Ευγενείς αγωνίες στο Από Μηχανής Θέατρο
Από τις 7 Ιανουαρίου 2012 η Εταιρεία Θεάτρου Συν-Επί (+,Χ) παρουσιάζει στο Από Μηχανής Θέατρο τον μονόλογο «Ευγενείς Αγωνίες» του Σωτήρη Σαμπάνη που έχει βραβευθεί με το Α΄ κρατικό βραβείο θεατρικού έργου από το υπουργείο πολιτισμού το 2009. Μέσα από τις ταραγμένες περιόδους της μεταπολεμικής Ελλάδας, η ηρωίδα διανύει τρεις φάσεις της ζωής της με μια σπαρακτική, αφοπλιστικά αληθινή φωνή. Σε πρώτη παρουσίαση στην Ελλάδα.
Η Ισμήνη μικρή. Λατρεύει να ξηλώνει κλωστή-κλωστή ξεφτισμένα μαντηλάκια, να βλέπει τους καπνούς από τα τσιγάρα που κάνουν ωραία σχήματα στο φως της μηχανής στον κινηματογράφο, να μετράει μέχρι το εβδομήντα πέντε για να ξαναγεμίσει το καζανάκι, να ανοίγει το ραδιόφωνο για να ακούσει τραγούδια και θέατρο.
Η Ισμήνη ενήλικη. Μένει με τα αδέλφια της στην Αθήνα. Δουλεύει σε μια βιοτεχνία παιχνιδιών. Ερωτεύεται, χωρίζει, μένει δώδεκα μέρες νηστική, με τσιγάρα, νερό και αναμνήσεις μόνο.
Η Ισμήνη μεγαλύτερη και παντρεμένη. Ο άντρας της λέει ότι θα χωρίσουν την ώρα που πρέπει και όλες οι καμπάνες του κόσμου χτυπούν χαρμόσυνα μέσα της. Και χωρίζει. Και πιστεύει πως από φόβο σμίγουν οι άνθρωποι, από φόβο φτιάχνουν οικογένεια… από φόβο χτίζουν σπίτια… Το φόβο τους στεγάζουν εκεί μέσα…
Η Εταιρεία Θεάτρου Συν-Επί (+,Χ) από την πρώτη χρονιά που σχηματίζει ρεπερτόριο στο θέατρο Από Μηχανής Θέατρο έθεσε έναν άξονα σκηνικής μελέτης του εξαιρετικά απαιτητικού αλλά και ενδιαφέροντος είδους του θεάτρου, του μονολόγου, που διατρέχει και τις τρεις προηγούμενες θεατρικές σεζόν αλλά και αυτή που διανύουμε. Έξι γυναίκες διαφορετικής ηλικίας έκαναν τον τελευταίο απολογισμό της προσωπικής τους, συναρπαστικής περιπέτειας και σάλπαραν –με τον έναν ή τον άλλον τρόπο– για έναν «άλλο» κόσμο. (Κωλοδουλειά του Γιάννη Μαυριτσάκη, σε σκηνοθεσία Άγγελου Μέντη με την Αγγελική Στελλάτου, Jackie της Ελφρίντε Γέλινεκ σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου με τη Σοφία Σεϊρλή, Η γυναίκα της Πάτρας του Γ.Χρονά σε σκηνοθεσία Λένας Κιτσοπούλου με την Ελένη Κοκκίδου, Είσαι η μητέρα μου του Γιόοπ Άντμιρααλ, σε σκηνοθεσία Ασπασίας Κράλλη με τον Χρήστο Βαλαβανίδη, Wunschkonzert του Φραντς Ξαβιέρ Κρετζ, σε σκηνοθεσία Ζωής Χατζηαντωνίου, Την Τρίτη στο Σουπερμάρκετ του Εμμανουέλ Νταρλέ σε σκηνοθεσία Κατερίνας Μπερδέκα με τον Φαίδωνα Καστρή.)
Σημείωμα συγγραφέα
Μια ματιά στη «δική μου» Ισμήνη
Δεν είναι όμορφη μήτε επιθυμητή. Έχει φροντίσει η ίδια γι’ αυτό. Από το γάμο της κι ύστερα βιώνει τη ματαιότητα των πάντων μέσα από ηθικούς κανόνες που συμφώνησε με τον εαυτό της. Ένα μυστικό την κρατά ζωντανή. Και κάποια πρόσωπα… αρκεί να μην τα χάσει. Να μην πάψει να τους μιλάει τις νύχτες. Να μην πάψει να τα λαχταράει. Αρκεί να υπομένει και να προσποιείται. Θα χρειαστεί να θανατώσει το σώμα της για να σώσει την ψυχή της. Κάθε νύχτα συλλέγει μια σταγόνα απόλαυσης, μια σταγόνα «ευγενούς αγωνίας» αρκετή για να την εμποδίσει να πεθάνει. Ώσπου να γυρίσει η μέρα, και -ποιος ξέρει-, ίσως καταφέρει να υπερασπιστεί τη ζωή της μέχρι την επόμενη φορά. Μέχρι αύριο. Ολονυχτίς, για κείνο το αύριο παλεύει. Για την απόλαυση που σαν πεινασμένο σκυλί την περιμένει. Κι ας πέσει ακόμα πιο χαμηλά, ας συρθεί, ας φτάσει στα έγκατα της ψυχής της. Αρκεί να υπάρχουν αγωνίες ευγενείς… αναλλοίωτες. Όπως τα ευγενή μέταλλα. Αγωνίες ζωής… συναισθήματα αγάπης, φόβου, μίσους, απελπισίας και απόλαυσης. Η απόλαυση γίνεται ο μυστικός της κόσμος. Το κίνητρο για να ζήσει. Η άμυνά της απέναντι στη βία, στην καταπίεση. Το κλειδί για ν’ ανοίξει μια μέρα την πόρτα που βγάζει στην ελευθερία.
Το τι βλέπουν οι γύρω της είναι ό, τι εκείνη έχει ορίσει να βλέπουν. Περιφρονεί τις κατασκευασμένες αξίες. Η πολυτιμότερη αξία βρίσκεται φυλαγμένη στο το πιο κρυφό κομμάτι του εαυτού της.
Η ζωή της ανατρέπεται την ώρα που είναι έτοιμη να ζήσει στο φως, ελεύθερη, καθαρή, εξαγνισμένη. Χωρίς εγωισμό. Αυτό το συναίσθημα είναι αγέννητο για την Ισμήνη. Οι αγωνίες της θα γίνουν, συμβολικά, το «άρωμα» που δεν είχε ποτέ της. Μια τόσο κοσμική συνήθεια θα μετατραπεί σε παγίδα που θα υπονομεύσει τη ζωή της. Τότε θα χρειαστεί να αναμετρηθεί με τον εαυτό της. Και θα το κάνει, κυριευμένη από αρχετυπική αθωότητα. Από την αφέλεια ενός ζημιάρικου παιδιού και την πραότητα μιας βαθιά ελεύθερης γυναίκας.
Θα μπορούσε να τη συναντήσει κανείς, όμορφη παιδούλα, στην ελληνική επαρχία της ψυχροπολεμικής περιόδου, όπου οι ανάγκες για επιβίωση είχαν τσακίσει τα πιο ωραία αισθήματα ανυποψίαστων ανθρώπων, εξυφαίνοντας μια ύπουλη βία. Σ’ ένα παρόμοιο οικογενειακό περιβάλλον, η Ισμήνη -δίχως ίχνος εγωισμού και τότε-, βυθισμένη στη σιωπή της, ξηλώνει τα ξέφτια από το κουρελάκι της, ακούει με μανία τις εκπομπές του ραδιοφώνου, δεν λείπει ούτε μια Κυριακή από τον κινηματογράφο και προπαντός δεν βλέπει την ώρα να τελειώσει η σχολική χρονιά για να πάει διακοπές σε νοσοκομείο της Αθήνας. Πού και πού ανοίγει ένα τετράδιο και γράφει. Τι να γράφει άραγε; Μεγάλες αλήθειες ενός μικρού κοριτσιού; Μάλλον, αντιστεκόταν από τότε, χτίζοντας τον δικό της μαγευτικό κόσμο απόλαυσης.
Σωτήρης Σαμπάνης
Για το έργο
Όχι τυχαία, συνειδητά είτε όχι από το συγγραφέα, η επιλογή του ονόματος της ηρωίδας του έργου. Καταδικασμένη πάντα αυτή, η σοφόκλεια Ισμήνη, στη σκιά της απόλυτης ηρωίδας Αντιγόνης, που έχει στιβαρό λόγο και επιλογή στη ζωή και στο θάνατό της, παίζει τον άχαρο ρόλο του κυματοθραύστη, της κοινής λογικής, του συμβιβασμού. Θέλει να απορροφήσει τους κραδασμούς της θύελλας, να εξισορροπήσει τις αντίρροπες δυνάμεις, θέλει πολύ απλά να σώσει την αδελφή της. Το ίδιο θέλει και αυτή η Ισμήνη, μόνο που το κάνει με τίμημα την ίδια της τη ζωή, τις επιθυμίες και τα όνειρά της. Με τη φυσική της καλοσύνη και ταπεινότητα και με την πεποίθηση ότι η ίδια δεν έχει κανένα δικαίωμα να ζήσει κατά βούληση, εκχωρεί εξ απαλών ονύχων ολόκληρο το είναι και το έχειν της στους άλλους. Αυτό το στοιχείο της εθελούσιας και άνευ όρων αυτό – παραχώρησης τη διαφοροποιεί από τον τυπικό αντι-ήρωα που ζει στο περιθώριο λαθραία και χωρίς σκοπό και πεθαίνει ή σκοτώνει το ίδιο αναίτια όπως έζησε.
Η Ισμήνη μοιάζει να μετέχει σε ένα είδος κοινής θηλυκής μοίρας, η θυσία και οι επιλογές της είναι πολύ «γυναικείες» και παραπέμπουν άμεσα στις μικρές, ταπεινές ζωές μιας σιωπηλής στρατιάς ανώνυμων γυναικών, που έζησαν και ακόμα ζουν και κινούνται αθόρυβα δίπλα μας. Μικρές οι ζωές, μικρές και οι θυσίες, που συσσωρευμένες όμως, απολήγουν σε ένα τελικό αυτοκαταστροφικό –ή λυτρωτικό- παρανάλωμα. Τελετουργικά, ωθούμενη από μια δύναμη ανεπίγνωστη που την οπλίζει, η Ισμήνη εξεγείρεται, σκοτώνοντας αυτό που της στερεί την ελευθερία, αλλά μαζί, σ’ αυτό το ύστατο σαρκαστικό coup de theatre, την ίδια την ελευθερία που για μια στιγμή κέρδισε έτσι όπως η μέλισσα κεντρίζοντας αυτοκτονεί.
Ωστόσο, η ασφυκτική αίσθηση μιας ζωής «δανεικής» και «δανεισμένης» που δεν ανασαίνει ούτε για μια στιγμή βαθιά και ελεύθερα, αντισταθμίζεται από το φυσικό φως που εκπέμπει αυτή η γυναίκα, και που είναι ολότελα δικό της, παρότι έζησε μια ολόκληρη ζωή για και μέσα από τους άλλους. Η συνεχής εκχώρηση του εαυτού της δεν είναι κάποιο είδος αυτοτιμωρίας, ούτε φαίνεται να απορρέει από σύμπλεγμα κατωτερότητας είναι η φυσική της κατάσταση, γεννήθηκε δότης και από μικρή έμαθε να αφουγκράζεται τις επιθυμίες και τις ανάγκες των γύρω της, πνίγοντας ή κωφεύοντας στις δικές της. Ακόμα και οι ιδιορρυθμίες τους, ή οι ωμές παρεμβάσεις τους στην έτσι κι αλλιώς σακατεμένη προσωπική της ζωή, αποτελούν για την Ισμήνη νόμο ανέκκλητο, που αποδέχεται αδιαμαρτύρητα.
Αυτή η εξοργιστική σχεδόν ενδοτικότητα και αβουλία, είναι παρόλα αυτά η άλλη όψη μιας βαθύτατης ταπεινότητας, εγκαρτέρησης και ολιγάρκειας, που μετατρέπει τις ασήμαντες όσο και σπάνιες πολυτέλειες της καθημερινότητάς της σε δώρα εκ Θεού. Κάθε μικρή προσφορά, μια ζακέτα, ένα άρωμα ή μια από καρδιάς κουβέντα με τα αδέλφια της, τη μεταμορφώνουν. Μεγαλώνει παραμένοντας παιδί, που πανηγυρίζει και ευγνωμονεί την ελάχιστη των άλλων δωρεά. Αυτό το στοιχείο την εξαγνίζει, την μετατρέπει σε «κάτι παραπάνω» από το άβουλο και άνευρο πλάσμα που φαινομενικά είναι. Δεν είναι τυχαίο που ο μονόλογός της ξεκινά με την ανάγνωση του παιδικού της ημερολογίου, και η ουσία της δεν αλλάζει στην πορεία. Αυτό το στερημένο παιδί, που μπορεί να βρει τη χαρά του παιχνιδιού ξηλώνοντας ένα παλιό μαντίλι και αρκείται σε αυτό, χωρίς να διεκδικεί τίποτα περισσότερο, επανέρχεται διαρκώς μέχρι και το φινάλε.
Η Ισμήνη δε θα γίνει ποτέ ήλιος, δε θα θαμπώσει ποτέ κανενός το βλέμμα, ούτε τη δική της ζωή θα φωτίσει ποτέ. Είναι ταγμένη στον ταπεινό ρόλο της σελήνης, να ραγίζει το μαύρο της δυστυχίας με τη γλυκιά της ετερόφωτη θαλπωρή, και με αυτή την τελική αίσθηση, παρά τη μεγάλη ανατροπή του τέλους, την αποχαιρετάμε…
Κάθε Δευτέρα ένα εισιτήριο για δύο παραστάσεις: Ευγενείς Αγωνίες του Σωτήρη Σαμπάνη και Την Τρίτη στο σούπερ-μάρκετ του Εμμανουέλ Νταρλέ
Συντελεστές
Σκηνοθεσία Τάκης Τζαμαργιάς
Σκηνικά – Κοστούμια Νίκος Αναγνωστόπουλος
Φωτισμοί Σοφία Αλεξιάδου
Ερμηνεύει η Σοφία Σεϊρλή