MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

“Περικλής” του Shakespeare στο Εθνικό- Τραγωδία με… happy end

Το έργο του τιτάνα William Shakespeare “Περικλής” ανεβαίνει αυτήν την περίοδο στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά.

author-image Γιώργος Σμυρνής

Δεν πρόκειται για τον γνωστό Περικλή της Αθήνας, αλλά για τον πρίγκιπα της Τύρου, ο οποίος σαν άλλος Οδυσσέας, περνάει πολλές περιπέτειες μέσα στην θάλασσα, διαμορφώνει σχέσεις , ζει μεγάλα δράματα και κινδύνους. Κακοί άνθρωποι προσπαθούν να τον υπονομεύσουν και να εξοντώσουν την οικογένειά του, ενώ τον καταδιώκει και γκαντεμιά. Στο τέλος, όμως, επιβιώνει και γνωρίζει την ευτυχία, ξαναβρίσκοντας την οικογένειά του (σύζυγο και κόρη), που πίστευε ότι είχαν χαθεί.

Τέλος καλό, όλα καλά, λοιπόν; Δεν θα το έλεγα. Το συγκεκριμένο έργο δεν νομίζω ότι είναι από τα καλύτερα του κορυφαίου δραματουργού και σίγουρα δεν είναι από τα αγαπημένα μου. Tο κείμενο του Shakespeare έχει έξυπνα ευρήματα και αναδεικνύει σκληρές πλευρές της ζωής, όπως η φτώχεια, η πείνα, η αρρώστια, η πορνεία, η ζήλια, η εκδικητικότητα. Το καλό συγκρούεται με το κακό. Σπάνια μέσα στον ίδιο άνθρωπο. Συνήθως οι καλοί είναι μόνο καλοί και οι κακοί μόνο κακοί, αν και συχνά προσποιούνται τους καλούς, για να πετύχουν τα σκοτεινά σχέδιά τους.

Ωστόσο, κάποιες σκληρές καταστάσεις, όπως η απαγωγή της 14χρονης κόρης του Περικλή από τους πειρατές, για να την οδηγήσουν στην πορνεία, δεν ολοκληρώνονται, προκειμένου να μην σοκάρουν. Η πριγκίπισσα, με την αγνότητά της, πείθει τους πελάτες του πορνείου να μην την αγγίξουν και να γίνουν τίμιοι και καθαροί άνθρωποι. Αυτός ο ηθικισμός, στο συγκεκριμένο πλαίσιο που τοποθετείται, έχει ένα σουρεάλ στοιχείο, αλλά η σκηνοθεσία του Χουβαρδά δεν το ανέδειξε. Όσο για τον ακραίο μανιχαϊσμό του κειμενου, τον μοραλισμό και τα δακρύβρεχτα happy end, νομίζω ότι πλέον μοιάζουν ξεπερασμένα.

Ως προς την σκηνοθεσία, αυτή θέλησε να καταργήσει το παρασκήνιο. Τα έβγαλε όλα στην σκηνή. Στην παράσταση αυτή δεν υπάρχει back-stage! Όταν οι ηθοποιοί δεν είχαν κάτι να κάνουν, κάθονταν στο βάθος της σκηνής και χάζευαν τους συναδέλφους τους που διαδραμάτιζαν κάποιο ρόλο. Σκηνικά δεν υπήρχαν, ενώ τα ενδύματα δεν παραπέμπουν σε κάποια εποχή, ούτε υποδηλώνουν υψηλή καταγωγή. Κάποια σταγονίδια χιούμορ δείχνουν μια διάθεση να διακωμωδηθεί το έντονα τραγικό και μελοδραματικό στοιχείο του έργου. Όμως, παρά τις μεγάλες ικανότητες των ηθοποιών, οι νωχελικοί ρυθμοί της παράστασης δεν βοηθούν το χιούμορ να ανθίσει.

Άλλα σκηνοθετικά ευρήματα, με μουσικές και νταούλια, δεν μου άρεσαν καθόλου. Δεν μου ταίριαζαν με Shakespeare. Αλλά είναι προσωπικό γούστο αυτό. Δεν επιθυμούν, άλλωστε, όλοι τα ίδια πράγματα στο θέατρο. Προσωπικά, θα ήθελα πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς, πιο σκληρές σκηνές, μεγαλύτερο δυναμισμό από τον κεντρικό χαρακτήρα, τον Χρήστο Λούλη, να υπάρχει σκηνογραφία και παρασκήνια… Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και πάλι το έργο θα μου άρεσε σίγουρα, καθώς δεν είναι από τα αγαπημένα μου σαιξπηρικά κείμενα.

Ο Λούλης ως Περικλής ήταν συναισθηματικός, αλλά του έλειπε η ένταση σε κάποια σημεία. Η Στεφανία Γουλιώτη είνα ηθοποιός πολύ μεγάλης κλάσης. Ωστόσο, ως 14χρονη απαχθείσα κορασίδα, μου θύμιζε περισσότερο μεγάλη Αικατερίνη με το επιβλητικό παίξιμό της, παρά ένα μικρό κοριτσάκι που προσπαθούν να το εκπορνεύσουν κι αυτό ξεγλιστράει με τη ρητορική του δεινότητα. Ίσως θα πρέπει να αναδεικνύει περισσότερο κάποιες λεπτές αποχρώσεις.

Για να είμαι, πάντως, δίκαιος, σε αυτό το σημείο υπάρχουν δύο πράγματα, που θα μπορούσε κάποιος να μου αντιτείνει και να υπερασπισθεί το παίξιμο της Γουλιώτη: το πρώτο είναι ότι γενικά οι γυναικείοι ρόλοι στο Shakespeare είχαν γραφτεί για να παίζονται από αγοράκια (λόγω της εποχής)- επομένως δεν απαιτούσαν ιδιαίτερη θηλυκότητα. Και το δεύτερο είναι ότι μια δεινή ρήτορας, ιδίως όταν ακούγεται σαν ιεροκήρυκας, πρέπει να έχει μία σοφία, ασχέτως ηλικίας. Και η σοφία είναι δείγμα ωριμότητας.

Από τους ηθοποιούς εκείνος που μου άρεσε περισσότερο- αν και έκανε δεύτερους ρόλους στην παράσταση- είναι ο Κώστας Βασαρδάνης, τον οποίο είχα ξεχωρίσει και πέρσι στη “Μητέρα του σκύλου“. Του πάει πάρα πολύ η κωμωδία και σε κάποια σημεία ήταν εξαιρετικός. Κρίμα που δεν είχε μεγαλύτερο κομμάτι στο έργο, για να κάνει το “κομμάτι του”. Καλός ήταν και ο Μηνάς Χατζησάββας, ιδίως στην γκροτέσκο εκδοχή του κωμικού-δολοφόνου (έναν από τους πολλούς ρόλους που έπαιξε). Πάρα πολύ καλή ως κακιά και φθονερή βασίλισσα ήταν η Λυδία Φωτοπούλου, σε μια παράσταση και σε ένα έργο, που μπορεί το “καλό” να επικρατεί, αλλά το “κακό” βλέπεται πιο ευχάριστα. Από την άλλη, στους καλούς ρόλους ήταν ευχάριστοι να τους βλέπεις η Μαρία Σκουλά (πολύ καλή στο ρόλο της ταλαίπωρης συζύγου του Περικλή) και ο Γιώργος Κοτανίδης.

Συνολικά, ένας γενικά πολύ καλός θίασος, με αρκετές αξιόλογες  ερμηνευτικές στιγμές, παρουσίασε ένα μάλλον μέτριο αποτέλεσμα. Το έργο δεν με άγγιξε και δεν το θεωρώ από τις μεγάλες στιγμές του Shakespeare. Αλλά και οι μινιμαλιστικές σκηνοθετικές επιλογές και οι αργοί ρυθμοί δε νομίζω ότι το βοήθησαν.

Γιώργος Σμυρνής

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις