Απατεώνες και τζέντλεμεν- Δύο παραμυθάδες στη χώρα του έρωτα
Στους δύο κορυφαίους κωμικούς, τον Γιάννη Μπέζο και τον Πέτρο Φιλιππίδη, πέφτει το κύριο βάρος της κωμωδίας “Απατεώνες και Τζέντλεμεν” στο Παλλάς, την οποία και συν-σκηνοθετούν.
Οι δύο κωμικοί στην παράσταση -που βασίζεται στην κινηματογραφική επιτυχία του 1988 «Dirty Rotten Scoundrels» (με τους Στιβ Μάρτιν και Μάικλ Κέιν) που στη συνέχεια έγινε μιούζικαλ- ερμηνεύουν δύο λαμόγια, αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους. Είναι δύο Αμερικάνοι στη Γαλλία, γοητευτικοί και μεγάλοι παραμυθάδες. Με τα ψέματά τους καταφέρνουν να αποσπούν χρήματα από εύπορες κυρίες, που διψούν για ένα καλό παραμύθι και ένα δυνατό ρομάντζο. Όπως λέει στο έργο ο Λόρενς Τζέιμσον (Μπέζος) “είμαστε πλασμένοι από την ύλη των ονείρων. Των δικών τους ονείρων” (των γυναικών δηλαδή που κοροϊδεύουν), παραλλάσσοντας την πασίγνωστη ρήση του Σαίξπηρ. Οι δύο αυτοί άντρες μεταμορφώνονται ανάλογα με τις ανάγκες του μύθου που θέλουν να πλασάρουν στα θύματά τους- αν και πάντα υπάρχει μία κεντρική ιδέα. Πότε προσπαθούν να κερδίζουν το θαυμασμό τους και πότε τον οίκτο τους. Αλλά αυτό που θέλουν πραγματικά, είναι τα πορτοφόλια τους.
Το κωμικό στοιχείο της παράστασης έγκειται στο χάσμα γενεών και κουλτούρας των δύο απατεώνων. Ο ήρεμος και αρχοντικός Λόρενς (Γιάννης Μπέζος) αναστατώνεται, όταν μπλέκει στα πόδια του ο άγαρμπος αλλά αποτελεσματικός Φρέντι Μπένσον (Πέτρος Φιλιππίδης). Οι δύο τους πότε κονταροχτυπιούνται σε αστείες μονομαχίες του τύπου “ποιός είναι ο μεγαλύτερος απατεώνας” και πότε συνεργάζονται. Η παράσταση έχει στοιχεία μελό, αλλά κυρίαρχη είναι η φάρσα και η ανατροπή. Είναι ένα ανάλαφρο θέμα, με επιφανειακούς χαρακτήρες και πλοκή που βασίζεται στις ανατροπές και στα κωμικά ευρήματα. Έτσι το βάρος πέφτει στους δύο κωμικούς.
Ο Γιάννης Μπέζος ερμηνεύει ένα ρόλο απολύτως στα μέτρα του. Ο μεγαλοπρεπής και μπλαζέ, καθώς είναι μπουχτισμένος από τη ζωή και τις επιτυχίες του στη λαμογιά, Λόρενς Τζέιμσον, ερμηνεύεται με έναν ιδιαίτερα πειστικό τρόπο από τον γνωστό κωμικό. Αν και στον κόσμο, από όσο κατάλαβα, αρέσει περισσότερο η ερμηνεία του Φιλιππίδη, γιατί έχει πιο πολλά κωμικά στοιχεία, κατά τη γνώμη μου ο Μπέζος είναι καλύτερος στην παράσταση αυτή. Ο Πέτρος Φιλιππίδης, αν και δείχνει το μεγάλο ταλέντο του στην κωμωδία και βγάζει πολλή ενέργεια στην σκηνή, δείχνει μεγάλος για το ρόλο που ερμηνεύει. Υποτίθεται ότι ο Φρέντι είναι αρκετά νεότερος από τον Λόρενς, για να υπάρχει κι ένα στοιχείο χάσματος γενεών στην κόντρα ανάμεσα στα δύο λαμόγια- τζέντλεμεν. Αυτή η νεανική τρέλα και η παρορμητικότητα του χαρακτήρα δεν ενσαρκώνεται τόσο πειστικά στο πρόσωπο του Πέτρου Φιλιππίδη. Κι η διαφορά ηλικίας ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές, σε ένα έργο που προσπαθεί να αποδώσει έναν κινηματογραφικού τύπου ρεαλισμό, νομίζω ότι είναι μία κρίσιμη λεπτομέρεια.
Η τρίτη πρωταγωνίστρια, Κατερίνα Παπουτσάκη, είναι ικανοποιητική στο ρόλο μιας μελαχρινής Μέριλιν, σέξι, ολίγον αφελούς, μελό και αδύναμης. Φαίνεται ότι της πάει το κωμικό περισσότερο από το δραματικό, καθώς το σεξ απίλ που βγάζει ταιριάζει περισσότερο στο ανάλαφρο περιβάλλον της φαρσοκωμωδίας. Επίσης, χορεύει ωραία κι έχει δουλέψει αρκετά με τη φωνή της. Όμως, το ότι της πάει η κωμωδία δεν σημαίνει ότι είναι και κωμική ηθοποιός. Το γέλιο στην παράσταση το βγάζουν ο Μπέζος με το Φιλιππίδη. Όσο για τους υπόλοιπους ηθοποιούς, δε νομίζω ότι κάποιος από αυτούς έλαμψε στο έργο αυτό.
Τα σκηνικά του Μανώλη Παντελιδάκη δεν είναι στο επίπεδο άλλων δουλειών του. Ο Παντελιδάκης καταφέρνει, όσο σχεδόν κανένας, να φτιάχνει σκηνικά, ρεαλιστικά, αλλά και λειτουργικά, για τις ανάγκες της μεταφοράς ενός κινηματογραφικού έργου στο θέατρο, καθώς είναι ικανά να αλλάζουν σκηνές και τοπία, με ρυθμούς σινεμά. Δεν δίνουν, όμως, το κάτι παραπάνω σε σχέση με την θεατρική εμπειρία, ούτε έχουν την εικαστική ποιότητα, στην οποία μας έχει συνηθίσει ο συγκεκριμένος σκηνογράφος.
Το Απατεώνες και Τζέντλεμεν έχει δύο βιρτουόζους κωμικούς, που κατέθεσαν το ταλέντο τους, αλλά όχι και την ψυχή τους στο σανίδι. Έχει φαντασμαγορικά στοιχεία και ωραίες παρουσίες και είναι μια παράσταση για κάποιον που θέλει να διασκεδάσει με ένα ανάλαφρο κι επιφανειακό story, αλλά σίγουρα δεν είναι σπουδαία παράσταση.
Γιώργος Σμυρνής