Η Άνι, ο Ζαν, ο Κλοντ, ο Άλμπερτ και η Τζιν είναι κολλητοί φίλοι για περισσότερα από σαράντα χρόνια. Έτσι, όταν η μνήμη τους αρχίζει να εξασθενεί, η καρδιά τους δυναμώνει ώστε να αντιδράσει στην προοπτική ενός οίκου ευγηρίας, που διαφαίνεται ορατή. Όμως, οι πέντε φίλοι επαναστατούν και αποφασίζουν να συγκατοικήσουν σε ένα σπίτι! Στην αρχή το σχέδιο τους φαίνεται ανόητο. Όμως, όταν αυτή η συγκατοίκηση γίνεται δημιουργική και επαναφέρει μνήμες από τις παλιές καλές εποχές, τότε αυτή η απόφαση τους μετατρέπεται σε μια θαυμάσια περιπέτεια –να μοιράζονται το ίδιο σπίτι στα 75 τους! Ο Ζαν (Γκι Μπεντός) είναι ένας ρομαντικός επαναστάτης, ο οποίος εξακολουθεί να απολαμβάνει την χαλαρή, αστικού τύπου, ζωή του, με τη σύζυγο του Άνι (Τζέραλντιν Τσάπλιν). Η Άνι είναι μια συνταξιούχος ψυχίατρος, η οποία παραπονιέται ότι δεν βλέπει όσο συχνά θέλει τα παιδιά της και τα εγγόνια της. Ο Άλμπερτ (Πιερ Ρισάρ) είναι ένας αγαθός και χαμηλών τόνων γεράκος, σε αντίθεση με την υπερδραστήρια και ενεργητικότατη Αμερικανίδα σύζυγο του, Τζιν (Τζέιν Φόντα). Η Τζιν είναι πανεπιστημιακός, που πάσχει από καρκίνο. Ο Κλοντ (Κλοντ Ρις) είναι ένας χήρος, που λατρεύει τις γυναίκες, και αρέσκεται να συναναστρέφεται με ιερόδουλες. Βέβαια πάσχει από την καρδιά του, απόρροια των… συχνών επισκέψεων του στις “φίλες” του. Οι πέντε φίλοι αντιδρώντας στην προοπτική να πάνε σε οίκο ευγηρίας, αποφασίζουν να συγκατοικήσουν στο μεγάλο σπίτι του Ζαν και της Άνι. Μαζί τους μένει και ο Ντερκ, ένας νεαρός Γερμανός εθνολόγος-φοιτητής, που σκοπό έχει να μελετήσει τον υπερήλικο πληθυσμό της Γαλλίας…
Θετική η αύρα της ταινίας και ωραία η πρόθεσή της να ρίξει φως σε μια ηλικία που συνήθως βρίσκεται στο περιθώριο της ζωής και ακόμα περισσότερο της κινηματογραφικής οθόνης. Η παρέα των 75ρηδων (με τη γκριζαρισμένη λάμψη αστέρων όπως η Τζέιν Φόντα, η Τζεραλντίν Τσάπλιν ή ο Πιερ Ρισάρ) δείχνει ότι, παρά την όποια φθορά του σώματος, οι επιθυμίες, οι ανησυχίες, τα μυστικά, η συντροφικότητα, το χιούμορ, δεν σταματούν από κάποιο αόρατο διακόπτη. Απο εκεί και πέρα, χωρίς ένα πολύ βαθύτερο σχόλιο (ή την αναρχική πλάκα μιας παλιοπαρέας όπως «Οι Εντιμότατοι Φίλοι»), έχουμε μια ευχάριστη ταινία που διακριτικά ζητάει τη συγκίνηση και το χαμόγελο.
Θοδωρής Τσιάτσικας