Ο Carroll Dunham “Θησειάζει” δέντρα στην γκαλερί Bernier/Eliades – “Στην τέχνη σήμερα, ουσιαστικά δεν υπάρχει πια κάτι να διδάξεις”!
Όταν οι επαγγελματικές υποχρεώσεις περιλαμβάνουν “βόλτα” στο Θησείο μια ζεστή ανοιξιάτικη μέρα, τότε σίγουρα μπορούμε να μιλάμε για business & pleasure. Ένα ηλιόλουστο μεσημέρι λοιπόν, στην σεμνά “κοκέτα” οδό Επταχάλκου, και συγκεκριμένα στην πολύ όμορφη στέγη τής γκαλερί Bernier/Eliades, περίμενε το monopoli.gr ένας από τους σπουδαιότερους εικαστικούς εκπροσώπους της σύγχρονης τέχνης, ο Carroll Dunham, προκειμένου να μιλήσουμε για… δέντρα. Αυτό είναι το αντικείμενο με το οποίο καταπιάνεται η έκθεση του διάσημου Αμερικανού καλλιτέχνη, που παρουσιάζεται αυτό τον καιρό στη γνωστή γκαλερί στο Θησείο, και την οποία αξίζει να επισκεφθείτε, ενδεχομένως στο πλαίσιο της βόλτας σας στην περιοχή, ή και ανεξάρτητα από αυτή. Μιλήσαμε όμως και γενικότερα για τη δουλειά του και για τον ίδιο ως άνθρωπο και καλλιτέχνη, έργα του οποίου βρίσκονται σε αρκετές μόνιμες συλλογές όπως του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη (MoMA) ή της Tate Gallery στο Λονδίνο, αλλά και εκτίθενται εκτενώς στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρώπη. Στις απόψεις και τη δουλειά του επιβεβαιώσαμε για άλλη μια φορά ότι παρά τα ενδεχόμενα υπολείμματα προκαταλήψεων, η σύγχρονη τέχνη μπορεί να είναι πολύ “προσιτή”. Συνέντευξη στην Αργυρώ Σταυρίδη
– Συνηθίζετε πάντα να «συνοδεύετε» ο ίδιος τις εκθέσεις σας όταν ταξιδεύουν στο εξωτερικό; Τι περιλαμβάνει το πρόγραμμα της επίσκεψής σας στη χώρα μας;
Μου αρέσει πάντα να παρίσταμαι στις εκθέσεις μου, σε όποιο μέρος του κόσμου κι αν γίνονται. Να εμπλέκομαι στο στήσιμό τους και να γνωρίζω τον κόσμο που βοηθά στο να πραγματοποιηθούν. Η επίσκεψή μου διαρκεί μόνο τρεις ημέρες, οπότε δεν περιλαμβάνει πολλά. Την πρώτη μέρα ήμουν εδώ, με τους ανθρώπους της γκαλερί για να στήσουμε την έκθεση, ενώ προσπαθούσα και να ξεπεράσω το jet lag, τη δεύτερη μέρα περπάτησα λίγο στην Αθήνα και επισκέφθηκα το Μουσείο της Ακρόπολης, το οποίο ήμουν περίεργος να δω, και σήμερα έχουμε τα εγκαίνια, οπότε περνάω τον περισσότερο χρόνο στην γκαλερί.
– Η επιθυμία σας να επισκεφθείτε το Μουσείο της Ακρόπολης είχε να κάνει περισσότερο με τα εκθέματα ή με την ίδια την εγκατάσταση;
Βασικά ήμουν περίεργος για το κτήριο, επειδή ο αρχιτέκτονάς του είναι από τη Νέα Υόρκη, τον γνωρίζω προσωπικά, και το συγκεκριμένο αποτελούσε ένα πολύ μεγάλο έργο που είχε αναλάβει. Αλλά ενδιαφερόμουν πολύ και για τα εκθέματα. Είναι βέβαια ένα πεδίο για το οποίο δεν γνωρίζω πολλά, γι’ αυτό το ενδιαφέρον μου ήταν συνολικό, και τώρα μου δόθηκε η ευκαιρία να το ικανοποιήσω.
– Εσείς ζείτε και εργάζεστε στη Νέα Υόρκη (και στο Κονέκτικατ), μία από τις θεωρούμενες «μητροπόλεις» της σύγχρονης τέχνης. Πόσο στενά παρακολουθείτε τα δρώμενα στην εκεί καλλιτεχνική σκηνή;
Προσπαθώ να τα παρακολουθώ, μου αρέσει να ξέρω τι συμβαίνει και τι παρουσιάζουν οι καλλιτέχνες. Το πρόβλημα είναι ότι το πεδίο «τέχνη» στη Νέα Υόρκη έχει επεκταθεί πάρα πολύ… Όταν ήμουν πιο μικρός, πραγματικά μπορούσες να παρακολουθείς τα πάντα. Πλέον όμως η αναλογία όλων αυτών που συμβαίνουν και της ποσότητας του χρόνου που πρέπει να περνάω στο στούντιό μου για να κάνω αυτά που θέλω, δεν είναι ευνοϊκή. Τώρα δουλεύω πολύ περισσότερο απ’ όταν ήμουν νεότερος, επειδή το θέλω. Συνεπώς δεν βλέπω όσα ίσως θα ήθελα. Επίσης ψάχνω ερεθίσματα σε σχέση με αυτά που θέλω να κάνω εγώ, κι έτσι βλέπω και πολλά πράγματα που δεν ανήκουν στην «κατηγορία» της «σύγχρονης» τέχνης.
– Ταξιδεύετε αρκετά;
Κάποια χρόνια ταξιδεύω αρκετά, κάποια άλλα όχι. Κυρίως ταξιδεύω όταν έχω εκθέσεις ανά τον κόσμο ή όταν έχει η σύζυγός μου, Laurie Simmons – η οποία είναι επίσης καλλιτέχνις, φωτογράφος, κι έτσι όταν ταξιδεύουμε, συνήθως το κάνουμε μαζί. Βέβαια δεν μπορώ και να ταξιδεύω πολύ συχνά, γιατί έτσι δεν θα φτιάχνω και τίποτα! Τα πάντα είναι θέμα ισορροπίας. Δεν έχω δει πολλά μέρη που θα ήθελα να δω, αλλά υπάρχουν και τόσα πράγματα που θέλω να κάνω στο στούντιό μου.
– Πιστεύετε ότι στις μέρες μας, όπου τα πάντα είναι τόσο προσιτά και διαδεδομένα, υπάρχουν «σχολές» και τάσεις που διαμορφώνονται ανάλογα με το μέρος όπου ζει και εργάζεται ένας καλλιτέχνης; Θα μπορούσαμε δηλαδή π.χ. να πούμε ότι υπάρχει ακόμα «σχολή της Νέας Υόρκης»;
Είναι ενδιαφέρον που μου το ρωτάτε αυτό, γιατί πρόσφατα έδωσα μια ομιλία σε μια σχολή σχετικά με τη δουλειά μου και συνειδητοποίησα ότι θεωρώ ότι κι εγώ ανήκω σε κάποιο τέτοιο «ρεύμα». Στην κριτική τέχνης ο όρος «σχολή της Νέας Υόρκης» συνήθως αναφέρεται σε στυλ και καλλιτέχνες όπως ο Pollock ή ο Rothko. Προσωπικά βλέπω την ιδέα της «σχολής της Νέας Υόρκης» σαν κάτι που έχει πραγματικά νόημα. Εγώ πήγα στην συγκεκριμένη πόλη μόλις τελείωσα το κολέγιο γιατί ένιωθα πως ήταν ένα μέρος όπου έπρεπε να πάω για να καταλάβω την σύγχρονη τέχνη. Έτσι είναι σαν να ακολούθησα έναν ποταμό που συνεχίζει να ρέει. Είναι κάτι απροσδιόριστο στην αμερικανική ζωγραφική π.χ., ή στη ζωγραφική που «καθιερώνεται» σε άλλες χώρες, που έχει ένα συγκεκριμένο “feeling”. Προσωπικά προσδιορίζω τη δουλειά μου αναγνωρίζοντάς την έτσι, επειδή επηρεάζομαι και με ενδιαφέρουν όσα συμβαίνουν στη Νέα Υόρκη. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι κάτι παρόμοιο ισχύει για όλους, είναι και θέμα του κάθε καλλιτέχνη ξεχωριστά, ειδικά όταν σήμερα όλα είναι τόσο «διεθνή». Ο καθένας μπορεί να επηρεαστεί π.χ. από κάτι που μελέτησε ή είδε online, χωρίς να συνειδητοποιεί πόσο επηρεάζει τη δουλειά του. Και είναι κάτι που βλέπω να συμβαίνει πολύ με τους σπουδαστές.
– Διδάσκετε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Yale. Πρόκειται για μία από τις πρωταρχικές ασχολίες σας;
Ναι, διδάσκω, αλλά όχι πολύ. Μόνο την μισή χρονιά και… για ένα μέρος αυτού του διαστήματος! (γέλια) Γενικά πάντως αποδέχομαι προσκλήσεις να μιλήσω για τη δουλειά μου.
– Είναι κάτι που θα θέλατε να κάνετε περισσότερο αλλά δεν μπορείτε λόγω περιορισμένου χρόνου;
Βασικά θα κουραζόμουν να ακούω τον εαυτό μου να μιλάει συνέχεια! Ο τρόπος που δουλεύω, με κάνει να περνάω τρομερά πολύ χρόνο μόνος μου. Πρέπει λοιπόν να διατηρώ μια ισορροπία γιατί δεν θέλω να γίνω ερημίτης, θέλω να βλέπω κόσμο και να μιλάω σε νέους καλλιτέχνες, και η διδασκαλία είναι ένας τρόπος να το κάνω αυτό. Αλλά το να διδάσκεις τέχνη στην ουσία δεν υφίσταται σήμερα, κατά κάποιο τρόπο δεν υπάρχει πια κάτι να διδάξεις, γιατί τέχνη μπορεί να είναι οτιδήποτε. Έτσι μοιάζει περισσότερο με συνομιλία. Στο κάτω-κάτω δεν είμαι δάσκαλος, είμαι καλλιτέχνης. Αν υπάρχει κάποιο όφελος που μπορεί να πάρει από μένα ένας νέος σπουδαστής, είναι να μάθει πράγματα και πληροφορίες γι’ αυτό που κάνω εγώ. Για να είναι «φρέσκο» αυτό που θα του δώσω, πρέπει να είναι και «φρέσκια» η δουλειά μου. Γι’ αυτό η διδασκαλία πρέπει να είναι μια προέκταση, κάτι δευτερεύον. Γιατί είναι εξαντλητικό όταν προσπαθείς να είσαι ειλικρινής και προσηλωμένος με άλλους ανθρώπους. Είναι πραγματικό χάρισμα να είσαι καλός δάσκαλος τέχνης για μεγάλο διάστημα, δεν είναι κάτι που μπορούν να κάνουν πολλοί. Οι απλές διαλέξεις είναι κάπως διαφορετικό θέμα. Πρόσφατα συνειδητοποίησα ότι δεν θα ήθελα να ασχοληθώ άλλο με αυτό για ένα διάστημα, ειδικά όταν άκουσα τον εαυτό μου να μιλάει! Ήταν αλλόκοτο, δεν μου άρεσε, σαν να επαναλάμβανα ό,τι είχα στο μυαλό μου, το βρήκα κουραστικό. Θέλω να επικεντρωθώ στη δουλειά μου, και όταν αυτή περάσει σε ένα άλλο στάδιο, να έχω και κάτι για το οποίο να μιλήσω.
– Αισθάνεστε το ίδιο και για τις συνεντεύξεις…;
Α, μα αυτό είναι κάτι που δεν κάνω συχνά! (γέλια)
– Τότε είναι ακόμα περισσότερο τιμή μας!
Είναι βέβαια και δική μου τιμή που μου το ζητήσατε, αλλά δεν είναι ότι λέω «όχι», απλά δεν μου το ζητούν συχνά! Τις περισσότερες φορές που μου ζητούν συνέντευξη, είναι για κάποιο κατάλογο ή όταν κάποιος ετοιμάζει ένα βιβλίο που έχει να κάνει και μ’ εμένα. Σπάνια έχω προτάσεις από κάποιον του επαγγέλματός σας, πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό.
(really…?!)
Όχι, λοιπόν, δεν έχω κουραστεί από αυτό!
(ευτυχώς, γιατί έχω ακόμα πολλές ερωτήσεις)
– Στη δουλειά σας παρατηρώ μία «γραμμική» εξέλιξη. Ξεκινήσατε με μινιμαλιστικά έργα, συνεχίσατε με πιο περίπλοκα, και τα τελευταία χρόνια οι απεικονίσεις σας είναι σταθερά πιο απλές και «καθαρές». Αυτό έχει να κάνει ίσως με κάποια επιθυμία σας να πειραματίζεστε με ένα συγκεκριμένο θέμα και με μια τεχνοτροπία μέχρι να τα «εξαντλήσετε», ή απλά συμβαίνει ώσπου να ανακύψει ένα νέο ενδιαφέρον σας;
Μάλλον συμβαίνει περισσότερο το πρώτο. Πραγματικά απορροφούμαι πολύ με ένα συγκεκριμένο γενικό θέμα, μέχρι το σημείο που να μην το «αντέχω» άλλο. Σίγουρα μπορεί κανείς πάντα να κάνει παραπάνω πράγματα, αλλά κάποια στιγμή κάτι άλλο θα συγκεντρώσει το ενδιαφέρον μου. Είναι μια διαδικασία που κι εγώ δεν κατανοώ πλήρως. Τώρα π.χ. κοιτάζοντας πίσω, βλέπω ότι βγαίνει κάποιο νόημα. Αλλά το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι με κάνει και να γνωρίζω τι θα κάνω στη συνέχεια!
– Άρα, παρά τα φαινόμενα, δεν λειτουργείτε με κάποιο έστω υποτυπώδες σχέδιο…
Όχι, καθόλου. Όταν π.χ. ξεκίνησα να ασχολούμαι με το θέμα με το οποίο καταπιάνονται τα έργα της παρούσας έκθεσης, με τα δέντρα, έβλεπα τι κατευθύνσεις θα μπορούσε να πάρει και τις δυνατότητές του, αλλά δεν ήξερα συγκεκριμένα τι θα έφτιαχνα ή για πόσο θα ασχολούμουν με αυτό.
– Τα δέντρα ανέκαθεν ενέπνεαν μύθους και ιστορίες και αποτελούσαν σύμβολα ζωής. Εσάς τι σας έκανε να εστιάσετε στο συγκεκριμένο θέμα;
Τα δέντρα είναι όντως ένα συναρπαστικό αντικείμενο για την μυθολογία και τα παραμύθια, και πολλοί πολιτισμοί τα έχουν χρησιμοποιήσει ως σύμβολα. Το εν λόγω αντικείμενο με ενδιαφέρει ως ένα είδος αρχέτυπου, όπως αντιμετωπίζω και το θέμα της αρσενικής και θηλυκής ιδιότητας, που είναι βασικές ανθρώπινες έννοιες. Τα δέντρα φέρουν βαρυσήμαντους συμβολισμούς για τους ανθρώπους. Και αποτελούν χρήσιμα αντικείμενα γύρω από τα οποία οργανώνω τις ζωγραφιές μου, με βοηθά σε αυτό η μορφή τους, η ακραία καθετότητα ή η πολυπλοκότητά τους. Γενικά δεν φτιάχνω ακριβείς αναπαραστάσεις. Πρόκειται για συνδυασμούς αυτού που βλέπω και της φαντασίας μου. Τα δέντρα είναι πολύ χρήσιμα σ’ αυτή τη διαδικασία: είναι πράσινα στην κορυφή, καφέ στη βάση, και υπάρχει και η γραμμή του ορίζοντα. Όταν βλέπετε παιδικές ζωγραφιές δέντρων, βλέπετε περίπου κάτι τέτοιο, σαν ένα πράσινο γλειφιτζούρι. Αυτό λοιπόν είναι ένα θέμα που μου φαίνεται πολύ «ανοικτό» και απελευθερωτικό. Έτσι αποφασίζω ότι θα δουλέψω πάνω σε ένα απλό δέντρο, το οποίο όμως στη συνέχεια μπορεί να γίνει τόσα πολλά πράγματα.
– Θα λέγατε λοιπόν ότι το βρίσκετε τόσο απελευθερωτικό που να σας ευχαριστεί περισσότερο απ’ ό,τι άλλες δουλειές σας;
Δεν θα έλεγα ότι το ευχαριστιέμαι περισσότερο, αλλά ότι σε αυτή τη φάση της ζωής μου, το αισθάνομαι ως πιο ταιριαστό και «σωστό». Το ερώτημα για το πόσο ευχαριστιέμαι τη δουλειά μου έχει τόσες πολλές διαστάσεις! (γέλια) Εννοώ ότι, κάποιες μέρες σου αρέσει, ενώ κάποιες άλλες όχι και τόσο πολύ! Άρα αυτό που σκέφτομαι περισσότερο, είναι αν βρίσκομαι στον «σωστό» δρόμο.
– Είτε τα έργα σας είναι μινιμαλιστικά, είτε πιο περίπλοκα ή περιγραφικά, «κουβαλούν» μεγάλη ένταση, τόσο ως προς το στυλ όσο και ως προς την ιστορία που «αφηγούνται». Υπάρχει ανάλογη ένταση και στη φάση της δημιουργίας τους;
Μπορεί να ακουστεί σαν ασήμαντο ή αυτονόητο αυτό που θα σας πω, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι: ο πίνακας είναι αποτέλεσμα μιας μακράς, περίπλοκης διαδικασίας. Το να ζωγραφίζεις είναι σαν «ειδικό εφέ», όπως στις ταινίες. Δεν ξέρω ποια ακριβώς είναι η σχέση της αρχικής παρόρμησης και του ολοκληρωμένου πίνακα, γιατί μεσολαβούν πολλά διαφορετικά συναισθήματα μέχρι την ολοκλήρωσή του, και το αποτέλεσμα είναι η συνολικότητα όλων αυτών των διεργασιών. Μέχρι να τους τελειώσω, δεν ξέρω τι συναίσθημα «βγάζουν» οι πίνακές μου, ούτε καν τι συναίσθημα θα ήθελα να δώσω. Βλέποντάς τους ολοκληρωμένους, καταλαβαίνω ίσως τι ήθελα να «δώσω», κάτι που δεν συνειδητοποιώ από πιο πριν. Ο τρόπος που δουλεύω είναι, θα έλεγα, πολύ «αναλυτικός». «Σπάω» τη δουλειά μου σε παράξενα προσωπικά μικρά συστήματα που εφευρίσκω, κι έτσι αυτή δεν είναι τόσο «εκφραστική» με τον τρόπο που ενδεχομένως πιστεύει ο κόσμος που τη βλέπει. Τα έργα μου λοιπόν δεν αποτελούν μια ευρεία «χειρονομία» που αντικατοπτρίζει τον συναισθηματικό μου κόσμο. Τα προσεγγίζω πιο αποστασιοποιημένα.
– Αν και τα αντικείμενα των έργων σας δεν έχουν οπτικό βάθος και προοπτική, και τα στοιχεία τους μοιάζουν δισδιάστατα, θα έλεγα ότι τους προσδίδετε ένα άλλο είδος «βάθους», με τις σημειώσεις που προσθέτετε πάνω τους, όπως οι ημερομηνίες. Είναι μήπως αυτός ένας τρόπος να καταδείξετε ότι ένα έργο τέχνης δεν είναι μόνο το τελικό αποτέλεσμα, αλλά φέρει μαζί του μια ιστορία;
Γράφω ημερομηνίες πάνω σε όλα τα έργα μου. Στα σχέδια γράφω ημερομηνίες κάθε μέρα που τα δουλεύω, ενώ στους πίνακες γράφω την ημερομηνία κατά την οποία τους τελειώνω, και στη συνέχεια υπογράφω. Ο κύριος λόγος που το κάνω, είναι απλά επειδή θέλω να ξέρω πότε έφτιαξα το εκάστοτε έργο. Αλλά η δική σας ερμηνεία είναι πολύ ενδιαφέρουσα και αποτελεί μέρος της δικαιολόγησης. Νομίζω άλλωστε ότι βρίσκομαι και σε ένα σημείο όπου το θέμα της «προοπτικής», του βάθους και του χρόνου επανακύπτει για μένα. Οι μεγαλύτεροι πίνακές μου, όπως μερικοί που φιλοξενούνται στην παρούσα έκθεση, έχουν μεγαλύτερη σχέση με αυτό. Με ενδιαφέρουν πλέον οι αναπαραστάσεις του χώρου και του χρόνου στους πίνακές μου, με έναν τρόπο που για πολύ καιρό δεν μ’ ενδιέφερε.
– Τα σωματικά διακριτικά των δύο φύλων είναι ένα αρκετά συχνό στοιχείο στα έργα σας. Έχετε παρουσιάσει τα ανδρικά με ένα πιο ωμό και «επιθετικό» στυλ, σε τεχνητά περιβάλλοντα, ενώ τα γυναικεία τα έχετε τοποθετήσει μέσα στη φύση. Θα μπορούσε θεωρητικά να συμβεί και το ανάποδο; Ή πρόκειται για έναν τρόπο αναγνώρισης των διαφορών των δύο φύλων, για ένα σχετικό σχόλιό σας;
Δεν μπορώ να πω ότι αποτελεί σχόλιο για τις διαφορές τους, παρά μόνο ότι αυτό μπόρεσα να κάνω. Με ενδιαφέρει η αρσενική και η θηλυκή ιδιότητα ως οι δύο πλευρές του ανθρώπου και το να τις αναπαραστήσω φτιάχνοντας «ωραίους» πίνακες. Το πιο πρόσφατο ενδιαφέρον μου για τη γυναικεία ιδιότητα και μορφή συνέπεσε με την επιστροφή του ενδιαφέροντός μου για το χρώμα. Υπάρχουν πολλές παράμετροι που με οδηγούν στο να ασχοληθώ με το συγκεκριμένο θέμα. Αναζητούσα και συνδέσεις με την παράδοση της δυτικής ζωγραφικής, αν και σήμερα τα πράγματα ερμηνεύονται διαφορετικά, λόγω διαφορετικών πολιτισμών. Όσον αφορά στις εικόνες των αρσενικών χαρακτήρων, είχα μια πολύ διαφορετική ιδέα για το τι συναίσθημα ήθελα να βγάζουν οι πίνακές μου. Το χρώμα ήταν πιο περιορισμένο, οι ζωγραφιές πιο «επίπεδες», υπήρχε περισσότερη γεωμετρία. Δεν ξέρω αν ζωγράφιζα περισσότερο ανδρικά ρούχα επειδή μου άρεσε η γεωμετρία που προέκυπτε, ή το αντίστροφο. Αλλά όλα έμοιαζαν ταιριαστά. Ξέρω λοιπόν ότι οι πίνακες με αυτά τα δύο θέματα αποπνέουν μια πολύ διαφορετική αίσθηση, αλλά δεν μπορώ να πω ότι πρόκειται για μελετημένο σχόλιο. Είναι απλά ό,τι μου φαινόταν ως ενδιαφέρον να φτιάξω. Πάντως αποτελεί έκπληξη και για μένα τον ίδιο αυτή η ενασχόληση με την αναπαράσταση του γυναικείου σώματος. Όταν ήμουν νεότερος δεν θα φανταζόμουν ποτέ ότι θα ασχολούμουν με αυτό το θέμα, μου φαινόταν χαζό, αναχρονιστικό. Γενικά κινούμαι μπρος-πίσω με τις δημιουργίες μου, ανάμεσα στο θέμα των δέντρων και των γυναικών. Δεν υπάρχει κάποιο «μοναδικό» αντικείμενο το οποίο να «δουλεύω» σε μια δεδομένη στιγμή. Εξερευνώ τη διαίσθησή μου…
– Πολλά από τα έργα σας διαθέτουν στυλ παρόμοιο των γκράφιτι και αρκετά σχέδιά σας έχουν μια “urban” αισθητική. Θα σας ενδιέφερε να δημιουργήσετε τέχνη μεγάλης κλίμακας σε δημόσιους αστικούς χώρους;
Δεν θα το έλεγα. Αν και με ενδιαφέρει η ιστορία της ζωγραφικής και η όλη παράδοση του fresco, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι στην αρχαιότητα αλλά και στην ακμή της ιταλικής τέχνης, μεγάλο μέρος της ζωγραφικής αναπτυσσόταν σε τοίχους. Όταν ήμουν νέος έβλεπα καλλιτέχνες μεγαλύτερους από μένα να κάνουν τοιχογραφίες. Δούλεψα κι εγώ λίγο έτσι τότε. Αλλά νομίζω ότι στην σημερινή κοινωνία, για μένα δεν είναι αυτός ένας πρακτικός τρόπος για να δουλέψω. Θεωρώ ακόμα ότι η ζωγραφική είναι ένα «αντικείμενο» που έχει τη δυνατότητα της μετακίνησης. Δεν το βλέπω λοιπόν σαν κάτι που θα μπορούσα να κάνω δημόσια, γιατί έχω ανάγκη την αίσθηση της ιδιωτικότητας, για να μη γίνομαι εσωστρεφής λόγω της γνώσης ότι βρίσκομαι σε δημόσιο χώρο, ώστε να μπορώ να δουλέψω. Δεν είναι ότι δεν μου αρέσει γενικά η ιδέα. Απλά δεν πιστεύω ότι είμαι συναισθηματικά ικανός για κάτι τέτοιο… Αν πάντως έχετε κάποια ιδέα για να ζωγραφίσω κάποιο κτήριο, θα μπορούσα να κάνω μια προσπάθεια!
– Δεν ξέρω για κτήριο, αλλά αν θα θέλατε να ζωγραφίσετε τους τοίχους του σπιτιού μου δεν θα έλεγα όχι…
(γέλια) Ξέρετε, στο σπίτι μου έχω ένα δωμάτιο στον τοίχο του οποίου ζωγραφίζω! Αλλά μπορώ και το κάνω μόνο όταν έχω διάθεση, είναι κάτι πιο προσωπικό μου…
– Θα θέλατε να αναφερθείτε σε κάποια έργα τέχνης που έχετε στο σπίτι σας;
Έχω αρκετά, μαζί με τη γυναίκα μου. Κυρίως φίλων μας. Η γυναίκα μου έχει πολλές φωτογραφίες ενώ εγώ πολλούς πίνακες. Το αγαπημένο μου είναι ίσως μια ακουαρέλα του Lucio Fontana, που υπήρξε φίλος μου και είμαι πολύ ευτυχής και τυχερός που το απέκτησα. Επίσης γλυπτά του John Newmann, του Mel Kendrick… Πράγματα που συγκεντρώνω με τα χρόνια, αν και δεν έχω την προσωπικότητα ενός πραγματικού συλλέκτη. Είναι αντικείμενα που απλά “συναντώ” και μου αρέσουν ώστε να τα αποκτήσω, δεν θέλω να φτιάχνω λίστες.
– Τα βλέπετε περισσότερο σαν ζωτικά μέρη του χώρου όπου ζείτε ή σαν διακοσμητικά αντικείμενα;
Είναι διακοσμητικά με την έννοια ότι κάνουν πιο εύκολο να κατοικήσω το περιβάλλον μου. Το «διακοσμητικός» είναι παράξενη λέξη σήμερα, γιατί θεωρείται αρνητική έννοια στην τέχνη, σαν κάτι ασήμαντο ή επιφανειακό. Για μένα τα αντικείμενα δίπλα στα οποία ζεις, είναι πολύ σημαντικά, γιατί πρέπει να αισθάνεσαι άνετα και ωραία στη ζωή σου. Αλλά δεν είναι «διακοσμητικά» με την στενή έννοια του να ταιριάζουν με κάτι άλλο στον ίδιο χώρο. Είναι στην υφή της ζωής μας, μέρος ενός συνδυασμού. Μερικές φορές τα κοιτάζω και μου αποκαλύπτουν ή με κάνουν να σκεφτώ κάτι διαφορετικό. Είναι πράγματα που αληθινά έχουν κάποια σημασία, ειδικά από τη στιγμή που πολλά είναι δημιουργήματα ανθρώπων της ζωής μου, και είναι ωραίο να σε κάνουν να αισθάνεσαι σαν να είναι εκεί οι φίλοι σου.
– Το τελευταίο είναι μια πολύ ωραία κατακλείδα για την συνέντευξή σας!
Εντάξει, πάμε λοιπόν τώρα να ζωγραφίσω τους τοίχους του σπιτιού σας! (γέλια)
Περισσότερες πληροφορίες για: