MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Οι τρεις αδερφές του Τσέχωφ- Στο Baumstrasse αδερφές μου, στο Baumstrasse!

Ένα μεγάλο έργο του ‘Αντον Τσέχωφ σε μία μινιμαλιστική προσέγγιση με στοιχεία μιούζικαλ, κωμωδίας και μελοδράματος και λιτά σκηνικά, παρακολουθήσαμε στο Baumstrasse. Οι “τρεις αδερφές”παρουσιάζονται από την δεκαμελή θεατρική ομάδα Δρόμος με Δέντρα, η οποία σκηνοθετεί τον εαυτό της.

author-image Γιώργος Σμυρνής

Οι τρεις αδερφές, η Είρηνα, η Μάσα και η Όλια βρίσκονται σε μία επαρχιακή περιοχή, όπου το μόνο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η ύπαρξη μίας μονάδας του ρώσικου στρατού, που δίνει ζωή στην περιοχή. Έρωτες και φιλοδοξίες, ελπίδες και όνειρα φυτρώνουν σαν τα λουλούδια σε αυτό το περιβάλλον, για να ξεραθούν απότομα, χωρίς να ανθίσουν ποτέ. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα που καθορίζει και την εξέλιξη της υπόθεσης του έργου.

Ο Τσέχωφ, που θεωρούσε τα έργα του κωμωδίες, αποδεικνύεται παρ’ όλ’ αυτά βαθιά απαισιόδοξος. Οι ήρωές του δεν έχουν την ελπίδα να δουν τα όνειρά τους να πραγματοποιούνται ή κι αν την έχουν, την χάνουν στην διαδρομή. Η ζωή είναι ένας σκληρός δρόμος, γεμάτος αγκάθια και πέτρες. Παρ’ όλ’ αυτά υπάρχει χώρος για ευαισθησία και τρυφερότητα μέσα σε αυτό το αδιαμφισβήτητα υψηλό θεατρικό και λογοτεχνικό σύμπαν.

Παράλληλα, οι ήρωες (και ο ίδιος ο Τσέχωφ ενδεχομένως) μοιάζουν να έχουν μεγάλη αγωνία για το τι θα γράψει η ιστορία τόσο για τους ίδιους, όσο και για την εποχή τους. Προσδιορίζονται ως όντα της ιστορίας, όσο και της εποχής τους. Κι αναρωτιούνται πώς θα φαίνεται αυτή η εποχή στους μεταγενέστερους. Αυτή η αίσθηση της ιστορικότητας συνεπάγεται κυρίως ευθύνη. Αυτό που επαναλαμβάνεται συνέχεια (και κάποιοι Ελληναράδες θεατές το βρίσκουν έως και γραφικό) το “θα δουλέψουμε!”, “πρέπει να δουλέψουμε!”, πρέπει να ενταχθεί μέσα σε αυτό το πλαίσιο της συνείδησης του ατόμου ως πλάσματος της ιστορίας. Οι πρωταγωνιστές στο έργο του Τσέχωφ θέλουν να δουλέψουν, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι ο μόχθος τους δεν θα οδηγήσει τους ίδιους σε καμία καλυτέρευση της ζωής τους. Όλα τα οφέλη θα τα καρπωθούν άνθρωποι 200 ή 300 χρόνια αργότερα. Κι όμως θεωρούν καθήκον τους να αγωνισθούν και να κουρασθούν αφόρητα για ένα καλύτερο μέλλον, που δεν θα το γνωρίσουν ούτε αυτοί, ούτε τα δισέγγονά τους ακόμα!

Το αίτημα “να δουλέψουμε” διατυπώνεται κυρίως από αριστοκράτες. Είναι μία ανάγκη προσαρμογής στο νέο κόσμο που αναδύεται, αφού ο αριστοκρατικός κόσμος με τους προνομιούχους που δεν χρειάζεται να δουλέψουν ποτέ, γίνεται φανερό πλέον, με την άνοδο των εργατικών κινημάτων, της βιομηχανοποίησης, της αστικής τάξης ότι μπαίνει στο “χρονοντούλαπο της ιστορίας”. Το ότι βέβαια το λένε ότι πρέπει να δουλέψουν, δεν σημαίνει ότι το κάνουν κιόλας. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία η εργασία είναι μία ηθική αξία στο έργο του Τσέχοφ.

Πολλοί χαρακτήρες του Τσέχοφ δεν έχουν καθόλου εγωισμό. Ακόμα κι όταν γίνονται έρμαια των παθών τους, αυτό το αντιμετωπίζουν με στωικότητα ή με μια μοιρολατρική στάση. Δεν έχουν διάθεση να καταβροχθίσουν τον άλλο, ενώ έχουν έντονη αίσθηση χρέους. Άλλοι πάλι είναι εγωιστές- μάλλον όμως από κακή ανατροφή ή βλακεία και όχι από κάτι βαθύτερο. Αυτό είναι ένα έντονο διαφοροποιητικό στοιχείο του Τσέχοφ από τον Στρίμπεργκ, για παράδειγμα, στον οποίο οι ήρωες είναι σχεδόν κανίβαλοι, που πάνε να ρουφήξουν ο ένας τον άλλο, και η συμβίωση τους είναι ένας ολοκληρωτικός πόλεμος.

Ο θίασος Δρόμος με Δέντρα εστιάζει στη μουσική ανάγνωση του κειμένου. Ο Πανού Μανού εκτελεί ζωντανά στην παράσταση μαζί με τους υπόλοιπους ηθοποιούς, συνθέσεις του που αντανακλούν το πέρασμα από το ρομαντικό ήχο στον ηλεκτρονικό, από το παρελθόν στο παρόν, από την όπερα ως το μιούζικαλ. Η μελωδίες είναι ενδιαφέρουσες, οι φωνές είναι καλές, το πιάνο επίσης είναι καλό, οι συνθέσεις αρκετά δουλεμένες. Στο μουσικό της κομμάτι θυμίζει αρκετά Λιβαθινό, ο οποίος έχει και αγάπη για τους Ρώσους, αλλά βάζει στοιχεία μιούζικαλ συχνά στις παραστάσεις του.

Η παράσταση σε σκηνογραφικό επίπεδο είναι μινιμαλιστική. Τα κουστούμια κινούνται ανάμεσα στο συμβολικό και στο ρεαλιστικό στοιχείο. Άλλα θυμίζουν ρούχα εποχής, άλλα θυμίζουν στολές, άλλα (όπως η στολή της Είρηνα με τα πατίνια) έχουν πιο συμβολικό και σουρεάλ χαρακτήρα. Οι άντρες ηθοποιοί ανταλλάζουν ρόλους. Αυτό δεν συμβαίνει με τις γυναίκες. Οι τρεις πρωταγωνίστριες μένουν σταθερές στους ρόλους τους, πράγμα που εμένα μου φαίνεται σωστό (έστω κι αν είναι κάτι που δείχνει προσκόλληση στο συμβατικό θέατρο). Μου αρέσει να ταυτίζω τον ηθοποιό με το ρόλο και εκτιμώ τον ηθοποιό που είναι πειστικός στο ρόλο του.

Οι ερμηνείες των ηθοποιών (Δημήτρης Αγαρτζίδης, Δέσποινα Αναστάσογλου, Σύρμω Κεκέ, Σταυρούλα Κοντοπούλου, Πανού Μανού, Θεανώ Μεταξά, Κατερίνα Πατσιάνη, Τατιάνα Πίττα, Φοίβος Συμεωνίδης, Μιχάλης Τιτόπουλος) αναδείκνυαν ευαισθησία και ένα δυνατό μελοδραματικό στοιχείο σε μία περιπέτεια συναισθημάτων και ακυρωμένων ελπίδων. Οι δύο από τις τρεις αδερφές, η Μάσα και η Όλια, μου άρεσαν περισσότερο.

Αλλά γενικά ο θίασος απαρτίζεται από καλούς ηθοποιούς που δούλεψαν σοβαρά ένα μεγάλο έργο, βάζοντας μεταμοντέρνα στοιχεία μέσα σε αυτό, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έδειξαν διάθεση να το διαλύσουν. Και θεωρώ ότι είναι μία παράσταση που αξίζει τον κόπο.

Γιώργος Σμυρνής

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις