MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΡΙΤΗ
05
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

“Δον Ζουάν- η επιστροφή”- Απόλυτο αρσενικό σε κατάσταση κρίσης!

Ο Δον Ζουάν, ο διαχρονικός γυναικοκατακτητής, ζητάει συγνώμη από τις γυναίκες που πλήγωσε; Και όμως ναι! Ο ήρωας, ο οποίος στην κωμωδία του Μολιέρου και στο λιμπρέτο του Ντα Πόντε για την θρυλική όπερα του Μότσαρτ “Ντον Τζιοβάνι” αρνήθηκε να λυγίσει μπροστά στον ίδιο τον θάνατο και να μετανοήσει για το “αμαρτωλό” παρελθόν του, πληρώνοντας το τίμημα της Κολάσεως, στην παράσταση του Κιμούλη, που είναι διασκευή θεατρικού έργου του ΄Εντεν φον Χόρβατ, γίνεται τρωτός κι ανθρώπινος και υποκύπτει στις τύψεις του.

author-image Γιώργος Σμυρνής

Ως αρχέτυπο ενός ανδροκρατούμενου κόσμου ο μοιραίος άντρας, με το να αναζητά την συγχώρεση, αντί για την κατάκτηση, έρχεται- σε συμβολικό επίπεδο- στο ίδιο επίπεδο με τις γυναίκες. Ο Δον Ζουάν επιστρέφει ευάλωτος ανήμπορος, ενοχικός για την συμπεριφορά του.

Στην υπόθεση του έργου, ο Δον Ζουάν είναι ο μόνος επιζών άνδρας ενός ναυαγίου. Τον βλέπουμε «ξυπνάει», σ΄ έναν κόσμο που καταρρέει, ανήμπορος, σε ένα χειρουργικό κρεβάτι ενός παλιού νοσοκομείου σε κάποιο νησί. Επτά νοσοκόμες, που είναι επτά γυναίκες που έχει πληγώσει στο παρελθόν, καλούνται να τον περιθάλψουν. Ακριβώς επειδή το “ξύπνημα” του μεγάλου εραστή είναι σε πολλά εισαγωγικά, δεν μπορούμε τελικά να ξέρουμε αν όλα όσα ζει είναι πραγματική ζωή (με αρκετό σουρεάλ στοιχείο) ή προϊόν παραισθήσεων ή ότι είναι στο κατώφλι του να φύγει από τη ζωή.

Πρόκειται για διασκευή του Γιώργου Κιμούλη στο θεατρικό έργο του Ούγγρο-Γερμανού συγγραφέα ΄Εντεν φον Χόρβατ “Ο Δον Ζουάν επιστρέφει από τον πόλεμο”. Το έργο είχε γραφτεί το 1936, σε μία περίοδο που την ανθρωπότητα  και την τέχνη είχε στοιχειώσει η τραγική εμπειρία του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Και σαν να μην έφτανε αυτό, 3 χρόνια αργότερα άρχισε μία ακόμα πιο άγρια σφαγή, αυτή του Β Παγκοσμίου Πολέμου.

Στην εκδοχή που μας παρουσίασε ο Κιμούλης δεν υπάρχουν αναφορές σε κανέναν πόλεμο, εκτός ίσως από αυτόν των αγορών. Παράλληλα, οι εικόνες της καταστροφής, της ηθικής και κοινωνικής κρίσης, που εύκολα τις συνδέουμε με μία κοινωνία που έχει βγει από έναν πόλεμο, η συγκεκριμένη παράσταση μας δίνει την ελευθερία να τα συνδέσουμε με σημερινές αρνητικές αναφορές, όπως η οικονομική κρίση– έστω και αν υπάρχει ένα στοιχείο αυθαιρεσίας στην ανάγνωσή μας. Η έννοια της μνήμης αποτελεί κεντρικό σημείο στο έργο, που έχει φιλοσοφικές αναφορές και συμβολισμούς, κάνει πολλά παιχνίδια σε αφηγηματικό επίπεδο, ενώ κινείται ανάμεσα σε έναν δραματικό- στα όρια του καταθλιπτικού- σουρεαλισμό και την κωμωδία.

Παλιά, για κάποιον λόγο που δεν μπορώ να τον τεκμηριώσω επαρκώς, αρκετά παλιότερα στο μυαλό μου είχα τον Γιώργο Κιμούλη σε μια παράλληλη πορεία με τον Τομ Χανκς. Ήταν δύο ηθοποιοί που πρόβαλαν στο σινεμά ένα πιο σύγχρονο είδος κωμικού, νεανικού και αρκετά κουλ, ώστε να βγάζει γέλιο, χωρίς όμως να το εκβιάζει. Στη συνέχεια, προχώρησαν διαφορετικά υποκριτικά, με τον Χανκς να έχει τον δρόμο της τεράστιας αμερικάνικης κινηματογραφικής βιομηχανίας, τον οποίο ο Κιμούλης δεν θα μπορούσε να βρει στην χώρα μας.

Που θέλω να καταλήξω με αυτόν τον παραλληλισμό; Στο ότι ένα από τα βασικά ταλέντα του Κιμούλη, είναι αυτό του κωμικού, έστω και σε μια πιο σοφιστικέ εκδοχή του. Και στην παράσταση αυτή, που σε πρώτο επίπεδο είναι μια τραγική αλληγορία συντριβής του ανθρώπου και του κόσμου που τον περιβάλλει, αλλά έχει ένα έντονο κωμικό στοιχείο, αναδεικνύεται αυτό το ταλέντο του Κιμούλη. Μάλιστα, τα κωμικά στοιχεία είναι αυτά που έδεσαν καλύτερα τις καταστάσεις του έργου και έδωσαν στους χαρακτήρες και στην υπόθεση μεγαλύτερο ενδιαφέρον.

Αν και υπήρχαν σουρεαλιστικά και μεταμοντέρνα στοιχεία στην παράσταση, video wall και διάφορα εφέ, θεωρώ ότι η πιο δυνατή πλευρά της παράστασης ήταν αυτό το παιχνίδι ανάμεσα στο κωμικό και το δραματικό. Αυτό τονίζει και το φιλοσοφικό νόημα του έργου, αφού μέσα από εκεί παρωδείται τόσο το παιχνίδι του έρωτα, όσο και το σύμβολο αρρενωπότητας, το οποίο έρχεται σε αντίθεση με τους αδιάλλακτους επικούς Δον Ζουάν του παρελθόντος.

Βέβαια και αυτός ο ήρωας του Κιμούλη, όπως και άλλοι, τους οποίους διαλέγει τον τελευταίο καιρό, ενδίδει στον πειρασμό να γίνεται από σκηνής φιλόσοφος– με αποτέλεσμα σε κάποια σημείο το έργο να φλυαρεί κάπως. Το έργο είναι χτισμένο πάνω στον βετεράνο ηθοποιό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο Κιμούλης είναι ο μόνος πρωταγωνιστής. Οι γυναίκες της παράστασης έχουν ισχυρή φωνή, καθώς είναι είτε η φωνή της μνήμης, είτε μία φωνή που δικάζει και κατά-δικάζει ή ακόμα κι αυτή η φωνή που καθορίζει το πραγματικό από το μη πραγματικό. Η Κατερίνα Γερονικολού βγάζει στο σφυρί τον ρόλο του θηλυκού (γίνεται πόρνη ή κάτι άλλο, εξίσου αγοραίο). Καταφέρνει να παρωδεί το σέξι, εκχυδαΐζοντας το, χωρίς όμως να το αποδομεί, κερδίζοντας τις εντυπώσεις. Στην ίδια γραμμή κινείται και η Φαίη Ξυλά, αλλά δεν μου άρεσε ιδιαίτερα η ερμηνεία της, την οποία βρήκα ψυχρή. Η Ταμίλα Κουλίεβα έχει πιο δραματικά σημεία στο έργο, στα οποία ανταποκρίνεται με δύναμη, όχι παντού, αλλά εκεί που την βοηθάει το κείμενο.

Τελικά, αυτό που καταλαβαίνουμε είναι πως ό,τι ψάχνει ο Δον Ζουάν δεν υπάρχει ή δεν μπορεί να βρεθεί. Δεν ξέρουμε αν φταίει αυτός, ή ο κόσμος γύρω του. Ξέρουμε όμως ότι η ζωή του θα είναι πάντα ένα αδιέξοδο. Κι η συγκεκριμένη παράσταση έδωσε ζωή στον αντιφατικό ήρωα και τα αδιέξοδά του, παρά τις όποιες εικαστικές αδυναμίες της, δημιουργώντας ένα πρωτότυπο κωμικό, φιλοσοφικό και αλληγορικό ψυχόδραμα, που είναι συνάμα επίκαιρο και διαχρονικό.

Γιώργος Σμυρνής

[iframe width=”420″ height=”315″ src=”http://www.youtube.com/embed/sOeHbcZtNH4″ frameborder=”0″ allowfullscreen ]

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις