Οιδίπους Τύραννος στην Επίδαυρο: Τραγωδία με αποστασιο-ποίηση!
Με τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή, ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και του θεάτρου έκανε πρεμιέρα φέτος το φεστιβάλ Επιδαύρου. Η σκηνοθεσία ήταν του Λιθουανού Τσέζαρις Γκραουζίνις με τον Αιμίλιο Χειλάκη και τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Η υπόθεση του Οιδίποδα είναι πασίγνωστη. Πρόκειται για την πάντα ατελέσφορη περιπέτεια του ανθρώπου (όχι μόνο του Οιδίποδα) να ξεφύγει από τη μοίρα του. Ενώ κάνει ό,τι μπορεί, για να την γλιτώσει, με τις ίδιες του τις πράξεις προκαλεί την καταστροφή του. Οι γονείς του Οιδίποδα, Λάιος και Ιοκάστη, μαθαίνοντας τον φοβερό χρησμό, προσπάθησαν να φονεύσουν το παιδί τους, με αποτέλεσμα, μετά από “καραμπόλες”, να βρεθεί αυτός με ξένους γονείς, αγνοώντας ποιοί είναι οι πραγματικοί του γονείς. Αυτό οδήγησε στο να φονεύσει εν αγνοία του τον πατέρα του και στη συνέχεια να νυμφευθεί τη μητέρα του. Η γνώση του μέλλοντος στην αρχαία ελληνική μυθολογία είναι εργαλείο, για την πραγματοποίηση του. Αυτό είναι μία εκπληκτική σύλληψη, που τροφοδοτεί μία από τις καλύτερες αρχαίες τραγωδίες. Μέσα σε αυτό το αγωνιώδες κυνηγητό της μοίρας, δημιουργείται ένα έργο που κατακλύζεται από σασπένς και μάλιστα σε μία κατάσταση τραγικής ειρωνείας, όπου το κοινό της Αρχαίας Αθήνας γνώριζε αυτά που αγνοούσαν οι ήρωες.
Τελικά, ο Οιδίποδας μαθαίνει την αλήθεια, με αποτέλεσμα την τραγική του πτώση. Σημειολογικά, η πράξη τύφλωσης στον μύθο του Οιδίποδα επιδέχεται πολλών “μεταφράσεων”. Κατ’ αρχάς, μέσα στην ιστορία πολλοί διεκδικητές του θρόνου τυφλώνονταν από άλλους διεκδικητές, για να χάσουν το δικαίωμα- οι ανάπηροι αποκλείονταν από την εξουσία. Επίσης, ο Οιδίποδας απεμπολεί το δικαίωμα του στο φως. Αυτό έχει να κάνει με το φως, ως αλήθεια, ως αποκάλυψη των θαμμένων μυστικών (αυτό το “όλα στο φως”, που λένε συνέχεια, χωρίς να το εννοούν, οι πολιτικοί μας). Η αλήθεια του δεν αντέχεται και η γνώση της αλήθειας τον οδήγησε στην πτώση. Κι είναι κι ο Απόλλων, ο χρησμοδότης Θεός, που ήταν Θεός του φωτός. Και φαντάζομαι ότι υπάρχουν πολλές ακόμα συνδηλώσεις, τις οποίες έχουν εντοπίσει ανθρωπολόγοι και φιλόλογοι.
Η προσέγγιση του Γκραουζίνις στον Οιδίποδα χαρακτηριζόταν από τον μινιμαλισμό και την αποστασιοποίηση. Τα λιτά σκηνικά και τα απλά κουστούμια έδωσαν τον τόνο. Οι ερμηνείες δεν είχαν την ένταση και το νεύρο, της παραδοσιακής ερμηνείας του ποιητικού θεάτρου. Ο Χειλάκης, ως Οιδίποδας, δεν ήταν τόσο επιβλητικός, ούτε τόσο έντονος, όσο θα τον περίμενα. Η ερμηνεία του πρωταγωνιστή είχε μία ευχάριστη γλυκύτητα, αλλά με την πραότητα που επέδειξε, δεν είχε την ένταση ενός χαρακτήρα που σε όλη τη διάρκεια του έργου νιώθει ότι βρίσκεται υπό διωγμό (είτε ως Βασιλιάς μιας Θήβας, που υποφέρει από κατάρα, είτε ως ηγέτης που τον κατηγορούν για έγκλημα, το οποίο αποδίδει σε συνωμοτικό δάχτυλο, είτε ως άνθρωπος που συνειδητοποιεί στο φινάλε, ότι είναι τραγικό παίγνιο της μοίρας και έχει διαπράξει τρομερά εγκλήματα εν αγνοία του).
Ο Κωσταντίνος Μαρκουλάκης άλλους τους εντυπωσίασε στον τριπλό του ρόλο (Μάντης Τειρεσίας- Ιοκάστη- βοσκός που λέει την αλήθεια στον Οιδίποδα), ενώ σε άλλους φάνηκε ότι με την αποστασιοποίηση που είχε, δεν απέδωσε την δραματικότητα των συγκεκριμένων ρόλων. Εγώ βρίσκομαι κάπου ανάμεσα. Θεωρώ ότι η Ιοκάστη, έτσι κι αλλιώς, ερμηνευμένη από άντρα, ήδη ως σκηνοθετική επιλογή δημιουργεί μια προδιάθεση απόλυτης αποστασιοποίησης. Επομένως, θέλοντας και μη, ο Μαρκουλάκης ήταν αναγκασμένος να ακολουθήσει αυτήν την γραμμή, με μία Ιοκάστη λιγότερο συναισθηματική από όσο θα περιμέναμε. Από την άλλη, με τον Τειρεσία θεωρώ ότι υπήρχε κάποιο πρόβλημα, στην υπερβολικά ψυχρή ερμηνεία του (σε αυτό θεωρώ ότι έκαναν ακόμα μεγαλύτερη ζημιά τα τραγουδιστικά μέρη). Όμως μου άρεσε ο τρόπος που προσέγγισε τον βοσκό, παρουσιάζοντας τον σαν καθημερινό και κάπως αστείο άνθρωπο, αλλά με ιδιαίτερη αυθεντικότητα.
Επίσης, θεωρώ πολύ έξυπνο το εύρημα να παίζει ο Μαρκουλάκης και τον Τειρεσία και την Ιοκάστη. Το να παίζει άντρας την Ιοκάστη είναι υπενθύμιση στο κοινό ότι στις αρχαίες παραστάσεις παίζανε άντρες τους γυναικείους ρόλους. Αλλά κυρίως, η ερμηνεία από τον ίδιο ηθοποιό τόσο του τυφλού μάντη, όσο και της βασίλισσας της Θήβας είναι ένα έξυπνο παιχνίδι, που θυμίζει τον μύθο του Τειρεσία. Ο μάντης έχει μεταμορφωθεί σε γυναίκα για κάποια χρόνια, εξαιτίας μιας κατάρας της, ως συνήθως, στριμμένης Ήρας. Ταυτόχρονα, το γιγάντιο φόρεμα του Μαρκουλάκη- Ιοκάστης ήταν ένα από τα εφέ της παράστασης, μία ενδυματολογική υπερβολή που δεν θα είχε νόημα αν την βασίλισσα ερμήνευε γυναίκα.
Αυτός που μου φάνηκε πάντως ο πιο πειστικός στο ρόλο του ήταν ο Κρέοντας (Χρήστος Σαπουντζής). Ανέδειξε με εξυπνάδα έναν Κρέοντα πράο και καλοπερασάκια, ο οποίος δεν έχει τα χαρακτηριστικά σφετεριστή και καιροσκόπου, που του αποδίδει ο καχύποπτος Οιδίποδας ή απλώς δείχνει πολύ καλός υποκριτής και κατορθώνει να τα κρύψει τέλεια. Η ερμηνεία του Σαπουντζή το αφήνει ανοιχτό στο θεατή να διαλέξει ένα από τα δύο ενδεχόμενα.
Ο χορός δεν ήταν πάντα καλός. Η μουσική δεν μου άρεσε ιδιαίτερα κι η ανάμειξη τραγουδιού και πεζού λόγου σε διαλογικά μέρη και χορικά, δεν είχε πάντα θετικό αποτέλεσμα. Όμως υπήρχαν σημεία άρτιας χρήσης του χορού, με πιο χαρακτηριστική την περιγραφή της αυτοτύφλωσης του Οιδίποδα. Μου άρεσε ακόμη το γεγονός ότι μέρος του χορού γίνονταν και οι πρωταγωνιστές του έργου (Οιδίποδας, Ιοκάστη, Κρέοντας). Η μετάφραση της τραγωδίας (του Μίνωος Βολανάκη) δεν μου άφησε πολύ θετικές εντυπώσεις, ιδίως με την χρήση καθαρευουσιάνικων ή και αρχαιοελληνικών λέξεων.
Η παράσταση του Γκραουζίνις για τον Οιδίποδα ήταν μία αξιοπρεπής δουλειά, που σεβάστηκε τόσο τον χώρο, όσο και -κυρίως- το έργο. Αλλά, δεν είναι μόνο θέμα η επίδειξη σεβασμού, αλλά και το να έχει και αποτέλεσμα καλλιτεχνικό μία προσπάθεια. Παρά το ότι κάποιες επιλογές δεν με βρίσκουν απόλυτα σύμφωνο, θεωρώ ότι η παράσταση είχε καλό ρυθμό κι έξυπνες ιδέες, με αποτέλεσμα να στέκεται σε ικανοποιητικό επίπεδο και να αποτελεί μια φρέσκια πρόταση για την προσέγγιση της αρχαίας τραγωδίας.
Γιώργος Σμυρνής