MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΡΙΤΗ
24
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Λ. Φωτοπούλου, A. Πουλοπούλου, Α. Χιώτη: Οι γυναίκες του Αρχιμάστορα Σόλνες αποκαλύπτουν και αποκαλύπτονται!

Ο Αρχιμάστορας Σόλνες, στην παράσταση που ανεβαίνει στο Θέατρο του Κέντρου Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά, είναι ένας χαρισματικός αλλά κι αδύναμος άνθρωπος, μέσα στον οποίο το καλό αντιπαλεύει με το κακό. Κι όταν ένας χαρακτήρας βρίσκεται σε τέτοια εσωτερική δίνη, δεν μπορεί παρά να τραβάει γύρω του σαν μαγνήτης το γυναικείο φύλο.Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνή

author-image Γιώργος Σμυρνής

Έτσι λοιπόν, τρεις ηθοποιοί, η Λυδία Φωτοπούλου, η Άλκηστις Πουλοπούλου και η Αργυρώ Χιώτη, που ερμηνεύουν τις τρεις γυναίκες που σφραγίζουν τη ζωή του Αρχιμάστορα στο αριστούργημα του Ίψεν, μας μιλούν για τους ρόλους τους, αλλά και για τον άντρα που βρίσκεται στο επίκεντρο της θεατρικής τους ύπαρξης.

Μας αποκαλύπτουν, ότι όσο μπερμπάντης και εκμεταλλευτής και να γίνεται ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου, τόσο ο πόθος γι’ αυτόν γίνεται ακατανίκητος. Και ότι δεν μπορείς να μην τον συμπαθήσεις τελικά γιατί βλέπεις ότι είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος έχει και συνείδηση και συναίσθηση τι έχει συμβεί και τι έχει κάνει

-Παίζετε στον Αρχιμάστορα Σόλνες του Ίψεν. Μιλήστε μου για τους ρόλους που ερμηνεύετε.
Λυδία Φωτοπούλου: Είμαι η σύζυγος του Αρχιμάστορα Σόλνες. Είχαμε μαζί ένα παρελθόν ταραχώδες. Ζω σε ένα νεκρό γάμο και αυτό που ενώνει το αντρόγυνο είναι οι ενοχές που τρέφουν ο ένας για τον άλλο. Θα έλεγε κανείς ότι η κα Σόλνες ζει επειδή έχει καθήκον να ζει. Μέσα στο γάμο κρατάει κάτω τον Σόλνες, επειδή κι η ίδια είναι μοναχική και καταθλιπτική και δεν μπορεί παρά να πενθεί για όλη της τη ζωή. Δεν έχει καθόλου τη δύναμη να παλέψει. Ζει στο παρελθόν.

Αργυρώ Χιώτη: Εγώ κάνω την Κάγια, που είναι μία κοπέλα αρραβωνιαστικιά του Ράγκνερ, του νεαρού που δουλεύει στο γραφείο του Σόλνες. Η Κάγια δουλεύει στο γραφείο δύο- τρία χρόνια. Ήταν περίεργος ο τρόπος που προσελήφθη από τον Σόλνες. Αυτό που καταλαβαίνουμε είναι πως πρόκειται για μία κοπέλα, που καθορίζεται απόλυτα από τον Σόλνες. Ο Σόλνες έχει διαταράξει πλήρως τις ισορροπίες της σχέσης της με τον αρραβωνιαστικό της. Φαντάζομαι ότι η Κάγια είναι ένα πλάσμα αρκετά άβουλο, με μεγάλη συστολή, που δεν τολμάει να γνωρίσει αυτό το πάθος ή να κάνει κάτι γι’ αυτό.

-Είναι όμως και λίγο σιγανοπαπαδιά.
Α. Χ.: Ε… Ναι… Είναι ο πόθος που είναι ακατανίκητος. Ο Σόλνες συντηρεί αυτήν την κατάσταση. Η Κάγια επίσης ζει υπό το βλέμμα και την απειλή της κ. Σόλνες. Στην πορεία βλέπουμε ότι είναι τόσο καθορισμένο αυτό το πλάσμα από τις διαθέσεις του Σόλνες, που είναι έτοιμη να θυσιαστεί και να κάνει τα πάντα γι’ αυτόν.

Άλκηστις Πουλοπούλου: Εμφανίζεται λοιπόν η Χίλντε. Σε αυτό το σπίτι, όπου οι άνθρωποι είναι πολύ καταπιεσμένοι και ο Σόλνες ασκεί εξουσία στους άλλους, που είναι υποταγμένοι, έρχεται ένα πιο ελεύθερο πνεύμα, που δεν «μασάει». Δεν την νοιάζει ποιος είναι ο Σόλνες, αλλά έρχεται να διεκδικήσει μία υπόσχεση που της έχει κάνει ο Σόλνες πριν από 10 χρόνια, που ήταν να γίνει η πριγκίπισσα του και να της δώσει το βασίλειο. Έρχεται με όλη τη δύναμη να πάρει αυτό που θέλει και δεν την νοιάζει να πατήσει πάνω σε οτιδήποτε και να ακυρώσει οτιδήποτε έχει σχηματισθεί σε αυτό το σύστημα. Στο τέλος παίρνει την εξουσία στο μυαλό του Σόλνες αυτή.
-Μήπως θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι και σαν ένα φανταστικό πρόσωπο η Χίλντε;
Α. Π.: Ναι. Δεν είμαστε σίγουροι ότι είναι υπαρκτό. Και ο Ίψεν έγραψε αυτό το έργο μεταξύ μεταφυσικού και πραγματικού. Να τον απελευθερώσει.

-Ο Σόλνες είναι ένας άνθρωπος που χρησιμοποιεί τους ανθρώπους σαν εργαλεία, για να πετυχαίνει τους στόχους του. Είναι συμπαθής χαρακτήρας τελικά ή αντιπαθής;
Λ. Φ.: Είναι ένας ήρωας που έχει πάρα πολλά αρνητικά, αλλά γίνεται θετικός ήρωας επειδή βλέπεις ότι είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος έχει και συνείδηση και συναίσθηση τι έχει συμβεί και τι έχει κάνει. Κι επιλέγει κι ένα δρόμο στο τέλος. Και συμφιλιώνεται με τον εαυτό του.
Α. Χ.: Και υπάρχει και το θέμα των ενοχών. Αναμετριέται συνέχεια με τις ενοχές του. Οπότε αναγκαστικά τον συμπαθείς νομίζω.

-Ένα θέμα που θίγεται στο έργο είναι ο φόβος του παλιού απέναντι στο νέο. Ως ηθοποιοί έχετε βιώσει αυτήν την κατάσταση του ανταγωνισμού των γενεών στο θέατρο;
Λ. Φ.: Εγώ από τους νέους πλουτίζω. Ξέρω σε ποιο σημείο είμαι.
Α.Π.: Έτσι νιώθω κι εγώ με τους μεγαλύτερους ηθοποιούς. Το θέατρο σε ενώνει. Έτσι δεν είναι; Εξαρτάται ποιος είναι απέναντί σου. Αν είναι κάτι με το οποίο συμφωνείς ή δεν συμφωνείς.

-Είναι κατάρα ή προνόμιο να είναι κανείς εκλεκτός, όπως ο Αρχιμάστορας Σόλνες;
Λ.Φ.: Ανάλογα τη στιγμή. Τις αντιστάσεις. Την γνώση του εαυτού σου. Του να φτάσεις ένα όριο και από περηφάνια αυτού που έχεις να γίνεσαι αλαζόνας.
Α.Π.: Είναι δύσκολο! Όταν ξεπερνάς το μέσο όρο έχει απέραντη μοναξιά. Γι’ αυτό κι όταν έρχεται η Χίλντε, που κι αυτή είναι πάνω από το μέσο όρο, εκεί βρίσκονται ο ένας κι ο άλλος, γιατί έχει απέραντη μοναξιά.
Λ.Φ.: Και του λέει η Χίλντε κι αυτήν την εξαιρετική φράση- γιατί αυτός φοβάται ότι τα νιάτα θα του πάρουν τη θέση: «Γιατί δεν ανοίγετε μόνος σας την πόρτα, να μπει ο νέος κόσμος με το καλό;» Και είναι αυτή η διαδοχή. Αν αυτό που σου δωρισθεί, μπορέσει να το μεταλαμπαδεύσεις, έχεις σωθεί από αυτόν τον κακό εαυτό, που σε κρατάει μόνο στην κορυφή κτλ.

-Από τους κοινούς ανθρώπους υπάρχει μία χαιρεκακία. Όλοι περιμένουν από τον Σόλνες να γελοιοποιηθεί από το φόβο του. Γιατί ο κόσμος αντιμετωπίζει με φθόνο και κανιβαλιστική διάσταση τα ινδάλματα του;
Α.Χ.: Γενικά, στον άνθρωπο είναι ένστικτο να θέλεις να φέρεις τον άλλο στο επίπεδό σου. Δεν είναι εύκολο να ανεχτείς ότι ο άλλος είναι ανώτερος από σένα.

-Είναι αλήθεια ότι ο Ίψεν ταυτίζεται με τον Σόλνες;
Α. Π.: Από τις κριτικές που έχουμε διαβάσει το έργο είναι αυτοβιογραφικό. Και η Αλίνε (σύζυγος του Σόλνες) είναι πολύ στην κα Ίψεν. Επίσης, είχε μάλλον πλατωνικές σχέσεις με νεαρές γυναίκες. Και η Χίλντε είναι ένα μείγμα από τρεις γυναίκες, με τις οποίες είχε «πάρε- δώσε» ο Ίψεν.
Λ.Φ.: Ο Ίψεν ήταν υψοφοβικός, όπως ο Σόλνες. Επίσης, θεωρούσε τον εαυτό του αρχιμάστορα, όσον αφορά το θέατρο. Φοβόταν τους νεότερους. Και τα υπαρξιακά ερωτήματά του ήταν σαν αυτά του Σόλνες.

-Γιατί επιλέχθηκε να χρησιμοποιηθεί ένα μόνο μικρό μέρος του θεάτρου- στολιδιού του Ιδρύματος Ελληνικός Κόσμος;
Α. Χ.: Νομίζω για να είναι πιο κοντά οι θεατές με την σκηνή. Η προσωπική μου αίσθηση είναι ότι έγινε για να έχεις την εντύπωση ότι είναι σαν να βρίσκεσαι μέσα στον κόσμος των ηρώων του Αρχιμάστορα Σόλνες και ότι τους βλέπεις μέσα από μία κλειδαρότρυπα. Σαν να εισβάλλεις σε έναν κόσμο λαθραία.
Λ.Φ.: Επίσης, όταν είναι οι θεατές εκεί, μπορούν να δουν όλο το ύψος. Και χρειάζεται να βιώσεις στο έργο αυτήν την αίσθηση ύψους, λόγω του φινάλε του.

-Ποιες άλλες ιδιαιτερότητες έχει αυτή η παράσταση, που θα θέλατε να τις αποκαλύψετε στο κοινό, πριν την δει;
Α.Χ.: Ότι- με εξαίρεση την Χίλντε και τον Σόλνες- σπάνια κοιτάζονται οι άνθρωποι σε αυτήν την παράσταση. Είναι επιλογή του Γιάννη Χουβαρδά, που είναι σημαντική.

-Ποιο ρόλο παίζει η μουσική στην παράσταση;
Λ.Φ.: Τα αριστουργήματα του Μάλερ για τα πεθαμένα παιδιά είναι το μόνο που θα μπορούσε να ακούει η κα Σόλνες, για να αναμοχλεύει την κατάθλιψή της. Και βέβαια το I put a spell on you είναι η Χίλντε αυτοπροσώπως, η οποία μ’ έναν μαγικό τρόπο παρεμβαίνει μες τα ηχεία, αλλάζοντας τη μουσική.
Α.Χ.: Η αντίθεση των προσώπων της ζωής, βγαίνει και από τη μουσική. Η κλασική μουσική σε αντίθεση με το ροκ. Το παλιό με το νέο. Κι αυτό γίνεται σιγά- σιγά μες την παράσταση.

-Μιλήστε μου για τα επόμενα σχέδια σας.
Λ.Φ.: Το καλοκαίρι ο Περικλής του Σαίξπηρ σε σκηνοθεσία Γ. Χουβαρδά θα κάνει περιοδεία. Το Χειμώνα συνεχίζω στο Εθνικό.
Α.Π.: Κι εγώ θα συνεχίσω στο Εθνικό με τον Ορφέα στον Άδη, του Τένεσι Ουίλιαμς. Μετά, θα κάνω μία παράσταση με τον Κωνσταντίνο Ρήγο στα Κόκκινα Φανάρια. Και με την Κατερίνα Ευαγγελάτου, στους θεατές του Ποντίκα.
Α.Χ.: Εγώ θα συνεχίσω με την ομάδα μου, τους Βασίστας. Ετοιμάζουμε νέα δουλειά και είμαστε σε διαδικασία έρευνας. Οπότε, σιγά-σιγά αρχίζουμε πρόβες. Και θα ταξιδέψουμε σε κάποια φεστιβάλ στο εξωτερικό με την παλιά παράσταση.

Περισσότερα από Πρόσωπα