Αλίκη Δανέζη-Κνούτσεν: Όταν ο άνθρωπος αποστασιοποιείται από το συναίσθημα, είναι ικανός για τα πάντα!
Η Αλίκη Δανέζη Κνούτσεν είναι μια πολύπλευρή καλλιτέχνις και μια πολίτης του κόσμου. Η σύζυγος του Γιάννη Στάνκογλου γεννήθηκε στην Γαλλία, από γονείς Κύπριους (το Κνούτσεν είναι το επώνυμο του πατριού της), έζησε κυρίως στην Κύπρο, πέρασε αρκετά χρόνια στη Νέα Υόρκη, ενώ πλέον κάνει καριέρα σκηνοθέτη στην Ελλάδα.Παράλληλα, διδάσκει σκηνοθεσία και σενάριο.
Το καλό του να έχεις κάνει τόσα πολλά πράγματα στην ζωή σου είναι ότι μπορείς να δίνεις έγκυρες κι ενδιαφέρουσες απόψεις για πάρα πολλά θέματα. Η Αλίκη Δανέζη Κνούτσεν μας παραχώρησε συνέντευξη, στην οποία μας μιλάει για την παράσταση που σκηνοθετεί, τις “Ζωές των άλλων“, στο θέατρο Θησείον, αλλά και για την κρίση στην Ελλάδα και την Κύπρο, το φαινόμενο της οπλοκατοχής στην Αμερική, τον φόβο με τον οποίο ελέγχουν τις συνειδήσεις και τις συμπεριφορές μας και για πολλά άλλα.
– Το κινηματογραφικό έργο «Οι ζωές των άλλων» αγαπήθηκε πολύ από το κοινό. Γιατί επιλέξατε να το σκηνοθετήσετε για το θέατρο;
Είχε να κάνει κατ’ αρχήν με την ιστορία του έργου και το πόσο συμπαγής και ουσιαστική είναι αυτή και μας αγγίζει πάρα πολύ και μιλάει σε ένα πολύ ιδιαίτερο κομμάτι μας. Κι αναφέρεται στο τι σημαίνει να είναι κάποιος άνθρωπος. Από εκεί και πέρα, ήταν πάρα πολλές οι προκλήσεις που αφορούσαν στο πώς θα μπορούσε να στηθεί κάτι τέτοιο στο θέατρο: κάποιος που ακούει, αλλά δεν βλέπει, άνθρωποι που είναι υπό παρακολούθηση συνέχεια. Με δεδομένο μάλιστα ότι όλα αυτά θα διαδραματίζονταν μπροστά στο κοινό, γεγονός που δημιουργεί μια νέα σημειολογία σε σχέση με την σύμβαση. Αυτές τις προκλήσεις τις βρήκα πολύ ενδιαφέρουσες και ήθελα να το παλέψω, για να δω πώς μπορεί να εξελιχθεί. Με ενδιαφέρει πώς έργα που βασίζονται στην δράση, την εικόνα και την πράξη των ηρώων, μπορούν να μεταφερθούν στο θέατρο.
-Τι αλλάξατε στο έργο με την διασκευή σας;
Υπάρχουν αρκετά πράγματα, που έχουμε προσθέσει. Πήραμε κάποια πράγματα από την διασκευή του Όστενμάγιερ, που μετέτρεψε το σενάριο της σε θεατρικό έργο, στο οποίο υπάρχουν μόνο μονόλογοι. Εμείς πήραμε κάποια κομμάτια από το έργο αυτό και τα προσθέσαμε γραμμικά μέσα στην ιστορία. Ο μονόλογος δίνει την πρόσβαση στο εσωτερικό των χαρακτήρων κι αντικαθιστά κατά κάποιο τρόπο το κοντινό πλάνο, που λείπει από ένα θεατρικό έργο.
-Ο πρωταγωνιστής του έργο Μανώλης Μαυροματάκης είχε πει σε κάποια συνέντευξή του για την παράσταση, ότι η ροπή του ανθρώπου για το κακό ενισχύεται σε περιόδους κρίσης. Συμφωνείτε;
Συμφωνώ. Είναι το ένστικτο της επιβίωσης. Ο καθένας ξεκινάει από μια προσπάθεια να επιβιώσει, να προστατευθεί. Έχει να κάνει περισσότερο με το εγώ και δεν τον ενδιαφέρουν όλοι οι άλλοι. Ξεκινάει από εκεί και καταλήγει στο να μην έχεις πρόβλημα να κάνεις κακό στον άλλο, αν είναι για το δικό σου όφελος.
-Τι άνθρωπος είναι ο χαρακτήρας που ερμηνεύει ο Μαυροματάκης. Και γιατί μεταμορφώνεται στην πορεία, από σκληρός πράκτορας της Στάζι σε πρότυπο καλού ανθρώπου;
Ο ρόλος του Μαυροματάκη στο έργο, ο Βίσλερ, είναι ρομαντικός και ιδεαλιστής- αν δούμε τα πράγματα αποστασιοποιημένοι από το τι σήμαινε το συγκεκριμένο καθεστώς για την Ανατολική Γερμανία. Είναι ένας χαρακτήρας, ο οποίος πιστεύει βαθιά. Απλά ο κόσμος, τον οποίο οραματίζεται, είναι ένας κόσμος που μπορεί να βλάψει τους άλλους. Και ταυτόχρονα, έχει μάθει να αποστασιοποιείται από το συναίσθημά του. Το σημαντικότερο, κατά την γνώμη μου, που φωτίζεται από το έργο, είναι ότι κάποιος, από την στιγμή που απαστασιοποιείται από το συναίσθημα, είναι ικανός για οτιδήποτε. Όταν ο χαρακτήρας αποκτά πάλι επαφή με το συναίσθημα, αλλάζουν τα κριτήρια του. Και το όραμα υποχωρεί, απέναντι σε μία άμεση ανθρώπινη ανταλλαγή. Επίσης, ο Βίσλερ έρχεται σε πάρα πολύ άμεση επαφή με το τι σημαίνει κάποιος να υπάρχει σε μία σχέση, όπως η σχέση του συγγραφέα που παρακολουθεί και της κοπέλας του.
-Είναι πολύ ενδιαφέρον αυτό που είπατε, ότι «όταν ο άνθρωπος αποστασιοποιείται από το συναίσθημα, είναι ικανός για οτιδήποτε».
Δεν είναι κάπως έτσι τα πράγματα; Από την στιγμή που παύω να καταλαβαίνω και να νιώθω τους άλλους, δεν καταλαβαίνω και τις συνέπειες των πράξεων και των αποφάσεών μου.
-Το ελληνικό κοινό, που δεν έχει μεγάλη σχέση με καταστάσεις τύπου Στάζι, γιατί ταυτίζεται τόσο πολύ με το έργο αυτό και το δράμα των ηρώων του;
Γιατί οι ζωές μας είναι απόλυτα εκτεθειμένες και σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Αυτοί είχαν δύο μικρόφωνα και τρεις κάμερες- κι αν τα είχαν. Εμείς ζούμε απόλυτα εκτεθειμένοι. Γνωρίζουν τα στοιχεία μας, μέσω του internet. Και πέρα από αυτό, το εργαλείο με το οποίο μας χειρίζονται είναι ο φόβος, τον οποίο έχουν καταφέρει να μας περάσουν με έναν πολύ εκλεπτυσμένο τρόπο.
-Με ποιους τρόπους μας περνάνε αυτόν τον φόβο;
Έχει αλλάξει πάρα πολλές μορφές. Παλιότερα, όταν ζούσα στην Αμερική, έβλεπα ότι τα πάντα, από διαφημίσεις για μπισκοτάκια, μέχρι ανακοινώσεις για την τρομοκρατία, έμοιαζαν να είναι μέρος ενός κοινού σχεδίου που ήθελε να πείσει τους ανθρώπους ότι πρέπει να προσέχουν και φυλάγονται από όλα. Και τώρα, στην Ελλάδα έχουμε τον φόβο για το οικονομικό. Πόσα από αυτά που μας λένε για την κρίση, είναι αλήθεια και πόσα όχι, δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Η οικονομική κρίση είναι υπαρκτή, καθώς βλέπουμε γύρω μας ανθρώπους χωρίς δουλειά ή φτωχούς. Αλλά και σε μεγάλο βαθμό είναι πλασματικό αυτό το πράγμα.
-Ζείτε και στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Υπάρχουν ομοιότητες στον τρόπο που αντιμετωπίζουν την κρίση οι Κύπριοι και οι Έλληνες;
Στην Κύπρο ξεκίνησε ο κόσμος να προσέχει και να φοβάται από πολύ νωρίς. Πριν από 3 ή 4 χρόνια. Πριν καν συμβεί κάτι, είμαστε μέσα σε ένα καθεστώς φόβου, για το πώς θα ζήσουμε. Πήραν μέτρα από πολύ νωρίς, σε βαθμό που συνέβαλαν και οι ίδιοι στην επιβράδυνση της οικονομίας, νομίζω. Χωρίς να είμαι και ειδική.
-Έχετε ζήσει στην Αμερική και μιλήσατε και για τον φόβο εκεί πέρα. Πώς κρίνετε το θέμα της οπλοκατοχής εκεί;
Μου φαίνεται αδιανόητο ότι υπάρχουν Πολιτείες και κυβερνήσεις που λένε «κρατάτε από ένα όπλο στο σπίτι». Όταν υπάρχει τόση ανισορροπία και τρέλα γύρω μας και τόσο αλκοόλ και ναρκωτικά, που μπορούν να οδηγήσουν σε επικίνδυνες καταστάσεις, πώς μπορούν να πιστεύουν ότι είναι εντάξει να κυκλοφορούν τα όπλα ελεύθερα.
-Σκηνοθετείτε την ταινία “China Town-Τα τρία καταφύγια”, μια περιπέτεια με πολεμικές τέχνες. Γιατί στην Ελλάδα δεν κάνουμε καλές ταινίες και σειρές δράσης;
Γιατί χρειάζονται λεφτά, εμπειρία, πολλά. Εγώ την ταινία ακόμα δεν την έχω τελειώσει, γιατί χρειάζονται πολλά. Τα γυρίσματα έγιναν εδώ και δύο χρόνια, αλλά δεν έχει ολοκληρωθεί η ταινία. Ξεκίνησα να κάνω κάτι, για το οποίο είχα πολύ ψηλές απαιτήσεις. Και αυτές οι απαιτήσεις αφορούσαν την κάθε σκηνή. Γιατί μια περιπέτεια, δεν είναι μόνο η σκηνή της δράσης ή της μάχης ή του κυνηγητού. Είναι ότι όλες οι σκηνές πρέπει να έχουν αυτήν την ενέργεια και αυτήν την κατάσταση και έτσι δεν υπήρχε ούτε μία εύκολη σκηνή. Και ακόμα δεν υπάρχει τίποτα εύκολο. Ούτε στον ήχο, ούτε στα κουστούμια, στα σκηνικά, στα εφέ. Η ιστορία διαδραματίζεται σε ένα εστιατόριο και πάει η πρωταγωνίστρια, μια Κινέζα και μαθαίνει ότι ο πατέρας της δολοφονήθηκε από την Μαφία. Και ο μάγειρας την εκπαιδεύει στις πολεμικές τέχνες, για να αντιμετωπίσει τους εκδικητές. Είναι, δηλαδή, ένα πράγμα, που όλες οι πτυχές του είναι περίπλοκες. Και γι’ αυτόν είναι δύσκολο να κάνουμε καλές τέτοιες ταινίες. Και γι’ αυτό κι εγώ ακόμα παιδεύομαι.
-Εκτός από σκηνοθεσία, έχετε σπουδάσει και σενάριο. Και διδάσκετε κιόλας. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε ένα κινηματογραφικό και σε ένα θεατρικό έργο;
Το κινηματογραφικό σενάριο είναι βασισμένο πάνω στην κλασική δομή, η οποία ξεκινάει από τους αρχαίους τραγικούς. Το Hollywood απλά αποκωδικοποίησε αυτήν την δομή, που υπήρχε από το αρχαίο δράμα και υπήρχε κι ενδιάμεσα (π.χ. Σαίξπηρ). Είναι μια κλασική δομή σεναρίου τριών πράξεων: αρχής, μέσης, τέλους με τις δύο βασικές ανατροπές και όλα τα στοιχεία, τα οποία εμφανίζονται σε πολύ συγκεκριμένα σημεία. Στο θέατρο αυτή η δομή με κάποιον τρόπο σπάει πάρα πολύ συχνά.
Το πολύ βασικό θέμα, όμως, είναι ότι το μέσο του θεάτρου είναι ο λόγος. Το μέσο του κινηματογράφου είναι η εικόνα. Χωρίς να αποκλείει το ένα, το άλλο, ο λόγος είναι δευτερεύουσας σημασίας στον κινηματογράφο. Η εικόνα είναι αυτή που έχει τον πρώτο λόγο και όχι μόνο η εικόνα, αλλά η δράση. Οι πράξεις των χαρακτήρων έχουν σημασία. Οι χαρακτήρες είναι αυτά που κάνουν και όχι αυτά που λένε. Ενώ στο θέατρο, το βασικό εργαλείο είναι ο λόγος. Και σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό, ο τρόπος με τον οποίο εκφράζουμε τον εσωτερικό κόσμο του ήρωα, είναι μέσα από μονολόγους. Στον κινηματογράφο δεν συμβαίνει αυτό. Εκεί η εικόνα και οι πράξεις του χαρακτήρα θα αποκαλύψουν τι σκέφτεται και ποιος είναι.
Η παράσταση “Οι ζωές των άλλων” παίζεται από Τετάρτη έως Παρασκευή 21:00, Σάββατο 18:30 και 21:00, Κυριακή 18:30
Στο θέατρο ΘΗΣΕΙΟΝ – ΕΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ (Τουρναβίτου 7). Περισσότερα ΕΔΩ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
- «Ανοιχτό Βιβλίο» με τον Γιάννη Σαρακατσάνη: Νέα εκπομπή αφιερωμένη στο βιβλίο κάνει πρεμιέρα στην ΕΡΤ3
- Αφιέρωμα στον Βασίλη Τσιτσάνη: Κώστας Μακεδόνας και Φωτεινή Βελεσιώτου μάς ταξίδεψαν σε «Ακρογιαλιές δειλινά»
- Ποινές και νέα μέτρα για αλκοόλ σε ανηλίκους – Επαναποινικοποίηση σε βαθμό πλημμελήμματος