Οι ελληνικές πρωτιές!
“Οι Έλληνες καλλιτέχνες, πρώτοι, πάντα πρώτοι”, διατυμπάνιζε πριν από αρκετά χρόνια σε μια διαφήμιση έκθεσης πινάκων του Ελ Γκρέκο η γνωστή και από την καριέρα της στο εξωτερικό ηθοποιός Ειρήνη Παπά. Προφανώς αυτή η φράση άγγιζε μια ευαίσθητη χορδή των Ελλήνων, αλλά υπήρχαν και κάποιοι που ενοχλήθηκαν από το περιεχόμενο της. Κατ’ αρχάς, γιατί το “πάντα πρώτοι” δεν ισχύει σε καμία περίπτωση. Και δεύτερον διότι μετατρέπει την τέχνη και τον πολιτισμό σε πρωτάθλημα.
Από τότε λίγα έχουν αλλάξει. Η “ελληνική πρωτιά” παραμένει μείζον θέμα για τα Media, από όποιον χώρο κι αν προέρχεται. Ακόμα κυνηγάμε πρωτιές -ή μάλλον τις ψάχνουμε σαν άλλοι Σέρλοκ Χολμς. Κι αυτό γιατί οι ελληνικές πρωτιές, σε όλους τους τομείς, “μας” δίνονται συνήθως σε χώρους που δεν ενδιαφέρουν και τόσο την κοινή γνώμη, παρά μόνο όταν υπάρξει κάποια διεθνής βράβευση. Αλλά και γενικά, οι πρωτιές μας δεν είναι τόσες πολλές, ώστε να δικαιολογούν την τόση εμμονή με αυτό το ζήτημα.
Σε αυτό βέβαια πολλοί μπορούν να διαφωνήσουν και να πουν πως σε σχέση με τον πληθυσμό μας έχουμε πάρα πολλές πρωτιές. Άλλοι μπορεί να πουν ότι θα ήμασταν παντού πρώτοι αν δεν ήταν η τουρκοκρατία που μας άφησε 400 χρόνια πίσω από τον πολιτισμένο κόσμο. Πολλά μπορεί να πει κανείς γι’ αυτό το θέμα, μεροληπτικός ή αμερόληπτος.
Ωστόσο, το πιο σημαντικό σε αυτό το θέμα είναι το “γιατί”. Γιατί μας απασχολεί τόσο αν είμαστε πρώτοι ή δεύτεροι σε διεθνείς διαγωνισμούς ή εκδηλώσεις; Μας απασχολεί πολύ λιγότερο το αν κάποιος βγήκε πρώτος ή δεύτερος σε έναν ελληνικό διαγωνισμό. Ενώ το βραβευθεί κάποιος σε διεθνές επίπεδο, μας κάνει “εθνικά περήφανους”.
Αυτό το “εθνικά περήφανος” είναι μια έννοια προβληματική, αλλά δεν θα κάτσω να το αναλύσω εδώ. Θα μείνω κυρίως στην περιφρόνηση που δείχνουμε για τους ντόπιους διαγωνισμούς. Φοβάμαι ότι δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη ως κοινωνία (ίσως δικαιολογημένα) ο ένας για τον άλλο και μέσα σε αυτό το πλαίσιο, θεωρούμε όλους τους ελληνικούς διαγωνισμούς στημένους (τα κυκλώματα) ή προϊόντα επιλογών από άσχετους. Αντίθετα, ένας διαγωνισμός στο εξωτερικό έχει μεγαλύτερο κύρος. Είναι πιο αμερόληπτος και κυρίως αυτοί που συμμετέχουν είναι γνώστες του αντικειμένου. Διότι πιστεύουμε ότι έξω όλα γίνονται σωστά, ενώ μέσα όλα γίνονται λάθος.
Κι από την άλλη, θέλουμε να είμαστε παντού πρώτοι! Ναι, αλλά αν στην χώρα μας τα κάνουμε όλα λάθος, πώς μπορούμε να διεκδικούμε πρωτιές σε διεθνές επίπεδο; Αυτή είναι μια κορυφαία αντίφαση της ελληνικής νοοτροπίας, που δύσκολα κανείς μπορεί να υπερβεί.
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα της ελληνικής νοοτροπίας είναι το γεγονός ότι κάποιοι, ιδίως στο χώρο της τέχνης, αλλά και αλλού, πρέπει να πάρουν από κάποια Γαλλία ή Αμερική το “χρίσμα” της καλλιτεχνικής ποιότητας, για να αναγνωριστούν και στην Ελλάδα. Υπάρχουν παραδείγματα καλλιτεχνών, τους οποίους στην χώρα μας τους έφαγε η μαρμάγκα και μόλις νίκησαν σε κάποιον διεθνή διαγωνισμό ή έγιναν διάσημοι στο εξωτερικό, ξαφνικά τους αγαπήσαμε- ακόμα κι αν δεν έχουμε διαβάσει κανένα έργο τους ή δεν έχουμε καμία ταινία ή παράστασή τους!
Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε εμπιστοσύνη στα δικά κριτήρια μας… και περιμένουμε από τους απ’ έξω να μας πουν ποιοί από τους δικούς μας είναι καλοί και ποιοί όχι. Επομένως, πρώτα πρέπει να βρούμε τα δικά μας αξιόπιστα κριτήρια, για να αξιολογούμαστε ως κοινωνία και ως χώρα και μετά οι πρωτιές θα έρχονται.
Γιώργος Σμυρνής