Περιπλανήσεις στο χώρο του Third Stream, της Fusion και της Jazz στο Μέγαρο
Στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών το Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής θα παρουσιάσει την Πέμπτη 3 Μαΐου υπό τη διεύθυνση του συνθέτη, αρχιμουσικού και πανεπιστημιακού διδασκάλου Θόδωρου Αντωνίου συνθέσεις Δούση, Σούλχοφ, Σούλλερ, Αλεξιάδη και Μιγιώ. Συμμετέχουν οι σολίστ: Βίκυ Στυλιανού (πιάνο) και Γιάννης Σαμπροβαλάκης (κλαρινέτο).
Η Σειρά «Μουσικές του 20ού και του 21ου αιώνα-Σταθμοί Σύγχρονης Μουσικής» φιλοξενεί τον Μάιο στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος έργα Ελλήνων και ξένων συνθετών που επηρεάστηκαν από τη fusion, την jazz και το λεγόμενο «Τρίτο Ρεύμα», εμπνευστής του οποίου υπήρξε ο Αμερικανός Γκάνθερ Σούλλερ.
Όπως εξηγεί ο Θόδωρος Αντωνίου στο σημείωμά του για τη συναυλία του Ε.Σ.Σ.Μ. στο Μέγαρο: «το πρόγραμμα κινείται στο χώρο της “τήξης” (fusion) και της συνένωσης της μουσικής του 20ού αιώνα με την τζαζ και με παρόμοιες αισθητικές τάσεις. Ο Γκάνθερ Σούλλερ εισάγει και καθιερώνει το «Τρίτο Ρεύμα» (Third Stream). Ο Μηνάς Ι. Αλεξιάδης έχει πολύ ισχυρούς δεσμούς με την τζαζ ως συνθέτης και πιανίστας. Ο Έρβιν Σούλχοφ, ένα μεγάλο ταλέντο και μια από τις τραγικότερες προσωπικότητες της σύγχρονης μουσικής (χάθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης), ασχολήθηκε και αυτός με την τζαζ. “H Δημιουργία του Κόσμου” (La Création Du Monde) του Νταριούς Μιγιώ θεωρείται το πρώτο αντιπροσωπευτικό έργο που ενώνει τη μουσική του 20ού αιώνα με την τζαζ. Ο νέος συνθέτης Γιώργος Δούσης γράφει βασιζόμενος σε μια πλατιά παλέτα μουσικών τεχνικών και αισθητικών κατευθύνσεων, μεταξύ των οποίων και η τζαζ».
Γιώργος Δούσης (γεν. 1975) & Convolution (non) Standard (2011) Απόφοιτος του Τμήματος Μουσικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και διπλωματούχος πιανίστας, ο Γιώργος Δούσης πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές σύνθεσης (Μaster in Arts) στην Βρετανία ως υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών. Το 2011, έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα στο γνωστικό πεδίο της σύνθεσης από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια σύνθεσης με τους Ριμ, Στρόπα, Φεντέλε και άλλους. Έχει γράψει έργα για ποικίλα σύνολα, πολλά από τα οποία έχουν ερμηνευθεί στο εξωτερικό. Ως ενορχηστρωτής, ο Γιώργος Δούσης έχει συνεργαστεί με γνωστές ελληνικές ορχήστρες. Είναι μέλος της Ένωσης Συνθετών Ηλεκτροακουστικής Μουσικής.
To έργο Convolution (non) standard αποτελεί παραγγελία της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών στον συνθέτη και ο βασικός του άξονας είναι το «Τρίτο Ρεύμα». Η σύνθεση του έργου, όπως σημειώνει ο Γιώργος Δούσης, «έγινε αφενός με τρόπο βιωματικό, μέσα από την πρακτική εμπειρία από τον ευρύτερο χώρο της τζαζ […] και αφετέρου αξιοποιώντας γνώσεις παλαιότερης έρευνας σχετικής με συνθέτες και έργα που ανήκουν στο ρεύμα αυτό». Το έργο είναι σύντομης διάρκειας και είναι γραμμένο για φλάουτο, κλαρινέτο, άλτο και σοπράνο σαξόφωνο, κόρνο, τρομπέτα, τρομπόνι, δύο κρουστούς, πιάνο και κοντραμπάσο.
Έρβιν Σούλχοφ (1894-1942) & Hot-Sonate για κλαρινέτο και πιάνο (1930)
Υπήρξε ένας εξαίρετος μουσικός με σπουδαίες δεξιότητες, τόσο ως συνθέτης όσο και ως πιανίστας. Ασχολήθηκε με τα ελαφρότερα ιδιώματα και την τζαζ (1921-1931) αλλά και με τη λόγια μουσική (συμφωνική, όπερα, μουσική δωματίου, κ.ά.). Υπήρξε ο μοναδικός από τους συνθέτες του ‘προναζιστικού’ μεσοπολέμου που είχε εμπειρία στον τζαζ αυτοσχεδιασμό. Ήταν Τσέχος γερμανοεβραϊκής καταγωγής. Σπούδασε στο Κρατικό Ωδείο της Πράγας, στην Βιέννη, στην Λειψία (με δάσκαλο τον Μαξ Ρέγκερ) και στην Πολωνία. Συνελήφθη ως κομμουνιστής το 1941 από τα γερμανικά στρατεύματα και άφησε την τελευταία του πνοή στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Βύλτσμπουργκ της Βαυαρίας, όπου προσβλήθηκε από φυματίωση λόγω των απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης.
Η τετραμερής Hot-Sonate ήταν παραγγελία της Ραδιοφωνίας του Βερολίνου στον Σούλχοφ και γράφτηκε το 1930 αρχικά για σαξόφωνο και πιάνο. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά με τον ίδιο τον Σούλχοφ στα πλήκτρα. Ακολούθησαν μεταγραφές της για κλαρινέτο και πιάνο, καθώς και για σαξόφωνο και ορχήστρα. Στην εκδοχή της σονάτας για κλαρινέτο και πιάνο που θα ακουστεί στο Μέγαρο Μουσικής, τα σολιστικά μέρη θα αποδώσουν η Βίκυ Στυλιανού, πιάνο και ο Γιάννης Σαμπροβαλάκης, κλαρινέτο.
Γκάνθερ Σούλλερ (γεν. 1925) & Conversations για κουαρτέτο τζαζ και κουαρτέτο εγχόρδων (1959)
Αποτελεί κορυφαία μορφή της σύγχρονης αμερικάνικης μουσικής. Άρχισε τη σταδιοδρομία του ως σημαντικός σολίστ κόρνου και αργότερα ως μαέστρος, διευθύνοντας πολλές από τις μεγαλύτερες ορχήστρες διεθνώς. Στα περισσότερα από τα 180 έργα του συμπεριλαμβάνονται κοντσέρτα, συμφωνίες, όπερες κ.ά., συχνά με μίξη στοιχείων τζαζ και πρωτοποριακών τεχνικών σύνθεσης του 20ού αιώνα, όπως η ατονικότητα, ο σειραϊσμός και ο πουαντιλισμός. Ο Γκάνθερ Σούλλερ εισήγαγε παράλληλα ένα νέο μουσικό είδος που ονόμασε Third Stream («Τρίτο Ρεύμα»). Άσκησε μεγάλη επιρροή ως καθηγητής στη Μουσική Σχολή του Μανχάταν, στο Γέιλ ως διευθυντής του μουσικού κέντρου Τάνγκλγουντ και ως πρόεδρος του Ωδείου της Νέας Αγγλίας. Έχει γράψει κορυφαία συγγράμματα σχετικά με την τζαζ, την τεχνική διεύθυνσης ορχήστρας και του κόρνου, ενώ μέσα από τον εκδοτικό του οίκο Margun εξέδωσε έργα συγχρόνων συνθετών (μεταξύ αυτών Νίκου Σκαλκώτα και Θόδωρου Αντωνίου).
Το έργο Conversations για κουαρτέτο τζαζ και κουαρτέτο εγχόρδων είναι ένα από τα πρώτα και ιδιαίτερα αξιοσημείωτα έργα του «Τρίτου Pεύματος», ενός όρου που διατύπωσε για πρώτη φορά ο Σούλλερ σε διάλεξή του το 1957 για να περιγράψει αυτό το νέο ιδίωμα που είχε εμπνευστεί ο ίδιος προκειμένου να συνδυάσει τον τζαζ αυτοσχεδιασμό με τις τεχνικές και πρακτικές της λόγιας σύνθεσης. Η ακμή του «Τρίτου Ρεύματος» διήρκεσε έως το 1970 και επηρέασε γνωστούς πιανίστες και ενορχηστρωτές όπως οι Τζων Λιούις, Τζωρτζ Ράσσελ, Ραν Μπλέικ και άλλους, καθώς και μεταγενέστερους Ευρωπαίους καλλιτέχνες και σύνολα (Vienna Art Orchestra, Γιαν Γκαρμπάρεκ, κ.ά.). Η σύνθεση Conversations παρουσιάστηκε σε πρώτη εκτέλεση στο Δημαρχείο της Νέας Υόρκης το 1959 υπό τη διεύθυνση του ίδιου του Γκάνθερ Σούλλερ.
Mηνάς Ι. Αλεξιάδης (1960) & Ragtime Ballet για ενόργανο σύνολο (2012)
Στη συλλογική μουσική μνήμη το ράγκταϊμ έχει συνδεθεί κυρίως με τις χαρακτηριστικές μελωδίες του Σκοτ Τζόπλιν. Όπως αναφέρει ο Μηνάς Ι. Αλεξιάδης στο σημείωμά του για τη σύνθεσή του Ragtime Ballet, το είδος αυτό «ήταν κυρίως μουσική για σόλο πιάνο, η ελκυστικότητα του οποίου οφείλεται στη μελωδική ποικιλία με τις ρυθμικές συγκοπές». Το ορχηστρικό μπαλέτο του Αλεξιάδη που θα ερμηνευθεί στη συναυλία της 3ης Μαΐου, αποτελεί διασκευή του Ragtime Concertino, το οποίο γράφτηκε από τον πολυβραβευμένο συνθέτη, πιανίστα και μουσικολόγο το 2008 κατόπιν παραγγελίας της Ορχήστρας των Χρωμάτων. Στόχος του συνθέτη, όπως δηλώνει ο ίδιος, ήταν «να παραμείνει κοντά στην ιδέα του αυθεντικού ράγκταϊμ ενσωματώνοντας παράλληλα τις κατοπινές απολήξεις προς την τζαζ της Νέας Ορλεάνης, το μπλουζ και το σουίνγκ».
Ο Μηνάς Ι. Αλεξιάδης είναι απόφοιτος του Πανεπιστημίου Ρόμπερτ Σούμαν του Ντύσσελντορφ (σύνθεση) και της Νομικής Σχολής. Είναι διδάκτωρ Μουσικολογίας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών και αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η εργογραφία του περιλαμβάνει όπερες, μουσικοθεατρικά έργα βασισμένα σε δικά του κείμενα, συμφωνικά, μουσική δωματίου, μπαλέτα, ηλεκτρονική, σκηνική και κινηματογραφική μουσική. Συνθέσεις του έχουν παρουσιαστεί σε όλο τον κόσμο, έχουν βραβευθεί σε διεθνείς διαγωνισμούς, έχουν ηχογραφηθεί και μεταδοθεί από ραδιοτηλεοπτικά δίκτυα πολλών χωρών. Προσκαλείται συχνά να συμμετάσχει ως εισηγητής σε πανελλήνια και διεθνή συνέδρια, ενώ άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά και επιστημονικές εκδόσεις. Ο Μηνάς Ι. Αλεξιάδης έχει αναπτύξει αξιόλογη συγγραφική δραστηριότητα. («Η Ιστορία του Στρατιώτη: Μορφή, περιεχόμενο και ανάλυση της μουσικής του Ιγκόρ Στραβίνσκυ»-2003 και «Ο Μαγικός Αυλός του Ορφέα: 10 μελετήματα για την όπερα και το μουσικό θέατρο»-2010).
Νταριούς Μιγιώ (1892-1974) & H δημιουργία του κόσμου (1923)
Η μουσική του έχει χαρακτηριστεί «οικουμενική». Και δικαιολογημένα, αφού οι δημιουργίες του είναι πάμπολλες και πολυσχιδείς με επιρροές από διαφορετικές κουλτούρες από όλο τον κόσμο (τζαζ, λάτιν, κ.ά.), εκφρασμένες μέσα από κάθε είδος μουσικής φόρμας. Ο Νταριούς Μιγιώ υπήρξε πολυσυλλεκτικός ως προς τα πολιτιστικά του βιώματα και γόνιμος αφομοιωτής των τότε νεωτερικών τάσεων της πολυτονικότητας και της πολυρυθμίας. Παρότι οι μελετητές του έργου του υποστηρίζουν ότι είναι ένας από τους κατ’ εξοχήν «μελωδιστές» του 20ού αιώνα, μια πιο προσεκτική προσέγγιση των συνθέσεων και της ζωής του αποκαλύπτει μια πολύπλευρη προσωπικότητα: φωτεινή, ιλαρή και γοητευτική («Το βόδι στη στέγη) αλλά συνάμα ερεβώδης, πικρόχολη και τραγική («Ορέστεια»), μα και γεμάτη πνευματικότητα με υπερφυσικές αναζητήσεις («Χριστόφορος Κολόμβος»). Ο Μιγιώ ήταν προβηγκιανής καταγωγής. Σπούδασε στο Ωδείο των Παρισίων και υπήρξε μαθητής των Ζεντάλζ, Ντυκά και Βενσάν ντ’ Εντύ. Η άνοδος του ναζισμού και η εβραϊκή του καταγωγή τον υποχρέωσαν να μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου και άρχισε να διδάσκει στο Κολέγιο Μιλς στην Καλιφόρνια. Από το 1947 έως και το 1971 δίδασκε εναλλάξ και στο Κονσερβατουάρ, μέχρι που υποχρεώθηκε να σταματήσει λόγω επιδείνωσης της υγείας του. Συνδέθηκε φιλικά με σημαντικούς καλλιτέχνες της γενιάς του όπως ο συνθέτης Ζακ Ιμπέρ, οι ποιητές Πωλ Κλωντέλ και Φρανσίς Ζαμ και ο πολυτάλαντος Ζαν Κοκτώ. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της περίφημης «Ομάδας των έξι» που συστάθηκε περί τα 1916 ως μια αυθόρμητη κίνηση αντίδρασης στον ιμπρεσιονισμό και τον βαγκνερισμό. Οφείλει τον τίτλο της σε άρθρο του κριτικού και συνθέτη Ανρί Κολλέ. Στην ομάδα συμμετείχαν οι Ωρίκ, Ντυρέ, Ονεγκέρ, Μιγιώ και Πουλένκ, καθώς και η Γαλλίδα συνθέτρια Ζερμαίν Ταγεφέρ.
Η δεκαετία του ’20 υπήρξε αποκαλυπτική για τον Μιγιώ, ο οποίος, στις λονδρέζικες περιπλανήσεις του και στα νεοϋορκέζικα στέκια των Αφροαμερικανών, παρασύρθηκε από τη μαγεία της τζαζ. Αφέθηκε, λοιπόν, να επηρεαστεί από αυτά τα σαγηνευτικά νέα ακούσματα και από την αφρικανική προφορική παράδοση. Το 1923, με αφορμή ένα κείμενο του διάσημου Γάλλου συγγραφέα Μπλαιζ Σαντράρ βασισμένο σε έναν αφρικανικό μύθο, συνθέτει ένα μπαλέτο βραχείας διάρκειας που θα ονομάσει «Η δημιουργία του κόσμου» (La Création du Monde, έργο 81a). H παρτιτούρα είναι γραμμένη για μικρή ορχήστρα (17 όργανα), αποτελείται από έξι μέρη που εκτελούνται δίχως διακοπή και περιλαμβάνει ένα μέρος για σόλο σαξόφωνο. Ερμηνεύθηκε για πρώτη φορά στο Θέατρο των Ηλυσίων Πεδίων, στο Παρίσι, στις 25 Οκτωβρίου το 1923, κατά την παρουσίαση της ομώνυμης χορογραφίας από τα σουηδικά μπαλέτα. Μαζί με τον «Σκαραμούς» και «Το βόδι στη στέγη» είναι ένα από τα πλέον δημοφιλή έργα του Μιγιώ. Ενίοτε, «Η δημιουργία» ερμηνεύεται και στη μεταγενέστερη εκδοχή της για πιάνο και κουαρτέτο εγχόρδων.
Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής
Δημιουργήθηκε κατόπιν πρωτοβουλίας του Θόδωρου Αντωνίου τον Φεβρουάριο του 1967 με τη συμμετοχή ταλαντούχων σολίστ που ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για τη μουσική του 20ού αιώνα. Ένα μήνα μετά τη συγκρότησή του, το σύνολο έκανε την πρώτη εμφάνισή του στην Ελληνοαμερικανική Ένωση στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Ημέρες Σύγχρονης Μουσικής». Κατά τη μακρά πορεία του, έχει παρουσιάσει εκατοντάδες έργα όλων των αισθητικών κατευθύνσεων και τεχνοτροπιών τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις νεότερες γενιές Ελλήνων συνθετών με παραγγελίες και πρώτες εκτελέσεις, ενώ έχει επίσης ερμηνεύσει τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα της διεθνούς εργογραφίας. Υπεύθυνος του συγκροτήματος είναι ο μαέστρος και συνθέτης Ιάκωβος Κονιτόπουλος.