«Θείος Βάνιας» στο Badminton- Γέρασε και μυαλό δεν έβαλε!
Από τη Ρωσία με αγάπη μας ήρθε ο θίασος του ιστορικού θεάτρου Ε. Vakhtangov, για να μας παρουσιάσει ένα από τα κορυφαία έργα του Άντον Τσέχοφ, το Θείο Βάνια, στο Badminton, σε σκηνοθεσία του Rimas Tuminas.
Ο θείος Βάνιας είναι ένα έργο που γράφτηκε στο μεταίχμιο του 19ου και του 20ου αιώνα, σε εποχές δύσκολες- πολύ παραγωγικές για την τέχνη, αλλά και γεμάτες κοινωνικοπολιτικές μεταβολές, καθώς η βιομηχανική επανάσταση, ο εθνικισμός και η αποικιοκρατία ήταν στο απόγειο τους, ενώ ήδη ετοιμάζονταν οι διεργασίες σοσιαλιστικών κινημάτων κι επαναστάσεων.
Το καβαφικό ζήτημα «αν δεν μπορείς να κάνεις τη ζωή σου όπως τη θες», ισχύει απόλυτα για τους περισσότερους χαρακτήρες του μεγάλου Ρώσου δραματουργού και ιδίως για τον Θείο Βάνια. Είναι μια ακόμα τσακισμένη προσωπικότητα, στο σύμπαν του Τσέχωφ. Ο Βάνιας είναι διανοούμενος, που όλη του τη ζωή δούλευε για έναν άνθρωπο (τον Αλεξάντερ Βλαντιμίροβιτς Σερεμπριάκωφ), κάνοντας την διαχείριση του κτήματός του. Παγιδευμένος στην επαρχία έχασε όλες τις ευκαιρίες που θα μπορούσε να του δώσει ένα αστικό περιβάλλον. Θαύμαζε πραγματικά τον επιστήμονα- εργοδότη του (ή έτσι λέει) κι αυτός ήταν ο λόγος που έκανε αυτή τη θυσία (όπως ο ίδιος βλέπει τη ζωή του). Και στο τέλος, ο Σερεμπριάκωφ – ένας γέρος και ιδιόρρυθμος επιστήμονας- παντρεύτηκε τη γυναίκα, με την οποία ήταν για χρόνια ερωτευμένος ο θείος Βάνιας.
Ο Βάνιας αποδίδει στον Σερεμπριάκωφ (ή μάλλον στην αφοσίωσή του προς αυτόν) τις ευθύνες για την στασιμότητα της ζωής του. Δεν προχώρησε ως διανοούμενος ή λογοτέχνης κι έχασε τη γυναίκα που αγαπούσε, γιατί όλο του το είναι το είχε παραχωρήσει στο να βοηθάει τον καθηγητή. Δεν είναι πάντα εύκολο (ούτε εφικτό) να κάνει κανείς αυτό που πρέπει για τον ίδιο τον εαυτό του, ιδίως σε εποχές πιο δύσκολες και πιο καταπιεστικές, όπως της Ρωσίας των τελών του 19ου αιώνα. Ωστόσο, ο Τσέχωφ είναι πάντα σκεπτικιστής πάνω στο δράμα των ηρώων του. Ο Βάνιας είναι εμφανές ότι δεν μπορεί να ολοκληρώσει σχεδόν τίποτα κι αυτή είναι η τραγωδία του. Τις λίγες ευκαιρίες που είχε στη ζωή του, για κάτι καλύτερο, τις κλότσησε. Η παθητικότητα του ήταν το βασικό του πρόβλημα, αυτό που τον κάνει τραγική μορφή. Κάποια στιγμή επιχειρεί να σκοτώσει τον Σερεμπριάκωφ και στη συνέχεια να αυτοκτονήσει. Αποτυγχάνει και στα δύο και στο τέλος συμφιλιώνεται με τον καθηγητή. Ο χαρακτήρας του- βλέπουμε- είναι εξαιρετικά ευμετάβολος, ενώ αντίθετα η ζωή του είναι παγιδευμένη στη στασιμότητα.
Όπως και στη ζωή, έτσι και στον κόσμο του Τσέχωφ, οι άνθρωποι ταλαιπωρούνται από εμμονές, πάθη που δεν τολμούν να εκδηλώσουν κι όταν το κάνουν- μεθυσμένοι συνήθως- απλώς γελοιοποιούνται. Ανίκανοι να συγκρουστούν με τις κοινωνικές συμβάσεις και τα πρέπει, μοναχικοί, ακολουθούν αδιέξοδους δρόμους, ρουτίνες μέχρι την καταστροφή που φέρνει ο χρόνος κι η ζωή μοιάζει λίγο με μαρτύριο της σταγόνας. Ο Τσέχωφ στον επίλογο δημιουργεί μία πομπώδη μελοδραματική ρητορική, η οποία μοιάζει με κραυγή μπροστά στο χάος. Αυτά που διακηρύσσουν οι ήρωες μιας τραγικής καθημερινότητας, είναι λόγια του αέρα, ίσα για να βρουν λίγο κουράγιο, να περάσουν και την επόμενη μέρα.
Γίνονται πολλές αναφορές σε δάση που ξεριζώνονται- παραπέμπουν έτσι στο τραγικό φινάλε του Βυσσινόκηπου, που γράφτηκε λίγο αργότερα. Ίσως μια εμμονή του Τσέχωφ, ο οποίος έθετε τότε το οικολογικό ζήτημα, σε μια περίοδο ακραίας εκβιομηχάνισης πολλών χωρών, μεταξύ των οποίων ήταν και η Ρωσία. Είναι οι νέες δυνάμεις, που ξεπροβάλλουν επικίνδυνες, για να αντικαταστήσουν την παλιά, παρηκμασμένη τάξη.
Η σκηνοθεσία ανέλαβε την πρόκληση να χρησιμοποιήσει ένα μεγάλο κείμενο, το οποίο δεν περιόρισε. Και κατάφερε με ένα μεγάλο και κλασικό έργο, να βγάλει ένα πολύ σύγχρονο αποτέλεσμα. Η παράσταση ήταν πλούσια σε εικόνες και πολύ δυνατή. Η κίνηση στο χώρο των ηθοποιών ήταν παράδειγμα προς μίμηση. Η μουσική του Faustas Latenas ήταν ένα υποδειγματικό χαλί που στρώθηκε σε όλη τη διάρκεια της παράστασης κι έδινε πάτημα στους ηθοποιούς, να ακολουθούν το ρυθμό του και ενίοτε να χορεύουν πάνω σε αυτόν. Πέρα όμως από τη λειτουργικότητα της και την πολύ καλή χρήση των leit-motif (καθοδηγητικών μοτίβων), ήταν και υπέροχη να την ακούς. «Η λαχτάρα και η στωικότητα του Τσέχωφ είναι διάχυτες στην υπέροχη μουσική του Faustas Latenas, η οποία δεν αφήνει τους χαρακτήρες ούτε για ένα λεπτό και μας ενώνει μαζί τους» γράφεται στο Itogi.
Τα σκηνικά ήταν αρκετά μινιμαλιστικά, αλλά ήταν ρεαλιστικά, ενώ τα ρούχα εποχής, που χρησιμοποιήθηκαν, δεν αλλοίωσαν σε τίποτα το μοντέρνο χαρακτήρα της παράστασης. Όπως γράφουν οι Moscow Times «Ο θείος Βάνιας του Timinas είναι οτιδήποτε άλλο παρά συνηθισμένος Τσέχωφ. Πρόκειται για μια μεγάλη παράσταση, μια ιδιοφυή σύλληψη.»
Οι ηθοποιοί ήταν θαυμάσιοι στις ερμηνείες τους, οι οποίες χαρακτηρίζονταν από υπερβολική εκφραστικότητα του συναισθήματος- σκηνοθετική επιλογή. Εντυπωσίασαν ο Vladimir Vdovichenkov στο ρόλο του Αστρώφ, ενός μεσήλικα γιατρού της επαρχίας και ο Sergey Makovetsky στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Η εκθαμβωτική Anna Dubrovskaya, ως Ελένα (σύζυγος του Σερεμπριάκωφ και αντικείμενο του πόθου του θείου Βάνια) έλαμψε τόσο με την ερμηνεία της, όσο και με την ομορφιά της, ενώ τις εντυπώσεις έκλεψε η μικρή και γεμάτη ενέργεια πάνω στην σκηνή Maria Berdinskikh στο ρόλο της Σόνια. Συνολικά, πάντως, ο θίασος ήταν πολύ υψηλού επιπέδου.
Η παράσταση ήταν όμορφη και ενθουσίασε το κοινό του Badminton. Γενικά, είναι πολύ καλό το ότι έρχονται τόσο σημαντικοί θίασοι. Όχι μόνο διότι βλέπουμε τις διεθνείς τάσεις στο θέατρο από πολύ αξιόλογους σκηνοθέτες και ηθοποιούς. Αλλά και διότι παρακολουθούμε έργα ύψιστων δημιουργών, όπως ο Σαίξπηρ στο Ριχάρδο τον Γ και τώρα ο Τσέχωφ στο Θείο Βάνια, στη γλώσσα που γράφτηκαν.
Γιώργος Σμυρνής