Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης, χωρίς να κάνει καμία προσπάθεια να εξιδανικεύσει την εποχή του και χωρίς να αντιμετωπίζει κριτικά τις καταστάσεις, εσωτερικές και εξωτερικές των ηρώων του, καταγράφει με ενάργεια και δραστικό λόγο, τα ανθρώπινα πάθη, τους ηθικούς κανόνες, τα οικονομικά συμφέροντα, την υστεροβουλία των ανθρώπων τόσο στην ύπαιθρο, όσο και της ανερχόμενης τότε αστικής τάξης. Το ρεαλιστικό ύφος της γραφής του, σε συνδυασμό με την γλώσσα που χρησιμοποιεί (υπήρξε φανατικός υποστηρικτής του δημοτικιστικού κινήματος) αλλά και η σοσιαλιστική του ιδεολογία, τον κατατάσσουν στους κλασσικούς της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Μέσα από το έργο του μιλάει η Ελπίδα…
ΚΑΤΑΔΙΚΟΣ, ο γιος της πόρνης
Ο γιος της ίδιας της κοινωνίας
Καρπός της κοσμικής νύστας
Το αβλαβές αίσθημα της Χριστιανικής Αγάπης
Η λύτρωση του ανθρώπου μέσω της ηθικής του αθωότητας
Όπου κάθε τι έξω από αυτήν ονομάζεται αμαρτία
Ο «καλός» άνθρωπος που εκτρέφεται να επιλέγει
Όλα όσα είναι καταδικασμένα να αφανιστούν…
Κωνσταντίνος Θεοτόκης
Λογοτέχνης και διανοούμενος που δέσποσε στα ελληνικά γράμματά στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης γεννήθηκε στις 13 Μαΐου του 1872 στους Καρουσάδες της Κέρκυρας. Ήταν ένα από τα δέκα παιδιάτου Μάρκου-Αλοΰσιου Θεοτόκη και της Αγγελικής Πολυλά, ανεψιάς του Ιάκωβου Πολυλά. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, μέλη της οποίας ασχολήθηκαν με την πολιτική και τη διπλωματία από το 14ο αιώνα, σε ηλικία 17 ετών, το 1889, γνώστης ήδη τριών ξένων γλωσσών (της ιταλικής, γαλλικής και της γερμανικής), αναχώρησε για το Παρίσι και εγγράφηκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Παραμένει στο Παρίσι για δύο χρόνια και στη συνέχεια επιστρέφει στην Κέρκυρα μέσω Βενετίας, όπου γνωρίζει την κατά πολύ μεγαλύτερή του Βαρώνη Ερνεστίνη Μάλλοβετς φον Μάλλοβιτς ουντ Κοσορ. Το 1893 επιστρέφει στην Βενετία και παντρεύεται την Ερνεστίνη στις 11 Σεπτεμβρίου. Εγκαταλείπει τις σπουδές του και μαζί με τη σύζυγό του επιστρέφουν στην Κέρκυρα και εγκαθίστανται στους Καρουσάδες. Το 1895, εκδίδεται στα γαλλικά το πρώτο πεζογράφημά του Vie de montagne (“Η ζωή των ορέων”), από το οποίο φάνηκε η ιδιαίτερη συγγραφική του κλίση, ενώ γεννιέται η κόρη του Τίνα.
Συμμετείχε σε εθνικούς αγώνες, όπως στην εξέγερση της Κρήτης το 1896, αλλά και σε τοπικές πρωτοβουλίες, όπως: στράφηκε εναντίον της απόφασης του δήμου της Κέρκυρας για την εγκατάσταση ρουλέτας στο νησί. Καταφέρθηκε, επίσης, εναντίον της πολιτικής του συγγενούς του υπουργού και αργότερα πρωθυπουργού Γεώργιου Θεοτόκη. Το 1898, βρίσκεται στο Γκρατς όπου παρακολουθεί για διάστημα έξι μηνών πανεπιστημιακά μαθήματα. Στο ταξίδι αυτό συνοδεύεται από την οικογένεια του. Το 1900 χάνει την κόρη από μηνιγγίτιδα και αφοσιώνεται στο έργο του.Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης επηρεάστηκε αρχικά από τη γερμανική ιδεοκρατία και ιδιαίτερα από τον Νίτσε, τον οποίο σύντομα θα απαρνηθεί και θα ασπαστεί τον Μαρξ και τις σοσιαλιστικές ιδέες από τις οποίες διακρίνονται τα έργα του. Με τη δεύτερη επίσκεψή του στην Ευρώπη ήρθε σε επαφή και με την κίνηση των σοσιαλιστών της εποχής. Αλληλογραφεί και συντονίζει τις απόψεις του με εκείνες του Χατζόπουλου κι επιστρέφοντας πρωτοστατεί στην ίδρυση του «Σοσιαλιστικού Ομίλου» και του «Αλληλοβοηθητικού Συνδέσμου Εργατών της Κέρκυρας» (1910-1914).
Συνδέθηκε με τον ποιητή Μαβίλη και προσχώρησε από τους πρώτους στη “δημοτικιστική κίνηση”. Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο έλαβε ενεργό μέρος στο κίνημα της Θεσσαλονίκης. Τότε έχασε ολόκληρη την προικώα περιουσία του στην Αυστρία (1917). Κατά τη διάρκεια του πολέμου, προσχωρεί στο Κόμμα των Φιλελευθέρων, διορίζεται αντιπρόσωπος του κόμματος στην Κέρκυρα και το 1918 μετακομίζει στην Αθήνα. Με το τέλος του πολέμου του προσφέρεται η θέση του διευθυντή λογοκρισίας, αλλά ύστερα από δύο ημέρες παραιτείται.
Συντελεστές
Θεατρική διασκευή: Σοφία Αδαμίδου
Σκηνοθεσία Μίλτος Δημουλής
Σκηνικά – Κοστούμια Θεοδόσης Δαυλός
Μουσική Τάσος Σωτηράκης
Φωτισμός Αντώνης Παναγιωτόπουλος