Μια όπερα σίγουρα όχι της πεντάρας!
Η θεατρική ομάδα Άφαντοι, του Πολιτιστικού Ομίλου φοιτητών του Πανεπιστημίου Αθηνών παρουσίασε στο Ροζ Κτίριο ” Κωστής Παλαμάς” το κλασσικό έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ ” Η Όπερα της Πεντάρας”. Η ερμηνεία, το πάθος και το σύγχρονο και ταυτόχρονα πιστό στο πνεύμα του έργου αποτέλεσμα αφενός δικαίωσε την αποφασή μου να το δω και αφετέτου έδειξε σε πολλούς “ειδικούς” το πραγματικό πνεύμα του Μπρεχτ και την ποιότητα των νέων ηθοποιώναπό τον Νίκο Γιακουμέλο
H “Όπερα της Πεντάρας” του Μπέρτολτ Μπρεχτ αποτελεί ένα έργο κατακραυγής και διαμαρτυρίας για την κοινωνική απομόνωση που επιφέρει ο αστικός τρόπος παραγωγής αλλά και για την ίδια την κυρίαρχη ιδεολογία της εποχής που αναπαραγόταν (και) μέσω του αστικού μπουρζουά τρόπου διασκέδασης. Έτσι δε θα μπορούσε ο Μπρεχτ να διαλέξει καλύτερο στόχο από τον κατεξοχήν τρόπο διασκέδασης των μεγαλοαστών εκείνης της εποχής: την όπερα, με τις ανάλαφρες ιστοριούλες, τη χαλαρή πλοκή και τα τραγούδια-επιτυχίες. Έτσι και στην “Όπερα της πεντάρας”, ο μεγαλοεγκληματίας Μακχήθ παντρεύεται την κόρη του επιχειρηματία Πίτσαμ, και ξεκινά ένας ανταγωνισμός διαφθοράς, προδοσίας και σατιρικών στιγμών.
Αποτελεί βέβαια ιστορικό παράδοξο το ότι η όπερα του Μπρεχτ και του Βάιλ (που είχε τη μουσική επιμέλεια του έργου) είχε τόσο μεγάλη επιτυχία. Τα τραγούδια της έγιναν'”χιτάκια”και πολλά, όπως το τραγούδι του Μακχήθ, τραγουδιούνταν για πολύ καιρό. Αυτή η “παρεξήγηση” οδήγησε τον Μπρεχτ να γράψει το “Ρομάντζο της Πεντάρας”, προκειμένου η ιδέα του να βρει τη σωστή ανταπόκριση.
Η όπερα είναι κυρίως ένα έργο πολιτικό. Φέρνει τους ανθρώπους του περιθωρίου, το λούμπεν προλεταριάτο όπως λέει και ο Μαρξ, στο προσκήνιο. Δίνει λόγο σε αυτούς που δεν έχουν φωνή, κάνει κυρίαρχα θέματά του τη φτώχεια, την καταπίεση και τη διαφθορά και ειρωνεύεται τα παραδοσιακά θέματα της όπερας, όπως ο έρωτας και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ερωτευμένοι. Για να ανεβάσεις την “όπερα” του Μπρεχτ χρειάζεσαι λοιπόν πολλά πράγματα: αντίληψη, ικανότητα, να γελάς όταν θες να κλάψεις και κυρίως να ξέρεις να αγωνίζεσαι.
Η “Όπερα της Πεντάρας” που ανέβαζαν οι “Άφαντοι” σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Μαραβέλια, τα είχε όλα αυτά. Η πολυπληθής ομάδα (49 και πλέον άτομα συν 10 μουσικοί), βασίστηκε στην “Όπερα’’, στο ‘’Ρομάντζο ‘’ και στο βιβλίο ‘’ Στον καιρό των ζητιάνων’’ του Νίκου Τσούλια και παρουσίασε μια σύγχρονη και πιστή στο πνεύμα του έργου εκδοχή, η οποία προσέθεσε πολλά στοιχεία που αντικατοπτρίζουν το σήμερα, όπως τον χορό των ζητιάνων και τους μονολόγους της παλαιάς ερωμένης του Μακχήθ. Όλα αυτά δοσμένα με ένα γενικά πολύ καλό επίπεδο ερμηνείας. Πιο συγκεκριμένα, προσωπικά θεωρώ ότι την παράσταση έκλεψε ο, υποδυόμενος τον Μακχήθ, Γρηγόρης Μπάλλας, ο οποίος κατάφερε να προσδώσει στον απαιτητικό ρόλο του τόσο την απαραίτητη πλαστικότητα, όσο και μεγάλη δόση χιούμορ και μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση. Επίσης οι εξηγήσεις και χιουμοριστικές παρεμβάσεις των τεσσάρων παρουσιαστών, της Αθηνάς Ιωσήφ, Τέο Λαχανά, Αλεξάνδρας Πρασσά και Κωνσταντίνας Τσαντσαράκη έδωσαν έναν εύθυμο και ταυτόχρονα σουρεαλιστικό χαρακτήρα στη σατιρική διάσταση του έργου.
Ταυτόχρονα όμως το έργο μου άφησε κάποιες αμφιβολίες. Πολλά τραγούδια ήθελαν εμφανώς περισσότερη δουλειά, καθώς φαίνονταν χαλαρά και όχι δεμένα με τους ερμηνευτές. Το ίδιο πρόβλημα παρουσιάστηκε σε κάποιες χορογραφίες. Επίσης η συνεχιζόμενη εναλλαγή ρόλων, παρόλο που πιθανόν είχε την πρόθεση να συμβολοποιήσει τους χαρακτήρες, να τους μετατρέψει σε σταθερές εικόνες που υπάρχουν σε κάθε καπιταλιστική κοινωνία, είχε ως πρακτικό αποτέλεσμα πολλοί ηθοποιοί να μην είναι δεμένοι με το ρόλο τους και να υπάρχουν πολλές ποιοτικές μεταβολές. Ξεκάθαρα παραδείγματα για αυτό, ο ρόλος της Πόλυ Πίτσαμ που ερμηνεύθηκε από τέσσερις (!) ηθοποιούς, τις Δέσποινα Γερμανοπούλου, Αθηνά Σακαλή, Λίνα Λαμπροπούλου, και Χριστιάνα Λαδοπούλου, και του κυρίου Πίτσαμ, που παίχτηκε από τους Οδυσσέα Ανδρουτσόπουλο και Τρύφωνα Μπουσμπούρα. Άλλοι ρόλοι, όπως αυτός της Τζένη (Ηλιάνα Καψοκόλη και Φιλία Κανελλοπούλου) είχαν σοβαρότερες “απώλειες”.
Επίσης πρέπει να γίνει μια αναφορά για τα κοστούμια και τα σκηνικά, τα οποία οι συντελεστές πλήρωσαν μόνοι τους, κάτι που είναι προς τιμήν τους, καθώς το πανεπιστήμιο Αθηνών πολλές φορές, όπως μαρτυρούν και οι ίδιοι, βάζει εμπόδια, είτε με τη μορφή των καθυστερήσεων στη χρηματοδότηση που δικαιούνται, είτε με ασάφειες για το ίδιο το μέλλον του ΠΟΦΠΑ, πράγμα που σε κάνει να αναρωτιέσαι εάν πραγματικά ενδιαφέρει τους υπεύθυνους το αν θα υπάρχει τέχνη και παιδεία στο πανεπιστήμιο. Οι Άφαντοι πάντως με τις δικές τους δυνατότητες παρουσίασαν ένα πολύ καλό και ενθαρρυντικό αποτέλεσμα.
Επιλογικά η ” Όπερα της πεντάρας” των Άφαντων είναι μια δουλειά φρέσκια και νεανική που τεκμηριώνεται με ένα καλό αισθητικό αποτέλεσμα. Μια εκδοχή που καταφέρνει να μας κάνει να αναρωτηθούμε εάν ονειρεύονται οι ζητιάνοι, να γελάσουμε μαζί τους, να σκεφτούμε ότι η θέση μας δεν είναι απέναντι αλλά δίπλα τους. Και αυτό πιστεύω είναι το πιο σημαντικό.
Γιαπληροφορίες όσον αφορά τις νέες παρουσιάσεις των Αφάντων και της μπρεχτικής τους ‘Οπερας, μπορείτε να βρείτε εδω και εδώ