“Γυάλινος κόσμος” του Τένεσι Ουίλιαμς: Εύθραυστες… πραγματικότητες
Το ψυγείο είναι μία από τις πιο παραγνωρισμένες μεγάλες εφευρέσεις του 20ου αιώνα κι έχει ταυτισθεί με την διατροφή και την επιβίωσή μας. Αυτό το “ταπεινό” αλλά κορυφαίο δημιούργημα της τεχνολογίας υπηρετεί και συμβολικούς σκοπούς στο θέατρο.
Η Κατερίνα Ευαγγελάτου, που σκηνοθετεί την παράσταση “Γυάλινος Κόσμος” του Τένεσι Ουίλιαμς το τοποθέτησε στην σκηνή του θεάτρου Χορν, θέλοντας να δημιουργήσει συνειρμούς και συνδηλώσεις. Μέσα εκεί είναι κλεισμένος ο κόσμος της μίας ηρωίδας, της μικρής Λώρα, με τα έντονα ψυχολογικά προβλήματα και την αναπηρία της.
Κεντρικοί χαρακτήρες της παράστασης είναι μία μάνα, η Αμάντα (Ναταλία Τσαλίκη), ο γιος Τομ (Αντίνοος Αλμπάνης) και η κόρη, Λώρα (Αμαλία Νίνου). Η ζωή τους είναι σκληρή. Ο πατέρας τους έχει εγκαταλείψει και η επιβίωση είναι δύσκολη. Κι οι τρεις έχουν ζητήματα με την σκληρή πραγματικότητα της κοινωνίας, στην οποία ζουν. Προσπαθούν να ξεγλιστρούν από αυτήν με όποιον τρόπο μπορούν. Τα όνειρα τους, όμως, καταστρέφονται από τον χρόνο. Ίσως γι’ αυτό, η Λώρα, τα κλείνει μέσα στο ψυγείο, ελπίζοντας ότι έτσι θα συντηρηθούν από την διαβρωτική ισχύ του χρόνου. Όμως και το ψυγείο δεν μπορεί να συντηρεί κάτι για πάντα. Έχει κι αυτό τα όρια του.
Η μητέρα προσπαθεί να διατηρήσει την επαφή της οικογένειας με την κοινωνική πραγματικότητα, ενώ τα παιδιά αντιδρούν σε αυτό. Η κόρη φοβάται τα πάντα και χάνεται στον εαυτό της. Ο γιος, στον οποίο έχει επιφορτισθεί το καθήκον της επιβίωσης για την οικογένεια, αισθάνεται ότι η ζωή αυτή δεν είναι γι’ αυτόν και τρέχει συνέχεια στο σινεμά. (Η τέχνη ως διαφυγή). Αυτό δεν σημαίνει ότι η μητέρα είναι λιγότερο φαντασιόπληκτη από τα παιδιά της. Ωστόσο, αυτό που την βγάζει εκτός πραγματικότητας είναι η φυγή της στο παρελθόν.
Τα παιδιά, όμως, αδυνατούν να προσαρμοστούν στο μέλλον που η μάνα τους ετοιμάζει, είτε επειδή δεν το θέλουν (όπως ο γιος), είτε επειδή δεν μπορούν (όπως η κόρη). Αυτή, θεωρώ, ότι είναι μια κομβική αντίθεση, κατά τη γνώμη μου, στο έργο, που δημιουργεί ρήξεις και δράματα.
Ανάμεσα στα άλλα, η μητέρα θέλει να “αποκαταστήσει” την κόρη της. Η αποτυχία της είναι παταγώδης. Το εξωφρενικά εξωπραγματικό του εγχειρήματος της μάνας υπογραμμίζεται με εμφατικό τρόπο από το αποτυχημένο προξενιό στο φινάλε του έργου. Η ηθελημένη ανικανότητα της μητέρας να δει την πραγματικότητα, οδηγεί τελικά σε μια φάρσα της ίδιας της ζωής. Η διαστρέβλωση των δεδομένων, από την πλευρά της, είναι εκπληκτική. Όσο για τον γιο της, συμμετέχει στη φάρσα αυτή, μάλλον από αδιαφορία. (Έχει τις προσωπικές του αυταπάτες, οι οποίες τον απορροφούν.) Η δε κόρη, είναι το τραγικότερο πλάσμα, θύμα της ιστορίας αυτής, ως ο πιο αδύναμος κρίκος, λόγω του εύθραυστου ψυχισμού της.
Μνήμες και τραύματα
Το έργο προσεγγίζεται ως μια ανάμνηση του Τένεσι Ουίλιαμς. Ο “Γυάλινος Κόσμος” θεωρείται το πιο αυτοβιογραφικό έργο του. Στην ουσία, περιγράφει την ίδια του την οικογένεια. Ο Τομ του έργου είναι ο ίδιος ο συγγραφέας (το πραγματικό μικρό όνομα του Ουίλιαμς ήταν Τόμας). Η Αμάντα είναι η μητέρα του, μια αριστοκρατική, αλλά υπερπροστατευτική γυναίκα. Κυρίως, όμως, έχει επηρεαστεί από την αδερφή του, Ρόουζ. Η Ρόουζ είναι η έμπνευση για το χαρακτήρα της Λώρα, καθώς έπασχε από σχιζοφρένεια κι είχε υποβληθεί σε λοβοτομή, που την άφησε σχεδόν ανάπηρη.
Το τραγικό βίωμα του συγγραφέα γίνεται η πηγή της έμπνευσής του. Ωστόσο, η λογοτεχνία λειτουργεί ποιητική αδεία. Το ίδιο, όμως, κάνει και η μνήμη.
Η λειτουργία της μνήμης τίθεται στο επίκεντρο της παράστασης. Το έργο είναι μια ανάμνηση του Τομ (κεντρικού χαρακτήρα και ήρωα). Η οικογένεια του είναι ήδη μια ανάμνηση. Έχει διαλυθεί, όταν αυτός αρχίζει να αφηγείται (και να αναμετράται με την μνήμη και τα τραύματά της). Κι αυτά που θυμάται, είναι οι τάσεις διάλυσης της οικογένειας αυτής. Την μνήμη έχει στο επίκεντρο και η μητέρα, που ήταν πάλαι ποτέ μια καλλονή του Νότου, ενώ πλέον είναι περιφρονημένη από τον κοινωνικό της περίγυρο (αν και προσπαθεί να δείχνει πως δεν το καταλαβαίνει). Περασμένα μεγαλεία, διηγώντας τα να κλαις.
Ακόμα, η συγκολλητική λειτουργία της μνήμης (που διατηρεί κοινωνικούς θεσμούς, συμπεριφορές και τρόπους ζωής) έρχεται σε διαλεκτική- θα έλεγα- αντίθεση με την διαλυτική της λειτουργία (την αποσπασματικότητα, την συναισθηματική και την ποιητική της διάσταση, την τάση της να διαστρεβλώνει και να παραμορφώνει τα γεγονότα).
Στην παράσταση χρησιμοποιούνται βιντεοπροβολές σε άμεση σχέση με τη δράση και τους χαρακτήρες, αλλά και σε σχέση με την ονειρική –’αναμνησιακή’ διάσταση του ανεβάσματος. Ρόλος της μνήμης είναι να συντηρεί τα γεγονότα, όπως η ψύξη συντηρεί τα τρόφιμα. Να μία άλλη συμβολική χρήση του ψυγείου!
Η δραματουργική επεξεργασία έχει κόψει αρκετά κομμάτια από το πρωτότυπο κείμενο του έργου, προκειμένου να μην εστιάζει στην συγκεκριμένη πραγματικότητα του Νότου της εποχής του Ουίλιαμς. Χρησιμοποιεί και μικρά αποσπάσματα από παλαιότερα σχεδιάσματα του συγγραφέα για το έργο, καθώς και από το διήγημα “Πορτρέτο κοριτσιού σε γυαλί”. Τη συρραφή μόνο ο πολύ βαθύς γνώστης του έργου του Ουίλιαμς μπορεί να την αντιληφθεί. Η δουλειά της “συγκόλλησης” έγινε με μαστοριά, ώστε να μην διαταράσσεται η συνοχή της δημιουργίας. Σε αυτό βοηθάει καθοριστικά και το ότι όλα τα κείμενα προέρχονται από τον ίδιο συγγραφέα και μιλάνε για το ίδιο θέμα.
Ως προς τις ερμηνείες, δεν ξεχώρισα κάποιον συγκεκριμένα, γιατί όλοι ήταν καλοί και ανταποκρίθηκαν με επάρκεια στις απαιτήσεις των ρόλων τους και του έργου. Παράλληλα, το σκηνικό ήταν έξυπνα στημένο, ιδίως οι κεκλιμένοι τοίχοι, αλλά και το ψυγείο με τις πολλές συνδηλώσεις. Η σκηνή αποκτά μεγαλύτερο πλούτο και βάθος χάρη στις ωραίες video- προβολές, που εκτός του ότι διευκρινίζουν καλύτερα χαρακτήρες και ατμόσφαιρες, δίνουν έναν πιο σύγχρονο χαρακτήρα στο ανέβασμα.
Αν και δεν είμαι μεγάλος φαν του Τένεσι Ουίλιαμς, η παράσταση αυτή μου άρεσε. Ίσως γιατί είναι το πιο βιωματικό από τα έργα του. Σε κάθε περίπτωση οι επιλογές της σκηνοθεσίας δικαιώνονται. Πρόκεται για μια σύγχρονη και δουλεμένη προσέγγιση, που αναζωογονεί ένα “κλασικό” κείμενο του 20ου αιώνα.
Γιώργος Σμυρνής