει να «πουληθεί.. Από την άλλη είναι ουτοπικό να πιστεύει κανείς, ότι θα κερδίσει χρήματα παράγωντας θέατρο.
-Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας;
Παράλληλα με το Fucking Games, στο Φουαγιέ του Θεάτρου μας παρουσιάζουμε ήδη από τις 25 Οκτωβρίου, κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21:15 την παράσταση «…με τη Βούλα» της Σταυρούλας Ζάμπρα, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μποσταντζόγλου όπου πρωταγωνιστεί η Χαρά Τσιώλη. Επίσης από τις 21 Νοεμβρίου, κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:15, θα ανεβάσουμε επίσης στο Φουαγιέ την παράσταση «Αγάπη Είναι…» των Ανατολή Αθανασιάδου και Μαρίνα Πολυμέρη όπου έγραψαν, σκηνοθετούν και παίζουν οι ίδιες. Παράλληλα, στα πλαίσια του Fucking Games, ο εικαστικός Νίκος Γιαβρόπουλος και οι φωτογράφοι Γιώργος Στριφτάρης και Μιχάλης Ηλιού παρουσιάζουν έκθεση αντρικού γυμνού υπό τον τίτλο Strike-A-Pose, με έργα μικρού και μεγάλου μεγέθους σε συνδυασμο με video προβολές – projections.