Δημοφιλής και καταξιωμένη πιανίστα η Νέλλη Σεμιτέκολο συμπράττει με τον προικισμένο βιολοντσελίστα Κωνσταντίνο Σφέτσα σε μια μοναδική συναυλία με έργα γραμμένα για τα δυο αυτά όργανα από τον Μπετόβεν, τον Μανουέλ ντε Φάλια, τον Έντβαρντ Γκριγκ και τον δικό μας Νίκο Σκαλκώτα.
Με απόσταση μιας γενιάς μεταξύ τους οι δυο ξεχωριστοί ερμηνευτές, που συνεργάζονται από το 2001, συναντιούνται στο Μέγαρο Μουσικής σε έναν μοναδικό μουσικό διάλογο που αρχίζει από τον 18ο αιώνα και τον νεαρό Μπετόβεν(σονάτα αρ.2 για τσέλο και πιάνο σε σολ ελάσσονα έργο 5), διασχίζει τον 19ο με το μοναδικό έργο για τα δυο αυτά όργανα που έγραψε ο Γκριγκ(Σονάτα για τσέλο και πιάνο σε λα ελάσσονα, έργο 36), συνεχίζει μέχρι τα τις αρχές του 20ου με τους ισπανικούς ήχους του ντε Φάλλια(έξι παραδοσιακά ισπανικά τραγούδια) και καταλήγει λίγο μετά τον Β΄ Πόλεμο με το Μπολερό για τσέλο και πιάνο του Νίκου Σκαλκώτα.
Ο Μπετόβεν έγραψε τη σονάτα αρ.2 για τσέλο και πιάνο σε σολ ελάσσονα, έργο 5, -με την οποία ανοίγει η συναυλία- στα 25 του χρόνια, εποχή που προσπαθούσε να καθιερωθεί ως βιρτουόζος πιανίστας και την ερμήνευσε ο ίδιος με τον διάσημο τότε Γάλλο βιολοντσελίστα, Ζαν-Πιέρ Ντυπόν, στο Βερολίνο, το 1796, στην αυλή του Βασιλιά Φρειδερίκου του Β΄ της Πρωσίας, που ήταν και ο ίδιος ερασιτέχνης βιολοντσελίστας. Ο Μπετόβεν δεν είχε χάσει ακόμα την ακοή του, ήξερε ότι ο Χάιντν και ο Μότσαρτ ήταν οι αγαπημένοι συνθέτες του βασιλιά και τους συναγωνίζεται με ένα αυθεντικό κομμάτι κοντσέρτου, μεγάλης κλίμακας και διάρκειας (31΄), γεμάτο συναρπαστικά εφέ, που θα πρέπει να εντυπωσίασαν τους άρχοντες Βερολινέζους.
Η συνέχεια ανήκει στο Μπολερό για τσέλο και πιάνο, που ο Νίκος Σκαλκώτας έγραψε στο τέλος του Β΄ Πολέμου, το 1948, σε μια πολύ ώριμη στιγμή της συνθετικής του διαδρομής, αλλά παράλληλα και σε εποχή που το κοινό δεν είχε ακόμα αναγνωρίσει σε αυτόν, τον κορυφαίο συνθέτη της ελληνικής κλασσικής παράδοσης. Είναι ένα κομμάτι που έχει όλα τα σταθερά χαρακτηριστικά της μουσικής του: κλασικές φόρμες και αγάπη για την ελληνική παραδοσιακή μουσική.
Το δεύτερο μέρος ανοίγει ο Μανουέλ ντε Φάλλια που έγραψε τα Επτά Παραδοσιακά Ισπανικά Τραγούδια το 1914 στο Παρίσι, λίγο πριν επιστρέψει στην Ισπανία μετά από παραμονή επτά ετών εκεί. Είναι ένας συνδυασμός αυθεντικών και επεξεργασμένων λαϊκών μελωδιών, που ο ντε Φάλλια, με πρωτότυπα πιανιστικά ακομπανιαμέντα, τις αναδεικνύει και τις μεταμορφώνει σε λόγια μουσική. Το Παρίσι της εποχής εκείνης ήταν γοητευμένο από καθετί ισπανικό: ο Νεμπισί έγραφε την Ιμπέρια, ο Ραβέλ την Ισπανική Ραψωδία και ο Αλμπένιθ τέλειωνε το τέταρτο βιβλίο της δικής του Ιμπέρια. Η πρεμιέρα των Τραγουδιών έγινε στη Μαδρίτη, το 1915, κοινό και κριτικοί τα υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό και η αποδοχή αυτή έδωσε στον συνθέτη το διαβατήριο για τη διεθνή του αναγνώριση.
Με τη σονάτα για τσέλο και πιάνο, έργο 36 ολοκληρώνεται η συναυλία. Ο Έντβαρντ Γκριγκ επιστρέφει με τη σονάτα αυτή στη σύνθεση, μετά από ένα μεγάλο διάλειμμα στην κορυφή της Συμφωνικής Ορχήστρας του Μπέργκεν (Νορβηγία). Την αφιέρωσε στον αδελφό του Τζον, που ήταν φανατικός ερασιτέχνης τσελίστας και την παρουσίασε ό ίδιος μαζί με τον βιολοντσελίστα Λούντβιχ Γκρύτζμάχερ(Ludwig Grutzmacher), στη Δρέσδη, το 1883. Σε αυτή την απαιτητική γερμανική πόλη, το κοινό αναγνώρισε στη σονάτα την ικανότητα του Γκριγκ να επιμένει στο εθνικιστικό του ιδίωμα, αλλά να το κάνει οικουμενικό με την ισχυρή συνθετική του ιδιοσυγκρασία.
Με σπουδές στην Αθήνα και το Μόναχο, η Νέλλη Σεμιτέκολο υπήρξε στενή συνεργάτιδα του Γιάννη Χρήστου και έχει αφιερώσει πολλά προγράμματά της στην παρουσίαση και τη διάδοση του έργου του. Η καριέρα της είναι γεμάτη από ρεσιτάλ και συναυλίες μουσικής δωματίου σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ενώ έχει συνεργαστεί με όλες τις συμφωνικές ορχήστρες. Το πιάνο της ακούγεται στις ηχογραφήσεις πολλών ελληνικών έργων για το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, το θέατρο, τον κινηματογράφο και τη δισκογραφία. Έχει εμφανιστεί στα φεστιβάλ Αθηνών, Πάτρας, Ηρακλείου, Καλαμάτας, Κέρκυρας και Οχρίδας, σε συναυλίες στο Ηρώδειο, στο θέατρο της Επιδαύρου και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Η αναγνωρισμένη πιανίστα συνεργάστηκε με την Ελένη Καραΐνδρου στην ηχογράφηση της μουσικής για τις ταινίες «Ταξίδι στα Κύθηρα», «Καλή πατρίδα σύντροφε» και «Τοπίο στην Ομίχλη». Από το 1985 διδάσκει στο Δημοτικό Ωδείο Καλαμάτας.
Ο Κωνσταντίνος Σφέτσας γεννήθηκε στο Παρίσι, άρχισε τη σχέση του με το τσέλο στα πέντε του χρόνια και με δάσκαλο τον πατέρα του, Χρήστο. Συνέχισε τις σπουδές του στο Ωδείο Αθηνών, στην Ecole Normale de Musique de Paris και στην Scuola Cantorum de Paris. Mε δίπλωμα Δεξιοτεχνίας και με το Ανώτατο Πτυχίο Ολοκλήρωσης Μουσικών Σπουδών, με άριστα και μετ’ επαίνων, ο Σφέτσας συμμετείχε σε πολλές συναυλίες και ρεσιτάλ στο Παρίσι με τον μουσικό οργανισμό Polyphorum, έγινε μέλος της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και της Ορχήστρας των Χρωμάτων και από το 1998 είναι μέλος της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ.