MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΡΙΤΗ
05
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Αμφιτρύων του Μολιέρου από το Εθνικό Θέατρο- Η διακριτική γοητεία της θεϊκής “μηχανής”!

Τι συμβαίνει όταν η φράση “μηχανή του σεξ” σμίγει με αυτήν του “Από μηχανής Θεού”; Η απάντηση είναι ο Δίας στον Αμφιτρύωνα του Μολιέρου. Στην κωμωδία μεταμορφώσεων του Μολιέρου ο υπερσεξουαλικός Δίας μεταμορφώνεται στον Αμφιτρύωνα, για να κάνει έρωτα με τη γυναίκα του βασιλιά της Θήβας. Όταν το σκάνδαλο ξεσπάει, εμφανίζεται με την πραγματική του μορφή, δηλαδή ως Δίας, και γίνεται από μηχανής Θεός που σώζει την κατάσταση και το γάμο που “ατίμασε”. Προφανώς, υπάρχει μία κοφτερή ειρωνία σε αυτόν τον μολιερικό “Από μηχανής Θεό”.

author-image Γιώργος Σμυρνής

Ο Αμφιτρύων ανέβηκε στην Επίδαυρο σε σκηνοθεσία του Λευτέρη Βογιατζή και με έναν πολύ ποιοτικό θίασο. Το έργο του Μολιέρου είναι γραμμένο σε ομοιοκατάληκτο στίχο, μία φόρμα, την οποία η σκηνοθεσία σεβάστηκε και η πολύ καλή μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη διατήρησε.

Το έργο του Μολιέρου φωτογραφίζει τα ερωτικά σκάνδαλα του Λουδοβίκου 14ου, τον οποίο στην ουσία παραλληλίζει με τον μυθολογικό Δία. Σύμφωνα με την υπόθεση του έργου, ο Δίας (Νίκος Κουρής) μεταμορφώνεται σε Αμφιτρύωνα (Γιώργος Γάλλος) για να τρυπώσει στο κρεβάτι της γυναίκας του Αλκμήνης (Αμαλία Μουτούση). Το “φανάρι” τους κρατάει ο Ερμής (Χρήστος Λούλης), ο οποίος επίσης μεταμορφώνεται στον υπηρέτη του Αμφιτρύωνα, Σωσία (Δημήτρης Ήμελλος), έναν τύπο που μοιάζει αρκετά με τον “Υπηρέτη δύο αφεντάδων” Τρουφαλντίνο του Γκολντόνι στην ρέμπελη κι ανέμελη νοοτροπία του.

Ο Σωσίας, βέβαια, εκτός από τον αρχετυπικό λαϊκό ανθρωπάκο, τύπου Φάλσταφ και Τρουφαλντίνο, γίνεται και μία μορφή που γίνεται φορέας ενός υπαρξιακού ζητήματος. Βλέποντας τον Ερμή μεταμορφωμένο στον εαυτό του, θέτει σε αμφιβολία όλη την ύπαρξή του και την έννοια της προσωπικής του ταυτότητας.Όπως λέει ο σκηνοθέτης Λευτέρης Βογιατζής σε συνέντευξη που έδωσε στο περιοδικό του Φεστιβάλ Αθηνών, “έχουμε έναν απλό άνθρωπο, τον Σωσία, που τα παιχνίδια της εξουσίας τον φέρνουν στη δυσάρεστη θέση να πιστέψει ότι είναι δύο άνθρωποι.”

Στις φιλοσοφικές- ψυχολογικές προσεγγίσεις αυτού του ζητήματος, θα πρέπει να προσθέσουμε ότι η μεταμόρφωση είναι η βάση του θεάτρου. Ο ηθοποιός μεταμορφώνεται στον ρόλο του. Επομένως, τι πιο θεατρικό από ένα παιχνίδι μεταμορφώσεων; Αλλά, η τέχνη γενικότερα είναι γεμάτη με θέματα μεταμορφώσεων- καθώς η ανάγκη του ανθρώπου να γίνει κάποιος άλλος, αποτελεί πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες. Στην περίπτωση της κωμωδίας του Μολιέρου, αυτή η ανάγκη αγγίζει ακόμα και τους Θεούς. Εκτός από παιχνίδι εξουσίας, είναι και μία ψυχολογική ανάγκη, που δείχνει ότι ακόμα και οι πιο ισχυροί δεν είναι άτρωτοι. Όπως δηλώνει άλλωστε κι ο σκηνοθέτης, στην ίδια συνέντευξη, “ο Μολιέρος βάζει κι ένα ακόμα θέμα: τα συμπλέγματα. Πιστεύω βαθιά ότι ο Δίας είναι ένα ένας εντελώς συμπλεγματικός τύπος.”

Ο συμπλεγματικός αυτός Δίας είναι κι ένας πολύ αποτελεσματικός γόης. Μεταχειρίζεται διάφορες “μηχανές”, δηλαδή τεχνάσματα, για να ξεγελάσει την Αλκμήνη, αλλά στο τέλος μεταχειρίζεται και την πειθώ του λόγου. Σε ένα ακόμα έργο της μεγάλης δραματουργίας βλέπουμε την σχέση μεταξύ ρητορικής (του κύριου εργαλείου της πολιτικής) με το θέατρο. Ο Δίας αξιοποιεί διάφορες τεχνικές της ρητορικής, ώστε να πείσει την Αλκμήνη όχι μόνο να κάνει έρωτα μαζί του, αλλά να κάνει έρωτα με τον εραστή και όχι με τον σύζυγο. Ακόμα κι ένας Θεός δεν μπορεί να λέει ψέματα εντελώς απροκάλυπτα: Αν και όλο το σχέδιο του, με τη μεταμόρφωσή του δεν είναι παρά μία πλεκτάνη, ο μεγάλος Δίας “παίζει” με τα λόγια. Η φράση “εραστής και όχι σύζυγος”, την οποία μεταχειρίζεται, μπορεί να εκληφθεί από την Αλκμήνη ως μία μεταφορά. Αλλά ο ίδιος, μπορεί αργότερα να ισχυρισθεί ότι τελικά δεν είπε ψέματα στην σύζυγο του Αμφιτρύωνα. Με τον εραστή της έκανε σεξ και όχι τον σύζυγο (το ότι ο εραστής ήταν μεταμορφωμένος στο σύζυγο, είναι μία “τεχνική λεπτομέρεια”). Κι επειδή τα παιχνίδια εξουσίας είναι πάντα στο επίκεντρο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η εξουσία -ακόμα και η απόλυτη- δίνει πάντα λόγο και χρησιμοποιεί την πειθώ. Το πολιτικό ψέμα πρέπει να μοιάζει λίγο με χρησμό της Πυθίας, για να μπορείς μετά να το πάρεις πίσω. Κάπως έτσι είναι και τα ψέματα του Βασιλιά των Θεών.

Δόμηση και όχι Από-δόμηση

Η σκηνοθεσία του Βογιατζή συνδέει το τσίρκο και την κομέντια ντελ’ Άρτε με τον Μολιέρο και τις πρωτοπορίες του 20ου αιώνα. Το ζήτημα της έννοιας του αν υπάρχει πραγματικός εαυτός, έρχεται σε πρώτο πλάνο από την παράσταση. Ο ίδιος ο Μολιέρος, με το τόσο έξυπνο κείμενό του, που παίζει με την μεταμόρφωση, με την πολλαπλότητα των ταυτοτήτων και των εαυτών, θυμίζοντας σχεδόν Πιραντέλο, δίνει στον σκηνοθέτη την γέφυρα, για να συνδέσει αυτό το έργο με πρωτοποριακά έργα του 20ου αιώνα.

Ο Βογιατζής μεταχειρίζεται τεχνικές του μοντέρνου θεάτρου, όπως η αποστασιοποίηση, η οποία χρησιμοποιείται ευρέως. Οι ηθοποιοί τραγουδάνε και παίζουν ή γίνονται μουσικά όργανα στην σκηνή, κάνουν διάφορες δουλειές στην παράσταση, δεν υπάρχουν παρασκήνια, ενώ η Στεφανία Γουλιώτη (που ερμηνεύει τη Νύχτα σε έναν μικρό ρόλο στην αρχή του έργου) κάνει και τον υποβολέα στο έργο, διορθώνοντας τους υπόλοιπους ηθοποιούς από λάθη που μάλλον κάνουν επίτηδες. Το σκεπτικό (που προέρχεται από τον Μπρεχτ) εξυπηρετεί την ανάγκη να μην πάρουμε την παράσταση τελείως στα σοβαρά- να νομίζουμε δηλαδή υποσυνείδητα ότι είναι πραγματικό γεγονός- ώστε να διατηρούμε τις αποστάσεις μας από τα δρώμενα και την πλοκή, αλλά να εστιάζουμε στα μηνύματα του έργου. Επίσης, τα διάφορα τρικ- που δεν είναι όλα το ίδιο αποτελεσματικά και ευχάριστα- σε γενικές γραμμές υπηρετούν και κωμικό ρόλο, καθώς δίνουν μία αίσθηση λεπτού χαβαλέ.

Βέβαια, οι τεχνικές αποστασιοποίησης δεν αφορούν τις ερμηνείες των ηθοποιών, που μόνο αποστασιοποιημένες δεν είναι. Οι ηθοποιοί είναι πολύ μέσα στους ρόλους τους, παίζουν με πολύ πάθος και δίνουν ζωή στο έργο. Η Αμαλία Μουτούση (Αλκμήνη) και η Εύη Σαουλίδου (Κλεάνθη) κερδίζουν τις εντυπώσεις με τις παθιασμένες και συνάμα ντελικάτες ερμηνείες τους. Όμως πολύ καλός είναι και ο Κουρής, που αναδεικνύει την διακριτική γοητεία του Βασιλιά των Θεών, η οποία ταιριάζει στο πολύ σοφιστικέ πνεύμα τόσο της μολιερικής κωμωδίας, όσο και της μεταμοντέρνας σκηνοθετικής άποψης. Εξίσου δυνατοί ήταν ο Γιώργος Γάλλος, πολύ πειστικός ως Αμφιτρύωνας, αλλά και ο Δημήτρης Ήμελλος στο πιο κωμικό ρόλο του έργου, αυτόν του Σωσία, τον ρόλο που μάλλον θα ερμήνευε ο ίδιος ο Βογιατζής αν επέλεγε να παίξει κι ο ίδιος στην παράσταση που σκηνοθετούσε. Καλός ήταν και ο Χρήστος Λούλης, ως Ερμής. Γενικά, από ερμηνευτικής απόψεως η παράσταση δεν είχε υστερήσαντες. Η απαγγελία της ομοιοκαταληξίας γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην κουράζει τα αυτιά του θεατή. Έτσι δεν προδίδουν τη φόρμα του κειμένου, αλλά το φέρνουν και στα μέτρα του σύγχρονου θεάτρου.

Σκηνογραφικά το έργο ήταν δυνατό. Τα σκηνικά ήταν αρκετά αφαιρετικά και υπηρετούσαν λειτουργικούς ρόλους σε μεγάλο βαθμό και όχι τόσο αναπαραστατικούς. Όμως, η σκηνογραφία της Εύας Μανιδάκη έφτασε σε πολύ υψηλό επίπεδο, με το περιστρεφόμενο μαρμάρινο βάθρο στο οποίο ανεβαίνει ο Κουρής (Δίας) στο φινάλε του έργου κι ομολογεί την πλεκτάνη που έστησε και το οποίο ήταν έτσι φτιαγμένο, ώστε να ταιριάζει με το υπόλοιπο θέατρο της Επιδαύρου. Πιο ψηλά από τους άλλους θυμίζει από μηχανής Θεό, αλλά και Βασιλιά, που βρίσκεται στο βάθρο και βγάζει λόγο. Τα κουστούμια επίσης είχαν ενδιαφέρον. Η μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού, αν και κάπως υπερβολικά (ενίοτε και εκνευριστικά) μοντερνική, σε πολλά σημεία σου έμενε στο κεφάλι με έναν ευχάριστο τρόπο και έδινε έναν διασκεδαστικό τόνο στην παράσταση. Το μόνο που δεν μου άρεσε ιδιαίτερα ήταν οι φωτισμοί. Οι χειροκίνητοι φωτισμοί στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης δεν έβγαζαν νόημα, καθώς ο γενικός φωτισμός της σκηνής ήταν αρκετά έντονος, ώστε να μην κάνει διαφορά ο φωτισμός συγκεκριμένων προσώπων πάνω στην σκηνή. Επίσης, οι χειριστές των φώτων δεν ήταν ιδιαίτερα ακριβείς στο τι φωτίζουν, με αποτέλεσμα να δημιουργείται συχνά μία ασάφεια.

Γενικά, η παράσταση Αμφιτρύων είναι ένα μεταμοντέρνο έργο, που ενσωματώνει την ανάγνωση του σκηνοθέτη πάνω στο κείμενο του Μολιέρου, ενώ συνδυάζει στοιχεία από διαφορετικές καλλιτεχνικές επιρροές. Υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου, με μία πολύ σοφιστικέ και αρκετά αβάντ γκαρντ σκηνοθετική προσέγγιση και ερμηνείες απαιτήσεων από σπουδαίους ηθοποιούς, δημιουργεί μία ισχυρή αίσθηση λεπτεπίλεπτου χιούμορ, αλλά με αρκετό σκοτάδι, με μια μικρή τραγωδία να κρύβεται από κάτω. Ο Βογιατζής δομεί μαεστρικά μία παράσταση ενός κλασικού κειμένου με μοντέρνα (ή μετά-μοντέρνα) υλικά, αλλά δεν αποδομεί. Σέβεται το κείμενο του Μολιέρου και προσπαθεί να βγάλει την αλήθεια του, μέσα από μία σύγχρονη θεατρική προσέγγιση.

Γιώργος Σμυρνής

Η παράσταση θα παιχτεί επίσης στο Ηρώδειο στις 20 Σεπτεμβρίου 

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις