Ελένη και Σουζάνα Βουγιουκλή: “Τα θρακιώτικα είναι ροκ”!
Οι δύο “Χάριτες” του σύγχρονου προσώπου της παραδοσιακής μουσικής, που έχουν κερδίσει την προσοχή του κοινού και των media με την ξεχωριστή δουλειά και παρουσία τους, εμφανίζονται για τρεις ημέρες την Μεγάλη Εβδομάδα στο Half Note. Επ’ ευκαιρία αυτών των ιδιαίτερων live, και ενώ προετοιμάζονται για τη συναυλία που θα δώσουν στη Νέα Υόρκη στις 18 Μαΐου, μας μίλησαν για το πώς βλέπουν οι ίδιες την ενασχόλησή τους με το εν λόγω είδος, και μας μετέφεραν τη φρεσκάδα της καλλιτεχνικής τους ματιάς.Συνέντευξη στην Αργυρώ Σταυρίδη
Εκτός από τις ερμηνείες παραδοσιακών (και όχι μόνο) ελληνικών και ξένων τραγουδιών και τις δικές τους πρωτότυπες δημιουργίες πάνω σε έθνικ μοτίβα, το εντυπωσιακό βιογραφικό τους περιλαμβάνει ακόμη τη γνώση τουλάχιστον 4 γλωσσών, την συγγραφή ενός βιβλίου κοινωνικο-πολιτικού περιεχομένου, έρευνα στο θέατρο-performing αλλά και την επιθυμία διερεύνησης της σχέσης μαθηματικών και μουσικής. Οι αδελφές Βουγιουκλή σίγουρα παρέχουν άφθονες αφορμές για να τις γνωρίσουμε καλύτερα και να περιμένουμε με ενδιαφέρον ό,τι νέο από πλευράς τους…
Στο Half Note αυτή τη φορά θα παρουσιάσετε ένα πιο “κατανυκτικό” live για τη Μ.Εβδομάδα. Ποιες “δυνατές” εικόνες, αναμνήσεις ή εντυπώσεις σας από τον παραδοσιακό εορτασμό του Πάσχα στην επαρχία ανακαλούν τα ελληνικά κομμάτια που θα παρουσιάσετε, δεδομένου ότι μεγαλώσατε στην Ξάνθη;
Η Ξάνθη, παρόλο που είναι πόλη, σου δίνει τη δυνατότητα να αισθανθείς το Πάσχα όχι μόνο αστικά, αλλά και παραδοσιακά! Βλέπετε η αστικοποίηση αφορά ολόκληρη την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης και της Θράκης. Έχουμε πολύ έντονη τη μυρωδιά του Πάσχα, που κατά τη γνώμη μας είναι η ωραιότερη εποχή του χρόνου με όλα αυτά τα υπέροχα χρώματα της άνοιξης και το άρωμα της πασχαλιάς! Όμως οι μνήμες δημιουργούνται και μέσα από αφηγήσεις και ακούσματα αρκεί να έχεις τα αφτιά και τα μάτια ανοιχτά. Έτσι ένα τραγούδι που ακούς από τα παιδικά σου χρόνια αφήνει το αποτύπωμά του στην ψυχή, είτε αυτό είναι η ακολουθία του Μεγαλοβδόμαδου ή των Χαιρετισμών, είτε αφορά ένα διαχρονικό τραγούδι, ελληνικό ή μη. Από την άλλη πλευρά, το κατανυκτικό στοιχείο ενός προγράμματος αφορά οποιαδήποτε παράσταση με διάδραση μεταξύ καλλιτεχνών και κοινού, και αυτό ελπίζουμε να το πετύχουμε και αυτή τη φορά.
Η όλη σας καλλιτεχνική παρουσία, από το ύφος της μουσικής σας μέχρι το εμφανισιακό σας στυλ και το πολύ προσεγμένο site σας, βρίσκονται σε αισθητική αρμονία, κάτι που είναι πολύ σημαντικό για την αναγνωρισιμότητα και εδραίωση ενός καλλιτέχνη στις μέρες μας. Σε τι βαθμό όλο αυτό το προφίλ διαμορφώθηκε από εσάς και πόσο σας συμβούλεψαν -ίσως- τρίτοι;
Είναι αλήθεια ότι η προσπάθειά μας ξεκίνησε πολύ νωρίς και κτίζεται με προσοχή και μεράκι. Πάντα λαμβάνουμε υπόψη τις προτάσεις και τις παρατηρήσεις ανθρώπων που εκτιμούμε, αλλά πάντα όλα περνάνε μέσα από το προσωπικό μας φίλτρο. Παρόλα αυτά, ποτέ δεν θα κάναμε ένα βήμα είτε μουσικό είτε εικαστικό είτε οτιδήποτε άλλο, αν εμείς οι ίδιες δεν νιώθουμε πολύ καλά με αυτό. Έχουμε τη χαρά να συναντάμε και να συνεργαζόμαστε με ανθρώπους με τους οποίους συμφωνούμε σε βάθος για ουσιαστικά πράγματα κι έχουμε μια κοινή αισθητική – όπως τον Μιχάλη Κοντοπυράκη που έχει κάνει το δημιουργικό του site μας, που αναφέρατε. Είμαστε πάντα ανοιχτές και θέλουμε να πειραματιζόμαστε, ακόμα και με ανθρώπους με τους οποίους με την πρώτη ανάγνωση ίσως φαίνεται ότι ανήκουμε σε διαφορετικούς κόσμους, αλλά η αισθητική μας να ταιριάζει, να είμαστε δημιουργικοί και να έχουμε κοινό καλλιτεχνικό στόχο.
Βλέπετε άραγε τη δουλειά σας και σαν “αποστολή” προκειμένου να αναδείξετε και να διαδώσετε τον πλούτο των παραδοσιακών μουσικών των τόπων απ’ όπου προέρχονται και εμπνέονται τα τραγούδια του ρεπερτορίου σας; Αποτελεί κάτι τέτοιο βασικό στόχο στον σχεδιασμό της μουσικής σας δραστηριότητας;
Οπωσδήποτε ο χαρακτηρισμός “αποστολή” είναι ιδιαίτερα βαρύς. Για την εποχή μας όμως, θεωρητικά, έτσι θα έπρεπε να είναι! Εκείνο που πιστεύουμε είναι ότι ο καλλιτέχνης προσπαθεί να ανακαλύψει τα στοιχεία τέχνης που βρίσκονται μέσα σε κάθε μορφή παράδοσης, να τα μετασχηματίσει μέσα από την προσωπική του ματιά, να τα ανανεώσει και να τα προσαρμόσει στις απαιτήσεις της εποχής. Και βεβαίως, τέλος να τα κοινωνήσει στο κοινό. Εκείνο που μετράει κάθε φορά είναι κατά πόσον η προσωπική αυτή ματιά θα περάσει στον κόσμο ή σε μερίδα του κόσμου. Έτσι κρίνεται και η πορεία και η συνέχεια του καλλιτέχνη.
Στις 21 Απριλίου ανεβαίνετε στην Κομοτηνή με το πρόγραμμα που παρουσιάσατε μέσα στην σαιζόν στο Half Note. Λόγω εντοπιότητας, το εκεί κοινό είναι φυσικά πιο εξοικειωμένο με τις μουσικές του τόπου του, τις οποίες προβάλλετε μεταξύ άλλων. Ποια πιστεύετε πως είναι τα ανανεωτικά στοιχεία με τα οποία “μπολιάζετε” την πρώτη ύλη σας;
Όσον αφορά το πρώτο σκέλος της ερώτησής σας, οι μουσικές της Θράκης αποτελούν ένα μόνο κομμάτι της μουσικής μας. Υπάρχουν πολλά ακόμη διαφορετικά στοιχεία που αφορούν μουσικές ελληνικές και παγκόσμιες. Επιπλέον, θα είναι ουσιαστικά η πρώτη φορά που παίζουμε στην Κομοτηνή, αν εξαιρέσουμε μια σύντομη παρουσία στα γενέθλια της εφημερίδας ΧΡΟΝΟΣ πριν 7-8 χρόνια. Έπειτα, όσο εξοικειωμένος και να είναι κανείς με ένα είδος μουσικής, πάντα υπάρχουν οπτικές και απόψεις που μπορούν να δώσουν διαφορετικές ερμηνείες και προοπτικές, που ίσως κανείς πριν δεν είχε σκεφτεί ή δεν είχε καταφέρει να πραγματώσει. Μπορεί τα ανανεωτικά στοιχεία να είναι, για παράδειγμα, ορατά και αντικειμενικά, όπως το να παίξουμε ένα ποντιακό τραγούδι με πιάνο, ή πιο υποκειμενικά και συναισθηματικά, όπως το να πούμε ένα ηπειρώτικο ακριβώς όπως θα το ακούγαμε από μοιρολογίστρες της Ηπείρου αλλά περασμένο μέσα από τις δικές μας φωνές που κουβαλάνε τα ακούσματα και τα ηχοχρώματα της μουσικής της δικής μας εποχής. Το συναίσθημα του ακροατή όμως είναι αυτό που μετράει όταν συμμετέχει στη διαδικασία κι όταν βγαίνει από την αίθουσα της συναυλίας – το να είναι ευτυχής και πλήρης!
Ποιες ιδιαιτερότητες υπάρχουν -αν υπάρχουν- στην καλλιτεχνική συνεργασία μεταξύ δύο αδελφών; Πώς διαμορφώνονται οι ισορροπίες σας ως μουσικό “σχήμα”;
Το γεγονός ότι μεγαλώσαμε στο ίδιο σπίτι και έχουμε κοινά ακούσματα και βιώματα, δημιουργεί μια πολύ καλή συνθήκη ώστε να κάνουμε την μουσική που κάνουμε έχοντας σχηματίσει έναν πολύ ισχυρό πυρήνα. Αυτό που ξέρουμε, όμως, είναι ότι σε όλες τις σχέσεις, χρειάζεται αγώνας για να ανθίσουν και δεν είναι τίποτα δεδομένο! Το πιο σημαντικό στοιχείο που έχουμε, που έχει και άμεσο αποτέλεσμα στον τρόπο που δουλεύουμε, είναι το ότι εκτιμάει και αγαπάει η μία την άλλη κι έτσι δεν μπλοκάρουμε στα λόγια! Δουλεύουμε άλλοτε με πρόγραμμα κι άλλοτε αυθόρμητα. Οι ρόλοι μας εναλλάσσονται. Είμαστε συμπληρωματικές και όχι ανταγωνιστικές!
Έχετε συνεργαστεί με γνωστά σπουδαία ονόματα του χώρου αλλά και με τον… πατέρα σας, που έγραψε το τραγούδι “Θρυαλλίδα” για τον δίσκο σας που κυκλοφόρησε το 2009, στο οποίο οι παραδοσιακοί ήχοι “παντρεύονται” με το ηλεκτρικό μπάσο. Ποια είναι η “ιστορία” του συγκεκριμένου κομματιού και τι “κώδικας” κρύβεται πίσω από τον στίχο “Νίξενι μετένιξε , λίτρενι μελάτρε”;
Ο πατέρας μας (καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο) γράφει ποίηση και κάποια από αυτά τα ποιήματα τα μελοποιεί! Η Θρυαλλίδα είναι ένα τραγούδι του οποίου ο στίχος μάς εκφράζει απόλυτα! Η μουσική, η οποία είναι εμπνευσμένη από θρακιώτικους σκοπούς, είναι από μόνη της ροκ κι έτσι το ηλεκτρικό μπάσο «έδεσε» αμέσως σαν ιδέα! «Νίξενι μετένιξε, λίτρενι μελάτρε» είναι ένα παιχνίδι με τις λέξεις -που του αρέσει πολύ να κάνει- ένα λογοπαίγνιο με τις φράσεις “ξένη ξενιτεμένη, τρελή ξετρελαμένη”!
Έχετε κάνει συναυλίες και στο εξωτερικό. Πόσο δεκτικό είναι το ξένο κοινό σε τέτοιους παραδοσιακούς ήχους; Ποιες οι αντιδράσεις του;
Οι συναυλίες μας στο εξωτερικό είναι πάντα μια εξαιρετική εμπειρία και μια επιβεβαίωση της πίστης μας στην παγκοσμιότητα της τέχνης. Το κοινό μάς δέχεται με ενθουσιασμό και εκτιμάει το γεγονός ότι στις παραστάσεις μας δίνουμε χώρο και σε άλλους πολιτισμούς, πέραν του ελληνικού, καταδεικνύοντας την σύνδεση και τα κοινά στοιχεία ακόμη και μεταξύ φαινομενικά απομακρυσμένων μεταξύ τους πολιτισμών. Θεωρούμε ότι εκείνο που μετράει στο πέρασμα και την αποδοχή του ήχου, μουσικού και γλωσσικού, είναι η προσωπική ματιά του καλλιτέχνη και η προσαρμογή και των δύο -ήχου και καλλιτέχνη- στις συνθήκες της κάθε εποχής. Κάθε φορά που περιοδεύουμε στο εξωτερικό, αλλά και στην Ελλάδα, αισθανόμαστε ότι αναγεννιόμαστε και γεμίζουμε δύναμη κι έμπνευση για να συνεχίσουμε αυτό που κάνουμε! Κι επειδή είμαστε καλλιτέχνες της ζωντανής παράστασης, έχουμε μια ιδιαίτερη σχέση με το κοινό, μας βοηθάει να δημιουργούμε τις ατμόσφαιρες που αναζητούμε. Αυτό αποτελεί βασική πηγή ενέργειας για εμάς!
Το πεδίο ενδιαφερόντων και δραστηριοτήτων σας είναι ιδιαίτερα ευρύ. Υπάρχει κάποιο βασικό “side project” για την καθεμιά σας αυτή τη στιγμή; Έχει γίνει πιο δύσκολο να διαχειρίζεστε τον χρόνο σας ανάμεσα σε αυτά, όσο γίνεστε πιο “περιζήτητες”;
Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν side project για την καθεμιά μας ξεχωριστά. Το βασικό project που θέλουμε τώρα να κάνουμε, είναι ο καινούργιος μας δίσκος με τις δικές μας συνθέσεις – στον οποίο δίσκο δουλεύουμε με εξαιρετικούς μουσικούς! Κατά καιρούς κάνει η καθεμιά μας τα δικά της πράγματα και τις προσωπικές της αναζητήσεις, αλλά αυτό που κάνουμε οι δυο μας μάς εκφράζει απόλυτα, μας δίνει απεριόριστες δυνατότητες δημιουργίας και μας προκαλεί συνέχεια να το εξελίσσουμε. Πάντα είναι δύσκολα να διαχειρίζεσαι το χρόνο σου όταν είσαι σε περιοδεία ή σε μια πολύ δημιουργική φάση αλλά είμαστε δύο, οπότε προσπαθούμε να μοιραζόμαστε τα άγχη και τις υποχρεώσεις!
Το παραδοσιακό, έθνικ στοιχείο είναι το κύριο χαρακτηριστικό της καλλιτεχνικής σας ταυτότητας. Στην προσωπική σας ζωή, ποια άλλα ακούσματα κερδίζουν το ενδιαφέρον σας;
Η μουσική δεν έχει σύνορα! Είναι μια παγκόσμια, καθολική γλώσσα! Ειδικά η έθνικ μουσική είναι μια έννοια ευρεία και εμπεριέχει ίσως τα περισσότερα «είδη» μουσικής. Ανήκουμε στη γενιά της «παγκοσμιοποίησης» και προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε τα όποια θετικά στοιχεία της. Ο κοινός άξονας που συνδέει όλα τα τραγούδια μας είναι η αντοχή τους στον χώρο και τον χρόνο και προπαντός, το κατά πόσον αυτό το τραγούδι μας αρέσει, μας συγκινεί! Αυτό μπορεί να είναι είτε ένα gospel, είτε ένα ρεμπέτικο, είτε ένα ροκ, είτε ένα fado… Οπωσδήποτε, υπάρχουν κάποιες μουσικές στις οποίες έχουμε μια ιδιαίτερη αδυναμία εμείς οι Έλληνες, όπως τα fados, η Ανατολή, τα Βαλκάνια και γενικότερα η μεσογειακή μουσική, αλλά εξίσου μπορούν να «μιλήσουν» στην ψυχή μας και μουσικές από την άλλη άκρη του κόσμου, όπως είναι τα blues ή η ασιατική μουσική! Ακούμε σχεδόν τα πάντα… από Screamin’ Jay Hawkins μέχρι Prokofiev, από Diamanda Galas και Demetrio Stratos μέχρι Pink Floyd, Led Zeppelin, Radiohead και Muse κι από Yma Sumac και Amalia Rodrigues μέχρι Klaus Nomi και Μαρία Κάλλας!