“Φόνισσα” του Παπαδιαμάντη- Serial killer Φραγκογιαννού!
Την πιο διάσημη δολοφόνο της ελληνικής λογοτεχνίας, την Φραγκογιαννού στη “Φόνισσα” του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη παρουσιάζει το θέατρο της Οδού Κεφαληνίας, σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού.
Η Φραγκογιαννού, την οποία στην παράσταση ερμηνεύει η Μπέττυ Αρβανίτη, είναι μια γηραιά γυναίκα, που αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της σκληρής ζωής της επαρχίας, μιας Ελλάδας κάτισχνων αγελάδων, περί τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα.
Κάποια στιγμή η πρωταγωνίστρια του δράματος, αποφασίζει ότι το μωρό (κοριτσάκι) της κόρης της είναι βάσανο τόσο για την θυγατέρα της, όσο και για τον ίδιο του τον εαυτό και κρίνει ότι πρέπει να το απαλλάξει από τα βάσανα της ζωής. Η τάση της να σκοτώνει, κλιμακώνεται και αρχίζει να δολοφονεί και άλλα κορίτσια της περιοχής, με την ίδια αιτιολόγηση. Αν και τα εγκλήματά της παρουσιάζονται ως ατυχήματα, η συνεχής παρουσία της Φραγκογιαννούς στους τόπους θανάτου τόσων μικρών πλασμάτων, πρόωρα και τραγικά χαμένων, δεν αργεί να συγκεντρώσει πάνω της τις υποψίες των αρχών.
Η δραματοποίηση του έργου από τον Στράτη Πασχάλη βασίζεται εν πολλοίς στο κείμενο. Ελάχιστες αλλαγές έχουν γίνει. Οι μόνες προσθήκες είναι κάποιες κοινωνιολογικού τύπου ιστορικές αναφορές στην περίοδο και την περιοχή, όπου εκτυλίσσεται το μεγάλο δράμα και τα τραγικά εγκλήματα. Οι ιστορικές αναφορές είναι λίγες και ιδιαίτερα στοχευμένες, σε αντίθεση με αυτό που συνήθως σε μοντέρνα θεατρικά έργα.
Νουβέλες και διηγήματα με ειδεχθή εγκλήματα εμφανίζονται συχνά στην ρομαντική περίοδο (Πόε- Κλάιστ- Μπύχνερ κ.α.). Το έργο, πάντως, το Παπαδιαμάντη δεν εστιάζει μόνο στα εγκλήματα, αλλά στον ψυχισμό της Φόνισσας. Αποπνέει σαιξπηρικές ατμόσφαιρες. Το εύρημα του ονείρουεμφανίζεται, ίσως σε βαθμό κατάχρησης, στο έργο.
Η Φόνισσα βρίθει αναδρομών στην αφήγηση γίνονται, ώστε να αναλύσει ο συγγραφέας την προβληματική σχέση της αντί-ηρωίδας με την δεσποτική και φιλοχρήματη μητέρα της, τα παιδιά της που έφυγαν μετανάστες, τον έναν από τους γιους που μαχαίρωσε την μια από τις κόρες της.
Ο άντρας της Φραγκογιαννούς ξεγελάστηκε από τη μητέρα της και πήρε ένα ασήμαντο κομμάτι γης ως προίκα, στο οποίο “έφαγε τη ζωή της”. Άλλωστε, το δράμα κλείνει ακριβώς σε αυτό το στέρφο κομμάτι γης, κάτι που δεν είναι τυχαίο. Τονίζεται η σχέση των εγκλημάτων με την προίκα. Όμως, η προίκα δεν είναι μόνο ένα προσωπικό θέμα της φόνισσας, που το κουβαλάει ως τραύμα (σε σχέση με την δεσποτική και εκφοβιστική μητέρα της), αλλά κι ένα μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα. Στην περίοδο του έργου, η προίκα είναι θεσμοθετημένη και είναι ένα τρομακτικό βάσανο για τις φτωχές οικογένειες με πολλά κορίτσια.
Η σχέση της Φραγκογιαννούς με το Θεό είναι τυπική για την εποχή, αλλά και για τον Παπαδιαμάντη. Η φόνισσα ζητάει από το Θεό να της πει αν συμφωνεί ή διαφωνεί με τα πεπραγμένα της. Κι ερμηνεύει ως θεϊκό σημάδι το γεγονός ότι ένα κοριτσάκι σκοτώνεται από ατύχημα, επειδή αυτό συνέβη την ώρα που αυτή ευχόταν να πεθάνει το δύσμοιρο πλάσμα!
Η Φραγκογιαννού υπό το πρίσμα της εγκληματολογίας
Το μεγάλο ζήτημα του έργου είναι γιατί σκοτώνει η Φραγκογιαννού. Το σπουδαίο έργο του Παπαδιαμάντη αποτελεί case study για τους εγκληματολόγους. Ζητήσαμε την συνδρομή, για το θέμα, του εγκληματολόγου και καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννη Πανούση.
Ο κ. Πανούσης αναρωτιέται γιατί ένα τόσο σκληρό κείμενο συγκινεί λογοτέχνες, κοινό και επιστήμονες ακόμα και σήμερα, που οι συνθήκες έχουν αλλάξει πολύ από την εποχή της Φόνισσας. Θεωρεί ότι τη “Φραγκογιαννού” και τα εγκλήματά της, ένας εγκληματολόγος μπορεί να την προσεγγίσει – ερμηνεύσει με πολλούς τρόπους.
Η κλασική εκδοχή, σύμφωνα με τον κ. Πανούση, συνδέει τα εγκλήματα της Φραγκογιαννούς με μια διατάραξη των πνευματικών- ψυχικών λειτουργιών, που την ωθεί στην διάπραξη φόνων (ψυχασθενής εγκληματίας).
Υπάρχει μία άλλη εκδοχή, που συνδέει τα εγκλήματά της με μια εκδικητική φύση, όπου ο “συμβολισμός” υπερβαίνει την συναισθηματική απάθεια (ιδεοληπτικός εγκληματίας).
Μία τρίτη εκδοχή συνδέει τα εγκλήματά της με μια “αποστολή” λύτρωσης των θυμάτων από τα δεινά της ζωής (θρησκοληπτικός ή και δεισιδαιμονικός εγκληματίας).
Ο κ. Πανούσης εκτιμά: “Η Φραγκογιαννού πίστευε ότι ο θάνατος (ακούσιος- εκούσιους) συμπυκνώνει ζωή και ανάσταση.” Η ψυχοσύνθεση της δεν μας επιτρέπει να ταυτίσουμε τα εγκλήματά της με τα σύγχρονα εγκλήματα επιβίωσης (που ενίοτε καταλήγουν σε οικογενειακές τραγωδίες). “Νομίζω ότι έχουμε αλλάξει εποχή από την ιστορική περίοδο της συγγραφής της Φόνισσας από τον Παπαδιαμάντη”, όπως λέει χαρακτηριστικά ο διακεκριμένος επιστήμονας.
Παιδοκτονίες χωρίς παιδιά
Πέρα από την λογοτεχνική, την κοινωνιολογική και την εγκληματολογική της διάσταση, το έργο δεν παύει να είναι και μια θεατρική παράσταση. Σε αυτό το κομμάτι, πρέπει να πω ότι τα συναισθήματα μου είναι κάπως ανάμεικτα. Νομίζω ότι δεν θεατροποιήθηκε αρκετά, ότι τα σημεία της απαγγελίας είναι πάρα πολλά για θεατρικό έργο. Επίσης, τα σημεία που προσπαθούν να καταργήσουν τη θεατρική σύμβαση, όπου ο ηθοποιός δήθεν ξεχνάει την ατάκα του και του πασάρουν το βιβλίο για να την διαβάσει από μέσα, δείχνουν κάπως στημένα.
Εμβληματική, τόσο ως προς την ερμηνεία, όσο και ως προς το ενδυματολογικό, η Μπέττυ Αρβανίτη, κουβαλάει πάνω της το μεγαλύτερο βάρος της παράστασης. Οι υπόλοιποι ταλαντούχοι ηθοποιοί, γυρίζουν γύρω της σαν δορυφόροι, αφηγούμενοι κομμάτια του κειμένου και παίζοντας, όποτε τα διαλογικά μέρη της νουβέλας το επέτρεπαν, κάποια δεύτερα ρολάκια.
Υπάρχει κι ένας φόβος να εμφανισθούν παιδιά στην σκηνή. Αυτό χαλάει λίγο την αίσθηση του κειμένου. Η σκηνή όπου τα κοριτσάκια, που θα δολοφονηθούν, απαντούν στη Φραγκογιαννού ότι η μητέρα τους “ζεν είναι εζώ” και “έχει ζ’λειά” νομίζω υπηρετείται πολύ καλύτερα, αν την παίξουν παιδάκια.
Από την άλλη, η σκηνογραφία και η σκηνοθεσία επέλεξαν διαδρομές λιτότητας, οι οποίες συχνά δικαιώνονται. Υπάρχουν πετυχημένοι συμβολισμοί και ένα τελετουργικό στοιχείο στις ερμηνείες, που παραπέμπει σε αρχαία τραγωδία. Η σκηνική αφαίρεση είναι εύστοχη. Το έργο δεν χάνει την αισθητική του ποιότητα και την στιβαρότητά του. Προσεγγίζει το θέμα του με επάρκεια και με καλές ερμηνείες.
Και, όπως και να το κάνουμε, η μεταφορά στο θέατρο της “Φόνισσας” του Παπαδιαμάντη, είναι πάντοτε ένα πολύ σημαντικό γεγονός για τα θεατρικά πράγματα.
Γιώργος Σμυρνής