MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
17
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Αγορίτσα Οικονόμου: Το να είσαι ηθοποιός είναι σαν να κάνεις πρωταθλητισμό

Η υποκριτική είναι σκληρό άθλημα. Αυτό μας λέει η Αγορίτσα Οικονόμου, μία ηθοποιός χρόνια στο θέατρο, με υψηλού επιπέδου ερμηνείες και αίσθημα επαγγελματισμού. Όπως δηλώνει χαρακτηριστικά, η συμμετοχή σε μία παράσταση, ιδίως όταν πηγαίνει περιοδεία, «είναι λίγο πρωταθλητισμός. Θέλει δηλαδή έναν επαγγελματισμό από εμάς: Να μην πολυξενυχτάς, να προσέχεις τι τρως…»Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνή

author-image Γιώργος Σμυρνής

Το Καλοκαίρι μας εντυπωσίασε ως Ίριδα στην παράσταση Όρνιθες του Αριστοφάνη, του Γιάννη Κακλέα. Και συνεχίζει με τον ίδιο σκηνοθέτη στην παράσταση «Αχ αυτά τα φαντάσματα» του Εντουάρντο ντε Φιλίππο που ανεβαίνει στο θέατρο Βρετάνια από τις 20 Οκτωβρίου.

Με αφορμή αυτήν την παράσταση, η Αγορίτσα Οικονόμου μας μιλάει για το έργο, το οποίο θεωρεί μια εξαιρετική μαύρη κωμωδία. Επίσης, κάνει λόγο για τα φαντάσματα τα δικά της, τα φαντάσματα του ρόλου της, (μιας γυναίκας που κυνηγάει τον άντρα της, που την παράτησε) και γενικότερα των ανθρώπων.

-Παίζετε στο έργο «Αχ, αυτά τα φαντάσματα» του Ντε Φίλιπο σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα. Μιλήστε μου λίγο για την υπόθεση του έργου και τον δικό σας ρόλο.
Είναι μια μαύρη κωμωδία γραμμένη περί τα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Έχει να κάνει με τους ανθρώπους και τα φαντάσματά τους- που όλοι έχουμε. Και το κατά πόσον πρωταγωνιστής ο Πασκουάλε, ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, αντέχει ή δεν αντέχει να έρθει αντιμέτωπος με τα φαντάσματά του. Είναι μια βαθιά ανθρώπινη και πολύ ωραία μαύρη κωμωδία. Εξαιρετικό έργο! Εγώ κάνω τον ρόλο της Αρμίντα, μίας γυναίκας, συζύγου του Αλφρέντο, του Άρη Σερβετάλη. Κι αυτή η καημένη έχει τα θέματά της. Την έχει εγκαταλείψει ο άντρας της.

-Ο Αλφρέντο;
Άστα! Άστα! Ζω ένα δράμα. Τον κυνηγάω, έχω βάλει κατασκόπους. Ο ρόλος που ερμηνεύω είναι μία μισότρελη, με βαθύ πόνο. Νομίζει ότι είναι καταπληκτική, με φοβερά ταλέντα, στην μαγειρική, στην νοικοκυροσύνη, ότι τραγουδάει όπερα, ενώ είναι φάλτση. Κυνηγάει κι αυτή τα δικά της φαντάσματα.

-Τα δικά σας φαντάσματα ποια είναι;
Χάνονται στα βάθη των αιώνων. Όλοι έχουμε. Έχω κι εγώ. Αλλά δεν θέλω να τα προδώσω.

-Από τους Πέρσες του Αισχύλου μέχρι τον Άμλετ και τον Ντον Τζιοβάνι το εύρημα του φαντάσματος έπαιζε έναν επιβλητικό ρόλο σε μία παράσταση. Στο «Αχ αυτά τα φαντάσματα» θα πρέπει να περιμένουμε κάτι το επιβλητικό;
Εγώ λέω να περιμένουμε και εμείς και εσείς- δηλαδή ο κόσμος που θα το δει- να αναγνωρίσει κάτι και να συγκινηθεί μαζί μας. Νομίζω ότι αυτό θα είναι το καλύτερο. Γιατί κι εμείς, διαβάζοντάς το κι αναλύοντας το έργο, βρήκαμε πολλά πράγματα, με τα οποία είτε ταυτισθήκαμε, είτε τα αναγνωρίσαμε, είτε μας θύμισαν κάτι, είτε μας ξύπνησαν κάτι. Νομίζω αυτό είναι το ωραίο στο έργο μας και γενικότερα στο θέατρο. Όταν αναγνωρίζουμε κάτι που μοιάζει με αυτά που έχουμε ζήσει και μας κάνει να αισθανόμαστε μία παρηγοριά.

-Με αυτό το έργο αισθανθήκατε συγγένεια, λόγω του μεσογειακού ταμπεραμέντου;
Ναι, βέβαια. Δεν ξέρω αν έχει να κάνει με το μεσογειακό ταμπεραμέντο μας, όσο με το ότι ο Ντε Φίλιπο είναι σαν να σου σκάβει λίγο την ψυχή. Σαν να πηγαίνει λίγο πιο μέσα. Κι εμείς προσπαθήσαμε αρκετά να διαλέξουμε αυτόν τον δρόμο.

-Έχει κοινωνικά μηνύματα το έργο;
Είναι η φτώχεια, η κακομοιριά , αλλά και μια ψυχή που δεν θέλει να κατατροπωθεί από όλο αυτό το πράγμα. Θέλει να επιζήσει πάση θυσία. Κι αυτό τόσο στην Ιταλία, όσο και στην Ελλάδα, το έχουμε περάσει άπειρες φορές. Το έργο γράφτηκε το 1947. Βγάζει ένα αίσθημα ότι ναι μεν, αλλά εγώ θα τα καταφέρω. Θυμάστε κάτι εκθέσεις ιταλικές, που τις είχε εκδώσει ένας δάσκαλος; Ήταν κάτι εκθέσεις από σχολεία της Νότιας Ιταλίας, που μιλούσαν για την φτώχεια, τη Μαφία. Κι ένα παιδάκι σε μια έκθεση έλεγε: «εγώ πάντως ελπίζω να την βολέψω.» Αυτό είναι και το πνεύμα του έργου. Με ό,τι τίμημα πρέπει να πληρώσεις, για να καταφέρεις να σταθείς όρθιος.

-Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον σκηνοθέτη Γιάννη Κακλέα;
Με τον Γιάννη Κακλέα έχουμε δουλέψει άλλες δύο φορές μαζί: στη Λυσιστράτη και στις Όρνιθες. Η συνεργασία μας είναι πάρα πολύ καλή. Είναι ευτυχία για τον ηθοποιό να συνεργάζεται με σκηνοθέτες, οι οποίοι έχουν πρόταση, όραμα. Επίσης ο Γιάννης δεν έχει καθόλου ανταγωνισμό με τον ηθοποιό. Είναι ένας σκηνοθέτης που πιστεύει στην συνεργασία. Δεν γίνεται κάτι από μένα μόνο, ούτε από εκείνον μόνο.

-Με άλλους σκηνοθέτες είχατε νιώσει ανταγωνισμό από την πλευρά τους;
Όχι. Τώρα που το αναλογίζομαι. Είμαι αρκετά χρόνια στο θέατρο και δόξα τω Θεώ έχω δουλέψει πολύ ωραία με τους σκηνοθέτες μου. Δεν έχω παράπονο.

-Παίξατε και στην παράσταση Οι Όρνιθες του Αριστοφάνη. Μιλήστε μου για την εμπειρία σας από την παράσταση και από την υποδοχή του κοινού.
Πήγαμε πάρα πολύ καλά. Και το κοινό ήταν το πιο συγκινητικό και ο τρόπος που σε ακούει. Είναι ένα έργο που μιλάει για λαμογιές και κοινωνικά φαινόμενα, τα οποία υπήρχαν 2,5 χιλιάδες πίσω και δυστυχώς υπάρχουν ακόμα. Η περιοδεία πήγε πολύ καλά. Ήταν, όμως, όπως και να το κάνεις κουραστική. Δεν είναι κάτι εύκολο. Ανά δύο μέρες ξημερώνεις κι αλλού, που λέει ο λόγος. Όλο αυτό το πράγμα είναι λίγο πρωταθλητισμός. Θέλει δηλαδή έναν επαγγελματισμό από εμάς: Να μην πολυξενυχτάς, να προσέχεις τι τρως, για να είσαι με όλα σου τα όργανα παρούσα.

-Γυμναστική πρέπει να κάνεις;
Πρέπει! Και το σώμα και τη φωνή. Για να είσαι εντάξει απέναντι στο κοινό και στο έργο και στις απαιτήσεις της παράστασης.

-Πόσο δύσκολο είναι να μεταφέρεις στο σήμερα το χιούμορ του Αριστοφάνη;
Δεν είναι εύκολο. Χρειάζεται μάλλον μία ειδική ανάγνωση. Πράγμα που κάνει ο Γιάννης Κακλέας. Και στην Λυσιστράτη το είδα να το κάνει αυτό και στους Όρνιθες. Η ανάγνωση αυτή πρέπει να ακουμπάει στο σήμερα. Το να βγουν 5-6 και να βρίζονται ή να δείχνουν φτιαχτά γεννητικά όργανα, νομίζω δεν φτάνει. Κάπου λες, ωραία το είδα. Κάτι άλλο παραπάνω; Αυτό που προσπαθεί ο Γιάννης να κάνει και που το εκτιμώ, είναι να βγει το χιούμορ από την σκέψη. Αυτό θέλει πολλή δουλειά, μεταφραστικά, υποκριτικά, σκηνοθετικά… Είναι μια δουλειά συνόλου.

-Τα επεισόδια που γίνονται και στις ισλαμικές χώρες, αλλά και σε χριστιανικές, σχετικά με καλλιτεχνικά έργα που κατηγορούνται για βλασφημία, πώς τα βλέπετε; Πρέπει ένας ηθοποιός να προσέχει που παίζει;
Ένας ηθοποιός το ιδανικό θα ήταν να παίζει ρόλους που τον ακουμπάνε. Στην ουσία ο ηθοποιός σου λέει μια ιστορία. Αν ένας ηθοποιός πιστέψει στο ρόλο του και θέλει κάτι να πει, είναι δικαίωμά του.

-Εκτός από το «Αχ αυτά τα φαντάσματα» έχετε κάτι άλλο στο πρόγραμμα;
Όχι. Τα πράγματα κυλάνε και πρέπει να είμαστε ψύχραιμοι, με χιούμορ και ανοιχτοί. Να τα δεχόμαστε. Ό,τι έρθει, καλώς να έρθει.

Περισσότερα από Πρόσωπα