Άδικος Κόσμος
Η τραγικωμωδία του Φίλιππου Τσίτου που βαβεύτηκε στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν έχει αρετές, αλλά μας αφήνει ανάμεικτα συναισθήματα…
Ο Σωτήρης είναι προανακριτής της Αστυνομίας. Μπουχτισμένος από τη δουλειά του, μια μέρα αποφασίζει να γίνει δίκαιος. Θα αθωώνει όλους αυτούς που έπεσαν στο έγκλημα επειδή δεν είχαν “στον ήλιο μοίρα”. Στην προσπάθειά του να σώσει έναν ακόμα αθώο και να βοηθήσει το συνάδελφό του, σκοτώνει (κατά λάθος;) ένα διεφθαρμένο σεκιουριτά. Η Δώρα, που δούλευε ως καθαρίστρια στο κτίριο, είναι η μοναδική που μπορεί να τον συνδέσει με το χώρο του εγκλήματος. Η Δώρα είναι ο άνθρωπος του οποίου τη βοήθεια χρειάζεται ο Σωτήρης. Και ενώ δεν της περισσεύει η συμπόνια, ο Σωτήρης την νιώθει σαν τον μοναδικό του σύμμαχο. Η “άδικη” Δώρα θα σώσει τον “δίκαιο” Σωτήρη;
Αναγνωρίζουμε τις ικανότητες του Φίλιππου Τσίτου και τον έλεγχο πάνω στο υλικό του. Το ότι, παρά τις αρετές του, ο «Άδικος Κόσμος» μας αφήνει τελικά με ανάμεικτα συναισθήματα, ίσως να οφείλεται στο σεναριακό υλικό και τις προθέσεις του. Ενώ στην «Ακαδημία Πλάτωνος» ο Τσίτος έφτιαχνε έναν ολοκληρωμένο ήρωα, βάζοντας κωμικοτραγικές πινελιές σε ένα ρεαλιστικό περιβάλλον, εδώ επιχειρεί κάτι διαφορετικό. Πάνω στο γνώριμο θέμα της συνάντησης δύο μοναχικών χαρακτήρων, στήνει με επιτυχία ένα παράλληλο, σχεδόν έρημο, αθηναϊκό σύμπαν.
Ενώ η λιτή αισθητική της αφαίρεσης λειτουργεί, βρίσκει αντιστοιχία σε χαρακτήρες κάπως μετέωρους. Σχετικά αμήχανη είναι η ‘αστυνομική’ εξέλιξη της ιστορίας, ενώ ο Αντώνης Καφετζόπουλος και η Θεοδώρα Τζήμου, καλοί στις δικές τους σκηνές, μεταξύ τους έχουν μια αμφισβητούμενη χημεία. Ο τόνος προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο ρεαλισμό και στο σουρεαλισμό, το κωμικό και το τραγικό, θυμίζοντας κάπου το σινεμά του Καουρισμάκι, χωρίς όμως την αίσθηση οικονομίας και την παράδοξα κωμική σπίθα του Φινλανδού.