Χριστίνα Μαξούρη: “Η αυθεντικότητα του ρεμπέτικου τραγουδιού εκλείπει στις μέρες μας”
Η Χριστίνα Μαξούρη εμφανίζεται κάθε Δευτέρα του Νοέμβρη στην μουσική σκηνή “Χαμάμ”, παρουσιάζοντας τη δική της εκδοχή του ρεμπέτικου τραγουδιού. Η ίδια “συστήθηκε” στο κοινό ως ηθοποιός και τώρα αποκαλύπτει μια άλλη πτυχή του ταλέντου της σε ρόλο ερμηνεύτριας. Πιστεύει ότι τα πάντα είναι θέμα έμπνευσης και δεν διαχωρίζει το τραγούδι από την υποκριτική, αφού αν βρεθεί η κατάλληλη “χημεία”, κάθε καλλιτεχνική προσπάθεια “μπορεί να ανθίσει”. Οι παραστάσεις αυτές είναι… καθαρά γυναικεία υπόθεση, καθώς μαζί της εμφανίζονται και οι Ματούλα Ζαμάνη, Μάρθα Φριντζήλα, Ελένη Κοκκίδου και Νένα Μεντή, για να ταξιδέψουν το κοινό στους ήχους του ρεμπέτικου τραγουδιού.Συνέντευξη στον Ορέστη Βέλμαχο
Τις Δευτέρες του Νοεμβρίου σας συναντάμε στη μουσική σκηνή Χαμάμ. Πώς προέκυψε αυτή η δουλειά;
Η ιδέα για αυτή τη δουλειά προέκυψε τον περασμένο Μάιο. Σε μια περίοδο που ένιωθα μια έντονη επιθυμία να τραγουδήσω, αλλά ανυπότακτα. Εκτός δηλαδή του πλαισίου ενός μαγαζιού που απαιτεί πυκνή συχνότητα και συνήθως “συνταγή” προγράμματος. Εν ολίγοις, με άλλο τρόπο από αυτόν που μου συνέβαινε έως τώρα.
Αναφέρετε στο Δελτίο Τύπου ότι «κουρδίζεστε στις 78 στροφές». Τι θέλετε να πείτε μ’ αυτή τη φράση;
Ότι τα τραγούδια που επιλέξαμε είναι στην πλειοψηφία τους πρωτοηχογραφημένα σε δίσκους γραμμοφώνου των 78 στροφών. Μια διαδικασία “αποτύπωσης” των ελληνικών τραγουδιών που ξεκίνησε δειλά δειλά το 1896 στην Αμερική, μέχρι το 1930 είχε εγκατασταθεί στην Ελλάδα, έως ότου έληξε οριστικώς το 1960.
Στις παραστάσεις εμφανίζονται και οι Ματούλα Ζαμάνη, Μάρθα Φριντζήλα, Ελένη Κοκκίδου και Νένα Μεντή. Γιατί επιλέξατε τις συγκεκριμένες καλλιτέχνιδες;
Γιατί με συν-κινεί πάντα ο τρόπος που τραγουδούν, που μιλούν και που υπάρχουν ιδιωτικώς και δημοσίως και γιατί φτιάχνουν με τόλμη το δικό τους ρεύμα και το ακολουθούν πιστά. Τις τρεις από αυτές, έχω την τύχη να τις γνωρίζω κάποια χρόνια, άρα οι λόγοι είναι και συναισθηματικοί.
Η παράσταση εστιάζει στο ρεμπέτικο τραγούδι, ένα είδος που δεν έχει πλέον μεγάλη «πέραση». Τι σας οδήγησε σε αυτή την απόφαση;
Δεν πρόκειται περί απόφασης. Για μένα ακουστικά και τραγουδιστικά είναι μέχρι στιγμής το πιο οικείο μουσικό πεδίο.
Τι εκφράζει κατά τη γνώμη σας το ρεμπέτικο τραγούδι;
Εκφράζει μια αυθεντικότητα, μια αμεσότητα, μια απλότητα, μια καθαρότητα και ειλικρίνεια και κάτι το ανεπιτήδευτο, που νιώθω ότι σήμερα εκλείπει.
Θέλετε να προσεγγίσετε με ένα νέο τρόπο το ρεμπέτικο ή θα μείνετε πιστή στις αυθεντικές εκτελέσεις;
Στη συγκεκριμένη παράσταση, “πειράξαμε” τις πρώτες εκτελέσεις μόνο εκεί όπου είχαμε έμπνευση για κάτι τέτοιο, δεν ήταν αυτοσκοπός. Αν και πιστεύω ότι αναπόφευκτα προσεγγίζουμε το ρεμπέτικο με νέο τρόπο, αφού ζούμε στο 2012 και είμαστε και οι πέντε αρκετά πρόσφατοι σε αυτή τη γη…
Σας γνωρίσαμε ως ηθοποιό του Εθνικού Θεάτρου και τώρα μας ξανασυστήνεστε ως τραγουδίστρια. Αν έπρεπε να διαλέξετε ανάμεσα στην υποκριτική και το τραγούδι, τι θα αποφασίζατε;
Εάν υπάρχουν άνθρωποι με τους οποίους μπορούμε να συμπορευτούμε και να ανθίσουμε ψυχικά και πνευματικά, είτε στο θέατρο, είτε στο τραγούδι, θα διάλεγα και τα δύο. Εάν όχι, κανένα από αυτά.
Ποια είναι τα σχέδιά σας μετά τις παραστάσεις στο Χαμάμ; Υπάρχει στο μυαλό σας ένα «πάντρεμα» της μουσικής με την υποκριτική;
Μετά το Χαμάμ, ακολουθούν εντατικές πρόβες για το “Ζ” του Βασίλη Βασιλικού, που θα ανέβει στις 20/12 στη Νέα Σκηνή του Εθνικού σε σκηνοθεσία Έφης Θεοδώρου και για την Γκόλφω του Σπύρου Περεσιάδη, που θα ανέβει αρχές Μάρτη στη σκηνή “ΜΑΡΙΚΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ”, σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου. Μέσα μου το πάντρεμα συμβαίνει ήδη…