MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Χ. Στέργιογλου- Κ. Γάκης: «Δυστυχώς, δεν υπάρχει συμφιλίωση ανάμεσα στις γενιές!»

Ο Χρήστος Στέργιογλου και ο Κώστας Γάκης έχουν καταθέσει τα διαπιστευτήρια τους στον χώρο του θεάτρου. Ο καθένας τους βέβαια είναι από διαφορετική γενιά και διαφορετικές εμπειρίες, με τις δικές του αναφορές και ευαισθησίες και τα δικά του χαρακτηριστικά στο παίξιμο του. Δεν παύουν, όμως, να είναι δυο άνθρωποι που έχουν δείξει ότι δεν κάνουν εύκολα συμβιβασμούς στις καλλιτεχνικές τους επιλογές. Και ίσως είναι αυτό- σε συνδυασμό με την φιλία τους- το οποίο τους ενώνει.Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνή

author-image Γιώργος Σμυρνής

Αυτήν την περίοδο οι δυο τους ενώνουν τις δυνάμεις τους, υπό την καθοδήγηση του σκηνοθέτη Αλέξη Ρίγλη, για να μας δώσουν το έργο “Η ζωή στο θέατρο” του γνωστού αμερικανού θεατρικού συγγραφέα Ντέιβιντ Μάμετ. Η παράσταση θα κάνει πρεμιέρα RabbitHole στις 11 Νοεμβρίου. Για να έχω άποψη σχετικά με το έργο για τις ανάγκες της συνέντευξης με τον Χ. Στέργιογλου και τον Κ. Γάκη, παρακολούθησα πρόβα των δύο ηθοποιών. 

Οι δυο τους είναι οι μόνοι πρωταγωνιστές σε ένα έργο που μιλάει για τη ζωή των ηθοποιών, τους ανταγωνισμούς και τις μικρότητες τους, συνδυάζοντας τόσο το τραγικό, όσο και το κωμικό. “Όπως η ζωή”, όπως λέει ο Χρήστος Στέργιογλου…

Μιλήστε μου για το έργο Η ζωή στο θέατρο και για τον συγγραφέα Ντέιβιντ Μάμετ.
Χρήστος Στέργιογλου: Ο Ντέιβιντ Μάμετ είναι αμερικάνος συγγραφέας. Το έργο το έγραψε στα τέλη του 70 και κάνει ένα πολύ ωραίο λογοπαίγνιο A life in the theater και πολύ σωστά μεταφρασμένο από τον Αλέξη Ρίγλη είναι “Η ζωή στο θέατρο”. Με αφορμή δύο ηθοποιούς, έναν μεγάλο σε ηλικία και έναν μικρό- έναν που «τελειώνει» κι έναν που αρχίζει. Συναντιούνται αυτοί οι δύο άνθρωποι και είναι συνέχεια επί σκηνής σε διάλογο. Γίνονται σκηνές έργων διαφόρων. Μπλέκει τις σκηνές με την εξέλιξη του έργου. Η υπόθεση είναι πώς μπορεί να γίνει μια συνάντηση δύο ανθρώπων με διαφορά ηλικίας.

Κώστας Γάκης: δείχνει πού υπάρχουν συναντήσεις. Πού υπάρχουν χάσματα. Λαμβάνει χώρα σε όλους τους χώρους του θεάτρου. Πάνω στην σκηνή, εκεί που κάνουν μακιγιάζ, στην γκαρδαρόμπα, εκεί που μιλάνε… όταν ο ένας είναι στην σκηνή κι ο άλλος κάνει υποβολή… Αλλά εγώ νομίζω ότι είναι μια αφορμή το ότι χρησιμοποιεί το σινάφι του ηθοποιού για να μιλήσει για το χρόνο…

Χ.Σ.: Το βασικό θέμα του είναι ο χρόνος. Ο χρόνος που περνάει. Οι ηλικίες που μεγαλώνουν. Και πώς μπορεί αυτό το πράγμα να συμφιλιωθεί. Γιατί δεν υπάρχει συμφιλίωση ανάμεσα στις γενιές. Υπάρχει χάσμα ανάμεσά τους, δυστυχώς… Κι αυτό κάνει ο Μάμετ. Μας δείχνει όλα τα στραβά, αλλά μας λέει και στο τέλος να ηρεμήσουμε, να αποδεχθούμε αυτό που μας συμβαίνει και να συνυπάρξουμε.
 
Λέτε ότι ο τίτλος είναι λογοπαίγνιο. Μας το εξηγείτε;
Χ.Σ.: Πώς να το μεταφράσεις αυτό; Μια ζωή θέατρο; Μια ζωή στο θέατρο; Η ζωή μέσα στο θέατρο; Η ζωή στο θέατρο είναι ο πιο σωστός τίτλος. Το έψαξε για να το βάλει. Δεν λέει “One life in the theater”. Λέει “A life in the theater”. Οι προηγούμενες μεταφράσεις ήταν «Μια ζωή θέατρο», «Μια ζωή στο θέατρο», αλλά το «η ζωή στο θέατρο» είναι πιο σωστό. Την καταλαβαίνω εγώ πιο καλά. Το έργο είναι όπως η ζωή. Γι’ αυτό το λέω λογοπαίγνιο… Όπως η ζωή!
 
Το χάσμα μεταξύ των δύο ηθοποιών είναι μόνο ηλικιακό ή είναι και θέμα ανταγωνισμού;
Χ.Σ.: Φυσικά. Όλα τα έχει ο μπαξές αυτά!

Κ.Γ.: Υπάρχει και ζήλια και ίντριγκα και μια διάθεση καπελώματος. Και απ’ τον ένα και από τον άλλο. Υπάρχει μια πατερναλιστική σχέση. Ο μεγαλύτερος έχει καταλάβει έναν θώκο. Ο νέος σταδιακά ανεβαίνει και χρησιμοποιεί ως όχημα μια κάποια επιτυχία που έχει, για να ταπεινώσει τον άλλο. Και ίσως ως απωθημένο του το εκφράζει μέσα στο έργο.

Χ.Σ.: Τώρα λίγο μου ήρθε η λέξη «αποδοχή». Δηλαδή είναι πολύ δύσκολο να αποδεχθείς τον άλλο έτσι όπως είναι. Σε όλες τις σχέσεις υπάρχει αυτό. Πόσο μάλλον να αποδεχθείς τα νιάτα, την φρεσκάδα, όταν είσαι μεγάλος και πώς ο νέος μπορεί να αποδεχθεί αυτό που φέρει ένας μεγάλος άνθρωπος. Και γι’ αυτό δεν υπάρχει συνεννόηση.
 
Το έργο δείχνει σκηνές από την καθημερινότητα δύο ηθοποιών. Πόσο κοντά στις δικές σας εμπειρίες είναι αυτές οι καταστάσεις του έργου;
Κ.Γ.: Προσωπικά, επειδή δεν έχω πολύ μεγάλη επαφή- είναι μικρή η θητεία μου στο θέατρο, αλλά και αυτή είναι με νεανικές ομάδες, που κάνουμε δικά μας έργα- δεν το έχω ζήσει πάρα πολύ. Αλλά όσον αφορά κάποιες μικρές καθημερινές συνήθειες στο θέατρο, είναι αυτοαναλυτικό το έργο. Γιατί βλέπεις πώς αντιδράς στην σκηνή ή όταν ετοιμάζεσαι να βγεις και προσπαθείς να αντλήσεις υλικό από αυτό, για να παίξεις.

Χ.Σ.: Εγώ έχω ζήσει συμπεριφορές, ως νέος, από μεγαλύτερους, οι οποίες δεν ήταν καθόλου σωστές. Οι συμπεριφορές ήταν απαξιωτικές! Έλεγαν: «εσύ είσαι νέος, δεν ξέρεις τίποτα. Άκου εμένα που ξέρω!» Όλο αυτό το σιχαμερό πράγμα που συμβαίνει. Αν υπήρχε κάποιος νέος που είχε κάποιο ταλέντο, εκείνοι δεν ήθελαν να το παραδεχθούν. Τώρα, ουαί κι αλλοίμονο μην μας συμβεί κι εμάς! Που δεν ξέρω κι αν υπάρχει. Γιατί αυτά τα πράγματα είναι πολύ υπόγεια. Και σαφέστατα υπάρχει ζήλια μεταξύ των ανθρώπων. Το θέμα είναι πώς αναγνωρίζεις τη ζήλια που έχεις, πώς την καταπολεμάς και πώς αφήνεις τον άλλο να κάνει τη δουλειά του… Το θέμα είναι να δίνεις χώρο. Ενώ όταν παραδέχεσαι τον άλλο και σε παραδέχεται κι ο άλλος, η συνύπαρξη είναι υπέροχη. Αμέσως υπάρχει μια ανακούφιση. Σε αυτό το έργο δεν υπάρχει ανακούφιση, παρά μόνο στην τελευταία σκηνή, όπου υπάρχει συνειδητή αναγνώριση των δύο δυνάμεων.

Στο έργο υπάρχει και χιούμορ και τραγικότητα;
Χ.Σ.: Το χιούμορ και η τραγικότητα υπάρχουν στο έργο απόλυτα! Και προσπαθούμε να μην το κάνουμε δράμα. Για να δούμε τι θα κάνουμε. Πάντως, ανακαλύψαμε πολύ χιούμορ στο έργο κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Το είδες εσύ το χιούμορ;

Ναι, βέβαια…
Χ.Σ.: Πολύ χαίρομαι γι’ αυτό.
 
Πόσο δύσκολο είναι για σας να παίζετε τον ηθοποιό την ώρα που ερμηνεύει ή κάνει πρόβα ένα άλλο έργο;
Κ.Γ.: Γενικά είναι και θέμα αντιμετώπισης και από τον συγγραφέα και από τον σκηνοθέτη. Δηλαδή και ο Μάμετ και ο Αλέξης ο Ρίγλης είναι λίγο υπερτονισμένες ως κλισέ οι σκηνές θέατρο εν θεάτρω στην παράσταση. Οπότε η αντιμετώπιση είναι λίγο πιο γραμμική και τετράγωνη. Υπάρχει μία απόσταση ενός κάποιου εξπρεσιονισμού. Γενικότερα, όμως, η προσπάθεια να παίξεις έναν ηθοποιό που παίζει ένα έργο, μου φάνηκε πάρα πολύ δύσκολο. Φτύσαμε αίμα μέχρι να αρχίσουμε να βρίσκουμε μια επαφή. Και παρ’ όλο που υπήρχε μια πολύ καλή σχέση από πριν, ήταν αδιανόητα δύσκολο να κάνουμε αυτό το έργο, που στην αρχή ήταν τελείως φλατ, πιο ανάγλυφο και μετά να αρχίσουμε να βουτάμε κι εμείς σε πιο προσωπικά ζητήματα της ύπαρξης και της σχέσης μας με την τέχνη.

Χ.Σ.: Αυτή η ερώτηση δεν μπορεί να απαντηθεί εύκολα. Γιατί δεν ξέρεις τι σου συμβαίνει. Παίζεις κάποιον άλλο; Παίζεις τον εαυτό σου; Τι είσαι; Τι είναι ο άλλος; Τι είσαι εσύ; Είναι όλα αυτά τα πράγματα, που φυσικά εσύ τα κάνει. Εγώ σε όλες τις δουλειές- και σε αυτήν- βάζω τον εαυτό μου στις συνθήκες του ήρωα. Και προσπαθώ να αντιδράσω φυσιολογικά, έχοντας δεδομένο ότι αυτή είναι η πορεία. Με έναν σοφό τρόπο ο Μάμετ βάζει τις σκηνές, με τα κατάλληλα λόγια, ώστε να υπάρχει αντιστοιχία ανάμεσα στις σκηνές παράστασης και στις σκηνές με τις σχέσεις των δύο ανθρώπων. Δηλαδή είναι πάρα πολύ ωραίο το έργο. Και πάρα πολύ ωραία το έχει πιάσει ο Αλέξης και ελπίζουμε κι εμείς να παίξουμε καλά.
 
Αυτές οι σκηνές παράστασης είναι όλες κείμενα του Μάμετ ή έχει πάρει κομμάτια από άλλους συγγραφείς;
Χ.Σ.: Υπάρχει ένας Ερρίκος του Σαίξπηρ, αλλά δεν είναι τα λόγια του Ερρίκου, αλλά τα λόγια του χωρού. Υπάρχει ένα κομμάτι που το λέμε Τσέχοφ, αλλά δεν είναι Τσέχοφ. Είναι σαν Τσέχοφ. Έχει κάνει μεγάλη λεπτοδουλειά. Δεν είναι ακριβώς τα λόγια των ορίτζιναλ έργων. Το έχει προσαρμόσει σύμφωνα με την πορεία των δύο.

Κ.Γ.: Αυτό είναι πολύ μαγικό και για τους 3 μας. Γιατί δεν το είχαμε δει αρχικά πόσο ξεκάθαρο ήταν. Και σιγά- σιγά, κάνοντας πρόβες, ερχόμενοι από την φόρα μιας σκηνής καμαρινιού σε μια σκηνή σκηνής έργου, ξαφνικά συνειδητοποιούσαμε ότι αυτά τα στοιχεία υπάρχουν σαν πυροτεχνήματα.

Μιλήστε μου και για την συνεργασία σας με τον σκηνοθέτη Αλέξη Ρίγλη.
Χ.Σ.: Εκτός από την σκηνοθεσία του έργου, ο Αλέξης έκανε και τη μετάφραση. Σκηνοθεσία, παραγωγή. Το θέλει πάρα πολύ. Κι αυτό το θέλω είναι πάρα πολύ δυνατό. Και χαίρομαι… Είναι η δεύτερη δουλειά που κάνω μαζί με τον Αλέξη. Η πρώτη ήταν ο Θαυματοποιός. Φυσικά, μου άρεσε η συνεργασία. Γι’ αυτό και την ξανακάνω. Κι άμα χρειαστεί και τρίτη, θα την ξανακάνω. Υπάρχει η σχέση του σκηνοθέτη και των ηθοποιών. Δεν είναι όλα ρόδινα. Υπάρχει κατάθεση ψυχής. Καμιά φορά δεν συμπίπτουν τα θέλω μας απ’ τους τρεις. Τώρα τελευταία αρχίζουν να συμπίπτουν. Είναι πολύ φυσιολογικό να συμβαίνουν όλα αυτά. Εγώ στο θέατρο λέω ότι οποιεσδήποτε χαρές και οποιεσδήποτε εντάσεις στις πρόβες είναι πρόσκαιρες. Σε ένα λεπτό πρέπει να το ξεχνάς, για να πηγαίνεις παρακάτω. Κι αυτό το έχουμε καταφέρει.

Κ.Γ.: Εγώ, κατ’ αρχάς, πήγα και είδα τον Θαυματοποιό πέρσι με τον Χρήστο και μαγεύτηκα με την λιτότητα και το πόσο ουσιαστικό ήταν το καθετί πάνω στην σκηνή. Ότι ήταν ακριβώς ό,τι χρειαζόταν. Το ξεκίνημα ήταν ένας θαυμασμός από μια άλλη παράσταση, στην οποία δεν συμμετείχα. Και χαίρομαι, που μετά από τη συνεργασία μου μαζί του, η άποψή μου αυτή είναι ακόμα πιο ενισχυμένη, γιατί ξέρει πολύ καλά τι θέλει κι έχει μεγάλη επιμονή. Και η μεταφραστική δουλειά που έχει κάνει στο κείμενο είναι ασύλληπτη. Αν διαβάσεις το αγγλικό θέλει τρομερή δουλειά για να βγει. Και από εκεί και πέρα, επειδή εγώ έρχομαι από ένα θέατρο με ομάδες, το οποίο είναι πιο πλουραλιστικό, πιο βαριετέ, ίσως πιο άτσαλο, με δεκάδες ρόλους που παίζουμε πάνω στην σκηνή και χειρονομούμε ακατάσχετα, εδώ είναι και μια σπουδή από τον Αλέξη στο να είμαι πιο συγκεκριμένος, λιτός για τον συμπαίχτη. Εμείς παίζουμε περισσότερο με έναν ανοιχτό τέταρτο τοίχο στο κοινό, ενώ εδώ είναι κλειστός ο τοίχος ερμητικά και πρέπει να οικοδομήσεις με τον συμπαίχτη σου και με τον χαρακτήρα μια σχέση πάρα πολύ γερή. Και νομίζω ότι ο Αλέξης μου έχει κάνει πάρα πολύ καλό.

Ποια είναι  τα επόμενα σχέδια σας και τα projects στα οποία συμμετέχετε παράλληλα με το “Η ζωή στο θέατρο”.
Κ.Γ.: Εγώ αυτή τη στιγμή κάνω και την Κατσαρίδα στο θέατρο Αθηνών μαζί με τον Δημήτρη το Μακαλιά σε δική μου σκηνοθεσία. Θα κάνω, επίσης, ένα παιδικό στη Θεσσαλονίκη, τον Οδυσσεβάχ της Ξένιας Καλογεροπούλου.

Χ.Σ.: Τον έχω παίξει τον Οδυσσεβάχ στη Λάρισα, στην πρώτη δουλειά που είχε κάνει ο Κώστας Αρζόγλου. Πολύ ωραίο έργο είναι. Ωραίο ταξίδι θα κάνεις!

Κ.Γ.: Και στο Ίδρυμα Κακογιάννη θα κάνω για ένα μήνα (το Μάρτιο) ένα έργο που λέγεται μετρημένες μέρες και είναι του θιάσου και είναι σαν μια σκοτεινή αλληγορία του τι συμβαίνει κοινωνικά.

Χ.Σ.: Εγώ θα κάνω ταινία. Το σενάριο και την σκηνοθεσία θα κάνει η Ελίνα Ψύχου και είναι η πρώτη της δουλειά. Τον Ιανουάριο θα αρχίσουν τα γυρίσματα. Για θέατρο δεν ξέρω τίποτα ακόμα.

Κε Στέργιογλου, είχατε συμμετάσχει φέτος το καλοκαίρι στο φεστιβάλ Αθηνών με το Παρτάλι. Ο σκηνοθέτης της, ο κ. Κρασανάκης, είχε πει ότι οι παραστάσεις που επιχορηγούνται θα πρέπει να πηγαίνουν υποχρεωτικά και να περιοδεύουν στην επαρχία. Συμφωνείτε με αυτό;
Χ.Σ.: Υποχρεωτικά όχι. Αλλά είναι καλό, όταν συμβαίνει. Ας πούμε, το Παρτάλι το πήγαμε στη Νάξο και στην Τήνο και τώρα θα πάμε και στην Καβάλα. Είναι καλό αυτό να γίνεται. Τώρα, το να είναι σαν όρος να γίνεται κάτι, δεν ξέρω αν είναι οπωσδήποτε καλό. Πάντως, όποτε έπαιξα εκτός Αθηνών παραστάσεις της Αθήνας, πήγαν πάρα πολύ καλά.

Info: Η παράσταση “Η Ζωή στο θέατρο” παρουσιάζεται στο RabbitHole (Γερμανικού 20 – Μεταξουργείο / 210-5249903) από τις 11 Νοεμβρίου

Παραστάσεις: Παρασκευή – Σάββατο στις 21.00 & Κυριακή στις 19.00. Είσοδος:  18 € & 14 € (φοιτητικό) / Διάρκεια παράστασης: 90 λεπτά

Περισσότερα από Πρόσωπα