Λεωνίδας Καβάκος στο Μέγαρο: Αριστουργήματα λυρισμού!
Με τρεις σονάτες για βιολί και πιάνο του θρυλικού Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, δύο σπουδαίοι σολίστες, ο Λεωνίδας Καβάκος και ο Ενρίκο Πάτσε δημιούργησαν μία συγκινησιακή ατμόσφαιρα με τις ερμηνείες τους, στην οποία τον πρώτο λόγο είχε η ιδιοφυΐα του μεγάλου συνθέτη.
Οι δύο ερμηνευτές παρουσιάζουν σε τρεις συναυλίες όλο τον κύκλο των δέκα σονατών για πιάνο και βιολί του Μπετόβεν. Τα δέκα αυτά μουσικά έργα γράφτηκαν σε μία σύντομη σχετικά περίοδο δεκαπέντε ετών. Ωστόσο, δείχνουν ξεκάθαρα την εξέλιξη της μουσικής του μεγάλου δημιουργού.
Αυτό που με εντυπωσιάζει με τον Μπετόβεν, πέρα από το μεγαλείο της έμπνευσής του και το τεράστιο πάθος που βγάζουν τα έργα του, είναι η μεγάλη γκάμα του έργου του και η σημασία κάθε μέρους αυτής χωριστά. Υπάρχουν οι συμφωνικές του Μπετόβεν, που αποτελούν από μόνες τους τεράστιο κεφάλαιο στην ιστορία του πολιτισμού και το ίδιο ισχύει για τα κουαρτέτα του μεγάλου συνθέτη, για τις σονάτες για πιάνο, για τα κοντσέρτα του, αλλά και για τις σονάτες για βιολί και πιάνο.
Η δημιουργικότητα του συνθέτη είναι τέτοια, που ολοκληρώνει μία μεγάλη διαδρομή, με τεράστια πολιτισμική σημασία, σε κάθε είδος της “κλασικής” μουσικής με το οποίο καταπιάνεται. Για το γεγονός ότι ολοκλήρωσε τέτοιες πορείες, στο βαθμό που να θεωρείται ότι κλείνει ένα κεφάλαιο στη μουσική κάθε φορά με τις δημιουργίες του, έχει χαρακτηριστεί από μουσικολόγους ως ο τελευταίος των κλασικών, αν και πολλοί τον κατατάσσουν στους πρώτους ρομαντικούς συνθέτες. Όπως και να έχει, το έργο του Μπετόβεν είναι σε ένα μεταίχμιο της ιστορίας της μουσικής: ολοκληρώνει μια διαδρομή, την οποία είχαν χαράξει προηγούμενοι συνθέτες και αποτελεί κεφάλαιο και πηγή έμπνευσης και επαναπροσδιορισμού για τις επόμενες γενιές μουσικών.
Στη δεύτερη συναυλία του συγκεκριμένου κύκλου στο Μέγαρο Μουσικής, ακούστηκαν τρεις σονάτες για βιολί και πιάνο, η πρώτη, έργο της νεανικής περιόδου του συνθέτη, η πέμπτη και η δέκατη. Από τις σονάτες, συγκλονιστική ήταν η 5η σονάτα, της Άνοιξης. Η σονάτα αυτή έχει μια ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στις δέκα. Είναι η στιγμή που ο Μπετόβεν απελευθερώνεται από τους περιορισμούς των συμβάσεων, που είχε αποδεχθεί σε προηγούμενα έργα του και αρχίζει να φτιάχνει τους δικούς του κανόνες. Ο απαστράπτων λυρισμός της, σε αυτό το έργο που τα ρυθμικά κομμάτια συνδυάζονται άρτια και με πιο ήρεμα τέμπο, αναδείχθηκε με τις δεξιοτεχνικές ερμηνείες τόσο του Καβάκου, όσο και του Πάτσε, με τους δύο σολίστες να συνεργάζονται αρμονικά.
Η πιο σύνθετη μουσικά από τις τρεις, προϊόν της διάθεσης του Μπετόβεν για καλλιτεχνικό πειραματισμό, έρευνα και υπέρβαση των κανόνων, ήταν η δέκατη. Αυτή έγειρε και τις μεγαλύτερες αξιώσεις δεξιοτεχνίας και συντονισμού από τους δύο σολίστες. Οι δύο μουσικοί ανταποκρίθηκαν άψογα, με τον Καβάκο να σηκώνει το μεγαλύτερο βάρος και να συγκλονίζει σε μία σονάτα, στην οποία το βιολί είχε τον πρώτο λόγο.
Το κοινό του Μεγάρου μαγεύτηκε από τους δύο ερμηνευτές και ιδίως τον “εθνικό μας σολίστα”- θα λέγαμε- ο οποίος, με τη βοήθεια του εξαίρετου πιανίστα Πάτσε, μας χάρισε στιγμές αριστουργηματικής μουσικής και μας έκανε να θέλουμε κι άλλο. Ευτυχώς, υπάρχει και η τρίτη συναυλία τους την 21η Απριλίου, οπότε θα ολοκληρωθεί ο μουσικός αυτός κύκλος.
Γιώργος Σμυρνής