Fuerza Bruta, Look Up @ Badminton – Φύκια για μεταξωτές κορδέλες
Ήταν από τις πιο πολυσυζητημένες παραστάσεις των τελευταίων ημερών, και λόγω της μεγάλης ανταπόκρισης του κοινού είχε πάρει παράταση ως την Κυριακή 7 Οκτωβρίου. Oι προσδοκίες από τη διαφήμιση για το “Look Up” των Fuerza Bruta στο θέατρο Badminton ήταν υψηλές, ειδικά μάλιστα από τη στιγμή που το εισιτήριο της παράστασης ανερχόταν στα 40 ευρώ. Το “Look Up” βασίζεται σε μια γενική ιδέα που έχει μεν έναν πρωτότυπο ή τουλάχιστον μη συνηθισμένο χαρακτήρα αναφορικά με τις καθιερωμένες θεατρικές συμβάσεις διαχωρισμού σκηνής-θεατών, αλλά πέρα από αυτό, δεν είναι τίποτα άλλο από μια φούσκα που σκάει σαν τα φελιζόλ που χρησιμοποιούνται στην παράσταση, η οποία κατά τα άλλα σημειώνει μεγάλη εισπρακτική επιτυχία στη Νέα Υόρκη, όπου είναι η “έδρα” της, αλλά και σε άλλες χώρες όπου παρουσιάζεται. Εύχομαι πραγματικά όσοι κατέβαλαν το ποσό των 40 ευρώ για να τη δουν και δεν είχαν την τύχη να εκμεταλλευτούν κάποια προσφορά, να μην το μετάνιωσαν και να μην συμμερίζονται την άποψή μου ότι το εγχείρημα είναι ήσσονος καλλιτεχνικής αξίας και ότι το κέφι που προκαλεί κυμαίνεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα σε σχέση με όσα υπόσχεται.από την Αργυρώ Σταυρίδη
Η παράσταση απαρτίζεται από σκετς με μοτίβα που επαναλαμβάνονται στη διάρκειά της: ένας performer τρέχει εναγωνίως πάνω σε κινούμενο δάπεδο, προσπερνώντας εμπόδια όπως αέρα, βροχή (σε σταγόνες) πλαστικές καρέκλες και τραπέζια, χάρτινους τοίχους, και πού και πού προσπερνά κι άλλους περαστικούς σαν σε rat race (αγγλική έκφραση για τη φρενήρη ρουτίνα), οι οποίοι πέφτουν στη συνέχεια στο “κενό”, σαν προϊόντα σε διαδικασία παραγωγής πάνω σε ιμάντα εργοστασίου. Ενώ ο πρώτος τρέχει για να προλάβει ή να ξεφύγει από κάτι, πυροβολείται, ματώνει, αλλά συνεχίζει, απλά αλλάζοντας τα πουκάμισα που φοράει σε στρώσεις, για να τον ξαναπυροβολήσουν και να ξαναματώσει εξαρχής, ώσπου να πέσει κάτω. Στη συνέχεια δύο χορεύτριες που αιωρούνται δεμένες με σύρματα, “τρέχουν” γύρω-γύρω πάνω στην κουρτίνα που οριοθετεί τον χώρο, φωνάζοντας προς το κοινό φράσεις σε ξένη γλώσσα. Ένας dj με περούκα “Μπετόβεν” δίνει τον ρυθμό από μια εξέδρα όπου βρίσκεται η κονσόλα. Μια παρέα από χορευτές πάνω σε μια μικρή σκηνή “χτυπιέται” ακολουθώντας την μουσική και σπάζοντας φελιζόλ, ανάμεσα σε χαρτάκια που ο τεχνητός αέρας κάνει να “πετάνε”.
Στο “interactive” μέρος του σόου, μέλη του θιάσου θα κατέβουν για να ανακατευτούν με το κοινό, θα μας προτρέψουν να καθίσουμε όλοι κάτω για να πεταχτούμε ξανά μόλις η μουσική ξανανεβάσει τα beats, και θα πάρουν κάποιους από τους θεατές για να “χοροπηδήσουν” μαζί τους σε μια υπερυψωμένη βάση. Στην επόμενη “σκηνή”, μία διαφανής δεξαμενή με νερό πάνω απ’ τα κεφάλια μας, χαμηλώνει σταδιακά προς το δάπεδο, όσο τέσσερις χορεύτριες “πλατσουρίζουν” και κολυμπούν γρήγορα μέσα της, σε υδάτινα παιχνίδια συνοδευόμενα ενίοτε από φώτα strobe. Όταν η δεξαμενή φτάσει πολύ κοντά στο κοινό, οι χορεύτριες-“γοργόνες” θα κοιτάξουν από πολύ κοντά τους θεατές, που μπορούν να αγγίξουν τη δεξαμενή “καλώντας” τις.
Μετά το πέρας αυτού του μέρους, στην “σκηνή” τοποθετείται μια σκάλα στην κορυφή της οποίας θα ανέβει ο “ταλαίπωρος” τυπάκος που είδαμε στην αρχή, μαζί με δύο άλλους χορευτές, έναν άνδρα και μία γυναίκα. Θα σταθούν στην άκρη της, θα πέσουν στο κενό -δεμένοι βέβαια πάντα- και θα περάσουν μέσα από ένα χάρτινο τοίχο, που θα σκιστεί σε δεκάδες χαρτάκια, αιωρούμενα με τη βοήθεια ανεμιστήρα. Θα συνεχίσουν να τρέχουν για λίγο “στον αέρα” με ενθουσιασμό και άφθονη ενέργεια. Το σόου θα κλείσει με υπόκλιση του θιάσου και, τέλος, με τους προβολείς στραμμένους στον dj, τη στιγμή που σταγόνες νερού ξαναπέφτουν στην σκηνή με τον ειδικό μηχανισμό.
Επιστρέφοντας στο αρχικό ερώτημα -αν αυτό που είδαμε έχει κάποια καλλιτεχνική αξία και αν πρόκειται έστω για ένα πάρτυ στο οποίο προσκαλούμαστε να διασκεδάσουμε παρέα με τους performers- η ετυμηγορία είναι απογοητευτική. Στα “νούμερα” που παρουσιάζονται, δεν υπάρχει πουθενά σύγχρονος χορός ή εξεζητημένη ακροβασία, όπως ίσως περιμένει κάποιος διαβάζοντας πληροφορίες για την παράσταση και βλέποντας αποσπάσματά της, παρά μια ικανότητα εκτέλεσης “ασκήσεων” ελαφράς δυσκολίας για έναν επαγγελματία. Κατά τη διάρκεια της παράστασης, το κοινό μετακινείται στον χώρο ακολουθώντας τις υποδείξεις του προσωπικού, καθώς σε αυτόν παρεμβάλλονται μηχανισμοί που χρησιμοποιούν οι performers, κάτι που έχει αρνητικές συνέπειες για την εσωτερική ροή και τον ρυθμό. Επιπλέον, τουλάχιστον στην παράσταση που παρακολούθησα εγώ, κρίνω πως οι θεατές ήταν υπεράριθμοι (αναφορικά με τον σκοπό του σόου και όχι με το νομότυπο της έκδοσης εισιτηρίων, για να μην παρεξηγηθώ), με αποτέλεσμα πολλοί να νιώσουν δυσφορία, αφού δεν υπήρχε ένας έστω μικρός βαθμός άνεσης ώστε να μπορούν να το διασκεδάσουν, και μάλιστα κάποιοι αποχώρησαν από νωρίς. Ok, συνήθως δεν παθαίνει κανείς τίποτα από σπρωξίδι και στριμωξίδι που “τρώει” συχνά και στα μέσα μαζικής μεταφοράς, αλλά όταν βρίσκεσαι κολλημένος με τους γύρω σου, ακόμα κι αν δεν είσαι κοντός, ακόμα κι αν το υπερυψωμένο κέντρο δράσης αλλάζει ανά διαστήματα, δυσκολεύεσαι να δεις πράγματα που συμβαίνουν. Όσο για τον βαθμό συμμετοχής του κοινού και το “διαδραστικό” του όλου σόου, αυτό περιορίζεται σε όσους έχουν την “τύχη” να βρεθούν μπροστά στους performers, και στη δυνατότητα να αγγίξει το κοινό τη δεξαμενή με το νερό, μήπως και κάποια κοπέλα έρθει προς το μέρος του και κοιτάξει από πάνω χαμογελώντας με γουρλωμένα μάτια και παριστάνοντας τη γοργόνα.
Το πιο ενδιαφέρον μέρος του σόου ήταν όντως το “υδάτινο”, όμως και αυτό παραμένει μια ακατέργαστη ιδέα με την οποία οι συντελεστές του “Look Up” θα μπορούσαν να κάνουν “παπάδες” και να την εξελίξουν ώστε να γίνει πολύ ατμοσφαιρική και να περιλαμβάνει όμορφες εικόνες και πραγματικό χορό, πέρα από στοιχειώδεις ομαδικούς σχηματισμούς, επαναλαμβανόμενο γρήγορο κολύμπι και χάζεμα της βρεγμένης γυναικείας φιγούρας. Το ίδιο ανεκμετάλλευτη πιστεύω πως έμεινε και η ιδέα του “πάρτυ”, που προϋποθέτει την συμμετοχή όλων αν θέλει να λέγεται έτσι. Γιατί να μην υπάρχει μια καλύτερη μελέτη της τοποθέτησης του κοινού και της δράσης των performers ώστε να γίνει “παιχνίδι” με όλους και όχι με λίγους; Συν το ότι, βλέποντας αποσπάσματα στο YouTube από τις παραστάσεις στη Νέα Υόρκη, όπου είναι η “έδρα” του σόου, διαπίστωσα ότι στο Badminton μάλλον παρουσιάστηκε μια ελλιπής βερσιόν, καθώς στα βίντεο περιλαμβάνονται σκηνές που δεν είδαμε εδώ, στις οποίες δεν παρατήρησα κάποια ιδιαίτερη τεχνική δυσκολία που να μην επιτρέπει να συμπεριληφθούν στο αθηναϊκό ανέβασμα.
Όσο για νόημα, μην το ψάχνετε. Κατά έναν συλλογισμό, μπορεί οι γοργόνες να “έσωσαν” τον ταλαιπωρημένο αστό, αλά Ντάρυλ Χάνα-Τομ Χανκς στη γνωστή ταινία “Η Γοργόνα” (“Splash”), απελευθερώνοντάς τον από τα άγχη του, μπορεί και όχι. Κι αν δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει πάντα μία συνοχή ανάμεσα στα επιμέρους στοιχεία μιας παράστασης ή ένα σπουδαίο “μήνυμα”, δεν παύει να υφίσταται μια ελάχιστη απαίτηση καλλιτεχνικής “μαγείας”, που συνολικά δεν επετεύχθη στην συγκεκριμένη περίπτωση. Το “Look Up” είναι απλά ένα happening – θα μπορούσε να είναι ένα σόου που μπορείς να παρακολουθήσεις πίνοντας το ποτό σου ή χορεύοντας σε ένα πρωτότυπο κλαμπ. Η αλήθεια είναι πως είδα αρκετά χαμογελαστά πρόσωπα στο τέλος, ενώ υπήρξε και μια χλιαρή διάθεση εκ μέρους μερικών να χορέψουν στη διάρκεια της παράστασης. Όμως για μένα δεν είναι “τέχνη” ή παράσταση το να βλέπω ένα θίασο απλά να “χτυπιέται” με την μουσική, να κολυμπάει και να σπάει φελιζόλ, ούτε μπορώ να διασκεδάσω απλά βλέποντάς το αν δεν κάνω κι εγώ το ίδιο, και πολύ περισσότερο θεωρώ απαράδεκτο να κοστολογείται με 40 ευρώ μια τέτοια παράσταση διάρκειας μόλις 50 λεπτών. Εν τέλει, συμφωνώ σε γενικές γραμμές με τα εξής σχόλια που είδα στο YouTube: “I saw the show and thought: How on earth did they manage to sell this worthless piece of **** to the audience all over the world”, “no general idea, some acrobatics, some wet girls, some dancing, lots of head hitting with boxes of cut paper. the most pretentious piece of **** ever. Very sad and disappointing”.
Ο Γιώργος Σμυρνής, ωστόσο, έχει αντίθετη άποψη. Διαβάστε τη δική του κριτική, εδώ