Ο Γιουσούφ, έχοντας εκτίσει φυλάκιση δέκα ετών, αποφυλακίζεται για λόγους υγείας. Είχε συλληφθεί στα 22 του χρόνια όντας φοιτητής για πολιτικούς λόγους (συμμετείχε σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που είχαν εξελιχθεί σε ταραχές). Μετά την αποφυλάκισή του και μη έχοντας τι άλλο να κάνει, αποφασίζει να επιστρέψει στο χωριό του στη Μαύρη Θάλασσα. Εκεί τον υποδέχεται μόνο η ηλικιωμένη και άρρωστη μητέρα του. Ο πατέρας του πέθανε όταν ο Γιουσούφ βρισκόταν στη φυλακή, ενώ η αδελφή του έχει παντρευτεί και βρίσκεται πλέον σε μεγάλη πόλη. Στο χωριό ζούν πλέον μόνο γέροι λόγω της κακής οικονομικής κατάστασης και ο μόνος άνθρωπος με τον οποίον ο Γιουσούφ κάνει παρέα είναι ο παιδικός του φίλος Μιχαήλ. Καθώς σταδιακά ο χειμώνας αντικαθιστά το φθινόπωρο, ο Γιουσούφ θα γνωρίσει την Έκα, μια κοπέλα από τη Γεωργία που έχει περάσει τα σύνορα για να κερδίσει χρήματα ως πόρνη, ώστε να συντηρήσει την μητέρα και την μικρή κόρη της που βρίσκονται πίσω. Ούτε η χρονική στιγμή, ούτε οι συνθήκες ευνοούν αυτούς τους δύο ανθρώπους που ανήκουν σε διαφορετικούς κόσμους. Κι όμως, η αγάπη γίνεται μια τελευταία, απεγνωσμένη προσπάθεια για να αδράξουν τη ζωή και να ξεφύγουν από τη μοναξιά…