MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΔΕΥΤΕΡΑ
25
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Αμαντέους = εκείνος που τον αγαπούσε ο θεός

Με τον κινηματογραφικό ‘Ανώνυμο’ να παίζει ακόμα στην οθόνη του μυαλού μου, πήγα στο θέατρο να δω ‘Εκείνον που αγαπούσε ο θεός’. Το συμπέρασμα είναι ένα: όσο οι γενιές θα μεγαλώνουν διαβάζοντας Σαίξπηρ και ακούγοντας Μότσαρτ, θα σκαρώνουν και σενάρια για τις ζωές τους.

Monopoli Team

Πρέπει να το πω. Δε ξέρω αν βοήθησαν οι βελουτέ μπορντό ταπετσαρίες και οι χρυσές φθαρμένες λεπτομέρειες της αίθουσας που ταιριάζουν γάντι με το έργο και η σπαρακτική κατάθεση ψυχής του Δημήτρη Λιγνάδη αλλά προσωπικά η εκδοχή του θεάτρου Βρετάνια με έπεισε.

Ο σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής Δημήτρης Λιγνάδης, μπέρδεψε τις ιστορίες μεταξύ τους και ξετύλιξε αριστοτεχνικά το κουβάρι επί σκηνής. Ο Πούσκιν ήταν ο πρώτος που προέβαλε την εκδοχή της κυριολεκτικά θανάσιμης αντιπαράθεση ανάμεσα στην εκρηκτική προσωπικότητα του Μότσαρτ με τη μεθοδική του Σαλιέρι στην πασίγνωστη νουβέλα του «Μότσαρτ και Σαλιέρι». Ακολούθησε το πολυβραβευμένο θεατρικό έργο του Πίτερ Σάφερ «Αμαντέους» που γράφτηκε το 1979, θριάμβευσε στις μεγαλύτερες σκηνές του Λονδίνου (Βραβείο της Ένωσης Κριτικών) και του Μπρόντγουεϊ (Βραβείο Τοny) και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο με μεγάλη επιτυχία από τον Mίλος Φόρμαν (το 1984), λαμβάνοντας οκτώ βραβεία Όσκαρ. Ο Λιγνάδης όμως δεν έφερε στη σκηνή το έργο του Σάφερ ακατέργαστο αλλά έστησε μια διασκευή της διασκευής.

Βρισκόμαστε στο 17ο αιώνα, στο μεταίχμιο ανάμεσα στο διαφωτισμό και τον ρομαντισμό. Από τη μια έχουμε τον εργατικό πλην σεμνό συνθέτη Αντόνιο Σαλιέρι κι από την άλλη, το Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ, ένα «άσεμνο παιδί» με πηγαίο ταλέντο. Ο Σαλιέρι ζηλεύει και υφαίνει μια σκοτεινή συνομωσία με σκοπό να εξοντώσει το Μότσαρτ, όχι όμως γιατί έχει μεγαλύτερη επιτυχία από εκείνον, αφού ο Σαλιέρι ήταν ο επιτυχημένος της εποχής, αλλά γιατί μπορούσε να αντιληφθεί το μεγαλείο του έργου του. Βλέπουμε λοιπόν έναν καλλιτέχνη να εγκλωβίζεται στη δυστυχία που προκαλεί το γεγονός ότι μπορεί να καταλάβει πως όσο κι αν σύγχρονοί του μιλούν γι’ αυτόν, η ανθρωπότητα θα τον ξεχάσει αμέσως τη δική του μουσική ενώ γενεές επί γενεών θ’ ακούν τα έργα του μισητού του αντίπαλου.
Όλο το έργο δεν είναι παρά ο σπαραγμός ενός ανθρώπου που αδυνατεί να καταλάβει πως γίνεται ο θεός στον οποίο τόσο πιστεύει να επιλέγει να μιλήσει μέσα από το έργο ενός «πράματος» και αποκτά έτσι διαστάσεις μελέτης του φθόνου και της φύσης της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Η ερμηνεία του Λιγνάδη είναι έξοχη και μας καθήλωσε, αλλά και ο Παπακαλιάτης, παρότι σε μερικά σημεία μετέφερε στη σκηνή το τηλεοπτικό του παίξιμο που όλοι πολύ καλά γνωρίζουμε, δεν παύει να είναι πάντα εξαιρετικός στις κωμικές σκηνές και –φυσικά- να του πηγαίνει ο ρόλος του λογικότρελλου καλλιτέχνη. Το υπόλοιπο καστ γέμισε ωραία την παράσταση, μας μετέφερε στη Βιέννη της εποχής και δε μας άφησε λεπτό να βαρεθούμε, με φόντο το μαγικό κόσμο της μουσικής και υπόκρουση τα έργα του Μότσαρτ: «Μαγεμένος Αυλός», «Οι Γάμοι του Φίγκαρο» και «Η Απαγωγή από το Σεράι».

Αυτό όμως που κατά τη γνώμη μου κάνει την παράσταση μαγική είναι το εκπληκτικό της τέλος-κατακλείδα μιας μαρτυρίας ενός φιλόδοξου ανθρώπου που το μίσος και η δύναμη της μουσικής τον οδήγησαν στα άκρα αλλά καταφέρνει να γίνει από αξιομίσητος, αξιαγάπητος. Μόλις μερικά λεπτά πριν πέσει η αυλαία, ο Λιγνάδης-Σαλιέρι, που ξανασυστήνεται στο κοινό ως «Άγιος Σαλιέρι, ο προστάτης των μετρίων», συμφιλιώνεται με την ιδέα ότι θα μείνει στην ιστορία επειδή ζούσε την εποχή που ο Μότσαρτ έβαζε νότες στη σειρά. Και αυτό θέλει δύναμη ψυχής.

ΥΓ. Όσοι δεν το είδατε δεν έχετε παρά μόνο λίγες παραστάσεις διορία. Σπεύσατε!

Eιρήνη Ντέλλα

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις