Η Κάθριν Μπόλκοβατς (Ρέιτσελ Βάις) είναι μια αμερικανίδα αστυνομικός, η οποία θα βρεθεί στη χαώδη, μετά τον εμφύλιο πόλεμο, Βοσνία – Ερζεγοβίνη. Έχει προσληφθεί από μια αμερικάνικη εταιρία, να γίνει μέλος ενός ιδιωτικού στρατού, μέρος της ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών. Αποστολή τους να συνεργαστούν με τις τοπικές αστυνομικές αρχές για την αποκατάσταση της τάξης και της ασφάλειας στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο χώρα. Καθώς αρχίζει να συνηθίζει στο νέο της περιβάλλον, η Κάθριν παρατηρεί σημάδια παράνομου εμπορίου σαρκός, με την πελατεία να προέρχεται τόσο από την εταιρία που την προσέλαβε, όσο και από τα ίδια τα Ηνωμένα Έθνη. Όταν θα γνωρίσει μια γυναίκα που ξέφυγε από έναν έμπορο που πουλάει νεαρές κοπέλες σε παράνομους οίκους ανοχής της περιοχής, η Κάθριν θα αντιληφθεί πόσο έχει επεκταθεί το εμπόριο στα χρόνια μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Σύντομα θα ανακαλύψει κάτι που δεν περίμενε ποτέ: ότι ο ιδιωτικός στρατός και τα Ηνωμένα Έθνη είναι βαθιά συνδεδεμένα με τις παράνομες δραστηριότητες που ερευνά και πως δυστυχώς δεν φαίνεται να υπάρχει τρόπος να τους επιρρίψει ευθύνες για τις δράσεις τους…
Η πρώτη δουλειά της Καναδέζας Λαρίσα Κοντράτσκι, που βασίζεται στην πραγματική ιστορία της Μπόλκοβατς, ανήκει σε μια χαρακτηριστική κατηγορία ταινιών που το θέμα τους τις υπερβαίνει. Η αξία της (όπως και το κίνητρο πίσω από τη δημιουργία της) συνίσταται στην ανάδειξη του σημαντικού ζητήματος (του trafficking γυναικών σε εμπόλεμες περιοχές με την ανοχή ή ακόμα και τη συνενοχή διεθνών οργανισμών και ιδιωτικών εταιριών) και όχι τόσο στην κινηματογραφική έκφραση. Σαν ταινία, προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην ακριβή ανάπλαση και στη δραματική φόρτιση, στο θρίλερ έρευνας και στο ρεπορτάζ καταγγελίας, στην αμεσότητα του ντοκιμαντέρ και τις συμβάσεις της μυθοπλασίας. Αν και όχι η προφανής επιλογή για το ρόλο, η Ρέιτσελ Βάις τα καταφέρνει αρκετά καλά.
Θοδωρής Τσιάτσικας