MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Ο “Ερωτόκριτος” μιούζικαλ!

Το να μεταφέρεις στο θέατρο ένα αφηγηματικό ποίημα του 17ου αιώνα δεν είναι απλή υπόθεση. Πόσο μάλλον όταν το κείμενο αυτό είναι σε ομοιοκαταληξία και σε μια δυσνόητη γλώσσα.

author-image Γιώργος Σμυρνής

Ο λόγος για τον “Ερωτόκριτο” του Βιτσέντζου Κορνάρου, που ανεβαίνει στο θέατρο Ακροπόλ σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. Για να αντιμετωπίσει και να μεταπλάσει δημιουργικά αυτήν την γλώσσα των ιαμβικών δεκαπεντασύλλαβων ομοιοκατάληκτων στίχων, ο σκηνοθέτης αποφάσισε να χρησιμοποιήσει και το τραγούδι, μετατρέποντας το έργο του Κορνάρου σε μιούζικαλ- θεατροποιημένο έπος.

Ο “Ερωτόκριτος” είναι ένα πολύστιχο αφηγηματικό ποίημα του 16ου αιώνα και θεωρείται το σπουδαιότερο έργο του πιο σημαντικού εκπροσώπου της Κρητικής λογοτεχνίας, του Βιτσέντζου Κορνάρου.

Ο ποιητής το συνέθεσε επηρεασμένος από το γαλλικό μεσαιωνικό μυθιστόρημα Paris et Vienne, του Pierre de la Cypède, το οποίο κυκλοφόρησε στην περίοδο της Αναγέννησης σε πολλά αντίτυπα και σε διάφορες γλώσσες (μεταξύ των οποίων και την ιταλική, από την οποία μάλλον το γνώρισε ο Κορνάρος). Εμφανής είναι και η επίδραση του Orlando Furioso του Αριόστο, στα σημεία με περισσότερο επικό χαρακτήρα. Επίσης, στον Ερωτόκριτο οι ειδικοί εντοπίζουν μεγάλες επιρροές από την ελληνική λογοτεχνική παράδοση, δημοτική και έντεχνη.

Η υπόθεση εκτυλίσσεται στην Αθήνα, σε μια μυθική εποχή, που συνδυάζει την αρχαιοελληνική πόλη-κράτος και το μεσαιωνικό βασίλειο. Το μεσαιωνικό ιπποτικό μυθιστόρημα (ως genre) είναι η βάση, ενώ υπάρχουν και στοιχεία της αναγέννησης, όπως ο έρωτας που υπερβαίνει τις ταξικές διαφορές του φεουδαλικού κόσμου, ο οποίος άρχισε να αμφισβητείται.

Η υπόθεση είναι ένα love story ανάμεσα σε μια Βασιλοπούλα την Αρετούσα κι έναν κοινό θνητό, ως προς την καταγωγή, τον Ερωτόκριτο. Ο ήρωας είναι ένα κράμα Ορφέα, Αχιλλέα και σαιξπηρικού Ρωμαίου. Κερδίζει την καρδιά της πριγκίπισσας με την ομορφιά του και την τέχνη του λόγου και της μουσικής. Όπως έγραψε, άλλωστε, ο σοφιστής Γοργίας στο φημισμένο Ελένης εγκώμιο, ο λόγος είναι “μεγάλος δυνάστης”. Για την δύναμη της μουσικής, να “σκλαβώνει” τις καρδιές των ανθρώπων, έχουν γράψει πάρα πολλοί.

Ίσως αυτή η έφεση του κεντρικού χαρακτήρα με τη μουσική, να δικαιολογεί ακόμα περισσότερο το εύρημα του μιούζικαλ. Κάποιοι, ίσως, μιλήσουν για ιεροσυλία ή βεβήλωση ενός παραδοσιακού αριστουργήματος. Εγώ, από τη μεριά μου, θεωρώ ότι τα σημεία μιούζικαλ (με μουσική από το καμπαρέ και το μπλουζ) ήταν μάλλον τα πιο ενδιαφέροντα και αξιοποίησαν τον ποιητικό λόγο εύστοχα, ενώ φώτισαν τον ξέφρενο “αναγεννησιακό” ερωτισμό του κειμένου.

Ωστόσο, αυτός ο έρωτας συναντά μεγάλα εμπόδια. Ο Βασιλιάς εξορίζει τον Ερωτόκριτο και κλείνει στη φυλακή την αμετανόητη κόρη του, που αρνείται πεισματικά, όλα τα προξενιά με τέκνα βασιλέων.

Εκτός από την μουσική του παιδεία, ο Ερωτόκριτος είναι και μεγάλος πολεμιστής (όπως θα περίμενε κανείς από έναν ήρωα αντλημένο από την παράδοση του ιπποτικού μυθιστορήματος). Σε κάποιο σημείο ο ήρωας γίνεται μασκοφόρος, ένα ακόμα εύρημα του σκηνοθέτη αντλημένο εν μέρει από το κείμενο, αλλά εμπνευσμένο από το σύγχρονο σινεμά και τα κόμικ.

Η ικανότητα του Ερωτόκριτου στη μάχη, τον μετατρέπει από απόκληρο σε εκλεκτό. Σώζει τη ζωή του Βασιλιά, αλλά και το ίδιο το Βασίλειο. Και στο τέλος, παντρεύεται την Αρετούσα και έχουμε happy end.

Σχετικά με την σκηνοθεσία του έργου, μιλήσαμε ήδη για το μιούζικαλ. Η αφήγηση γίνεται από όλους τους ηθοποιούς, οι οποίοι απαγγέλλουν σχεδόν στίχο- στίχο το κείμενο, ενώ συχνά το τραγουδούν. Παράλληλα, στα διαλογικά μέρη, ο κάθε ηθοποιός παίζει το ρόλο του. Ευρηματικό είναι το σκηνικό με τα αλογάκια του Λούνα-Παρκ, το οποίο, επειδή είναι διόροφο, βοηθάει στην συμβολική απεικόνιση δύο διαφορετικών καταστάσεων: της μονομαχίας με άλογα και της ταξικά ανώτερης θέσης του Βασιλιά και της Αρετούσας, οι οποίοι παρακολουθούν από τον πάνω όροφο του οικοδομήματος.

Οι ιπποτικές μονομαχίες δεν απεικονίζονται ρεαλιστικά. Έντονα στοιχεία σωματικού θεάτρου και διάφοροι συμβολισμοί “ντύνουν” με αφαιρετικό τρόπο την αφήγηση των μαχών. Σε αυτό το σημείο θαύμασα πραγματικά τις αθλητικές ικανότητες των ηθοποιών που ερμήνευαν τα “παληκάρια”. Ήταν εξαιρετικά προπονημένοι.

Ως προς τις ερμηνείες, όλοι οι ηθοποιοί ήταν καλοί. Δεν υπήρχαν, νομίζω, υστερήσαντες. Βρίσκω κάπως υπερβολικό, για τη χρονική διάρκεια της υπόθεσης, την χρήση τριών Ερωτόκριτων (Γιώργος Χριστοδούλου, Μελέτης Ηλίας, Δημήτρης Ήμελλος) και τριών Αρετουσών αντιστοίχως (Νεφέλη Κουρή, Μαρία Ναυπλιώτου και Γιώτα Φιέστα). Στο ρόλο της Αρετούσας το κύριο βάρος το σήκωσαν η Νεφέλη Κουρή στα πιο νεανικά- εφηβικά σημεία του ρόλου, η οποία ήταν πολύ καλή, τόσο ως ερμηνεύτρια, όσο και ως αφηγήτρια, αλλά και τραγουδίστρια. Η Μαρία Ναυπλιώτου έδωσε ένα πιο τραγικό βάθος στο ρόλο, δίνοντας του την ενήλικη, θα λέγαμε, διάσταση του- γι’ αυτό μάλλον και επιλέχθηκε να διαδεχθεί τη νεότερη της. Η τρίτη Αρετούσα (Γιώτα Φιέστα) νομίζω ήταν μια κάπως ακατανόητη επιλογή. Θα μπορούσε να τελειώσει με τη Ναυπλιώτου το έργο μια χαρά. Ίσως έγινε για να παίζει τον Ερωτόκριτο και ο Δημήτρης Ήμελλος (τρίτος στη σειρά), έχοντας ως παρτενέρ μια ηθοποιό της ηλικίας του.

Εκτός από τις δύο Αρετούσες, εντυπωσίασε με την ερμηνεία του και ο Βασιλιάς (Χρίστος Σουγάρης). Μια μορφή, που στο βάψιμο έμοιαζε να είχε βγει από κάποιο πλάνο του Αϊζενστάιν, ενώ το εξπρεσιονιστικό παίξιμό του ταίριαξε “γάντι” τόσο με την ματιά πάνω στο έργο, αλλά και γενικότερα με τις καλλιτεχνικές αναφορές του σκηνοθέτη Στάθη Λιβαθινού.

Φεύγοντας, ένιωθα την ομοιοκαταληξία να βουίζει στα αυτιά μου, ενώ το έργο, διάρκειας τριών ωρών, μου φάνηκε μεγάλο κι ορισμένες σκηνές μάκραιναν πολύ. Ωστόσο, θα ήμουν ψεύτης, αν δεν παραδεχόμουν ότι πρόκειται για μια παράσταση που με εντυπωσίασε με τα οπτικά και τα σκηνοθετικά της ευρήματα. Επίσης, έχει πολύ δυνατές ερμηνείες και συνολικά δίνει νέα ζωή σε ένα κλασικό έργο της ελληνικής λογοτεχνίας.

Γιώργος Σμυρνής

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις