Πέμη Ζούνη: Γυρνώντας στο θέατρο μετά την πολιτική, δεν είμαι πια η ίδια, “ψάχνομαι” διαφορετικά
Επανέρχεται στο θεατρικό σανίδι μετά από απουσία τριών χρόνων περίπου, για να εκστομίσει μια σειρά από… μπινελίκια που σε “πιάνουν απ’ το γιακά” και δεν σ’ αφήνουν στιγμή να ηρεμήσεις. Δεμένη και σε διαρκή αγωνία επί σκηνής, η Πέμη Ζούνη ερμηνεύει ένα δύσκολο σε εκτέλεση ρόλο: μια πόρνη πολυτελείας που βρίσκεται απρόσμενα παγιδευμένη σε ένα απομονωμένο μέρος μαζί με τον πελάτη της. Όλα αυτά συμβαίνουν στο “Historia de un Amor ή Τα Μυρμήγκια” του “αιρετικού” συγγραφέα Θανάση Τριαρίδη, που ανεβαίνει στο θέατρο Olvio, και το οποίο η γνωστή ηθοποιός συνσκηνοθετεί με τον Κώστα Φιλίππογλου (της φημισμένης ομάδας Théâtre de Complicité), που είναι και ο σκηνικός της παρτενέρ. Στην συνάντησή μας μαζί της, μιλήσαμε γι’ αυτό το πολύ ενδιαφέρον νέο θεατρικό έργο, την καλλιτεχνική φάση στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή αλλά και για την εμπειρία από τη θητεία της στα βουλευτικά έδρανα.Συνέντευξη στην Αργυρώ Σταυρίδη
Πώς έπεσε το κείμενο του Historia de un amor στα χέρια σας; Τι σας γοήτευσε σε αυτό και αποφασίσατε να εμπλακείτε;
Η παραγωγός Ρούλα Νικολάου είχε έρθει χειμώνα τέτοια εποχή στο βουλευτικό μου γραφείο πριν ακόμα παραιτηθώ, και μου έφερε το κείμενο. Το άνοιξα να ρίξω μια ματιά, και με καθήλωσε η εισαγωγή του Τριαρίδη, που έλεγε ότι αυτό είναι ένα κείμενο που δεν έχει πνευματικά δικαιώματα, μπορείτε να το κάνετε ό,τι θέλετε, να το αλλάξετε, να το ανεβάσετε με δύο παιδιά, με δύο εγγαστρίμυθους… Και λέω, «ωραίος τύπος»! Ανοίγω λοιπόν να διαβάσω τις πρώτες σελίδες, και κολλάω και το τελειώνω χωρίς να το κλείσω! Αυτό ήταν ήδη για μένα, ως θεατή, ένα πρώτο θετικό σημάδι. Γιατί σαν θεατής διαβάζω τα έργα – αν θα μ’ ενδιέφερε δηλαδή να τα δω στο θέατρο. Έτσι λειτουργώ, όχι με την «ψωνάρα» να παίξω ένα ρόλο. Ίσως γιατί από μικρή ήξερα να ‘μαι θεατής, μεγάλωσα μέσα στο θέατρο, ο πατέρας μου ήταν άνθρωπος του θεάτρου και ήξερα να βλέπω πριν μάθω να παίζω. Το ένστικτό μου λειτουργεί πάντα. Ήταν η εποχή που περνούσα την εσωτερική μου σύγκρουση όντας βουλευτής και δεν ψαχνόμουν ακόμα για το θέατρο, ήξερα ότι μάλλον θα παραιτηθώ αλλά δεν ήξερα πότε, και η αλήθεια είναι ότι αυτό ήρθε απ’ το πουθενά, με πρόλαβε το κείμενο. Αλλά συνήθως είμαι τυχερή, έτσι μου ‘ρχονται αυτά. Σ’ όλη μου τη ζωή δεν προλάβαινα να ψάξω!
Η σκηνοθετική προσέγγιση η δική σας και εκείνη του Κου Φιλίππογλου συνέπιπταν εξαρχής, ή η παράσταση είναι περισσότερο αποτέλεσμα διαφορετικών οπτικών, σαν διαφορετικά κομμάτια ενός παζλ που «δένουν» μεταξύ τους;
Εγώ νομίζω ότι είμαστε συμπληρωματικοί. Ταιριάζουμε στην ηθική αντιμετώπιση του θεάτρου. Είναι κι αυτός από μια γενιά που είχε πειθαρχία και σεβασμό μαζί με την αγάπη για το θέατρο. Αυτό έχει ατονήσει λίγο τώρα στις άλλες γενιές, αλλά όπως εγώ έχω τον χορό -σαν εκπαίδευση του σώματος- και την σωματικότητα στο θέατρο σε προτεραιότητα πάντα γιατί το αγαπάω, έτσι ήμουν έτοιμη να δεχτώ τη δική του ματιά και σχολή που έρχεται από το σωματικό θέατρο. Κι εκείνος βέβαια έχει καταβολές και από το ψυχολογικό θέατρο γιατί έχει σπουδάσει εδώ, κι έτσι συμπληρωθήκαμε. Δεν ήμασταν ταυτισμένοι, κι αυτό ήταν το ενδιαφέρον, ότι ο καθένας πρότεινε και συμπλήρωνε τη σκέψη του άλλου. Παλιά τον είχα δει στη Θεσσαλονίκη, όπου είχε έρθει με την Théâtre de Complicité σε μια παράσταση. Ήμουν πολύ περήφανη που μας εκπροσωπεί ένας τέτοιος ηθοποιός, ο μόνος Έλληνας σε μια τέτοια σπουδαία ομάδα. Στη συνέχεια είχε τύχει να έρθει στη σχολή όπου δίδασκα, να κάνει σεμινάρια. Είχαμε γνωριστεί, εκτίμησα το ήθος του ανθρώπου πέρα από το ταλέντο του κι έτσι του απευθύνθηκα για τα Μυρμήγκια. Του άρεσε και… βρεθήκαμε.
Θεωρείτε την συγκεκριμένη παράσταση ως προσωπικό σας στοίχημα/σταθμό;
Στοίχημα πάντα είναι το ανέβασμα μιας παράστασης, εγώ τουλάχιστον δεν κάνω μια παράσταση αν δεν με προκαλεί κάτι. Σε όποια φάση κι αν ήμουν στη ζωή μου, πάντα ήθελα κάτι να με προκαλέσει – ένας ρόλος απέναντι από τον προηγούμενό μου, ένας ρόλος που μου έβαζε κάτι καινούργιο, πάντα το έψαχνα αυτό, για μένα, για να μην πλήττω. Σ’ αυτό το έργο με προκάλεσε η δυσκολία του να κάνω ένα χαρακτήρα που μιλάει μ’ έναν κώδικα πάρα πολύ σκληρό, και που βρίσκεται σε μια συνθήκη εγκλωβισμού πάρα πολύ σκληρή, με χειροπέδες σωματικά, και μ’ ένα λόγο της Γυναίκας που είναι εξαιρετικά βίαιος.
Θα λέγατε λοιπόν ότι βρίσκεστε σε μια επαγγελματική φάση όπου αναζητάτε το ρίσκο και τον πειραματισμό περισσότερο απ’ όσο παλιότερα;
Όντως, αισθάνθηκα μετά από την απουσία μου για 3-4 χρόνια από το θέατρο, ότι γυρνώντας δεν είμαι η ίδια. Αλλάζουμε μέρα με τη μέρα, πόσω μάλλον μετά από χρόνια και πόσω μάλλον μετά από αυτές τις εμπειρίες που έζησα. Άρα είχα ανάγκη να ψαχτώ διαφορετικά. Και εγώ νομίζω πως όταν κανείς είναι τίμιος με αυτό που έχει ανάγκη, ο κόσμος, αν μη τι άλλο, τον εμπιστεύεται. Δηλαδή δεν μου μπαίνει ποτέ το ερώτημα του τύπου «είναι επίκαιρο/εμπορικό το θέμα;». Και δεν έχω πέσει έξω, νομίζω έχω πολύ καλές σχέσεις με το κοινό, ξέρει να αναγνωρίζει μια τιμιότητα προθέσεων. Το θέατρο απευθύνεται σε ετερόκλητο κοινό. Όπως λέει και ο Μπρουκ, είναι ευτυχία το κοινό από κάτω να προέρχεται από διαφορετικά περιβάλλοντα – εκπαιδευτικά, αισθητικά, ταξικά. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα: να απευθύνεσαι και να αφορά αυτό που κάνεις, ει δυνατόν, περισσότερους.
Μετά από τις πρώτες παραστάσεις του έργου, πώς εκτονώθηκε η ένταση της προετοιμασίας; Τι συναισθήματα βγαίνουν τώρα που ζείτε το αποτέλεσμα;
Είναι δύσκολη παράσταση γιατί υπάρχει αυτή η συνθήκη του εγκλωβισμού. Στην αρχή στο κρεβάτι είσαι δεμένος με αλυσίδες και μετά κρέμεσαι από το ταβάνι με αλυσίδες σαν σφαχτό, και ψυχικά υπάρχει μια ένταση μεγάλη και ταλαιπωρία. Όταν φύγεις από το πρώτο επίπεδο της βρισιάς, της βίας, της σκληρότητας του λόγου, μπορείς να δεις παραπέρα. Το καλό είναι ότι ο Τριαρίδης ξαφνιάζει το κοινό, το ξεβολεύει, και αυτό μου αρέσει. Σε ξυπνάει απ’ την αρχή, σου δίνει ένα χαστούκι και όσο αντέξεις. Δεν το αντέχουν όλοι αυτό. Μία κυρία έφυγε. Αλλά μία μόνο, εγώ περίμενα ότι θ’ “αγριευτούν” κι άλλοι. Ήταν μια ανακούφιση και μια γαλήνη μετά τις πρώτες παραστάσεις, γιατί αυτό που μας παίδεψε πάρα πολύ, τελικά φαίνεται να ενδιαφέρει τον κόσμο. Είναι εκεί καθηλωμένος για μιάμιση ώρα και μετά συζητάμε. Δεν υπάρχει το “ε, και λοιπόν;”. Προκαλεί δηλαδή κάποιες σκέψεις και αντιδράσεις πάρα πολύ καλές, και κάποιες αρνητικές, αλλά μ’ αρέσει αυτό.
Συμμερίζεστε την άποψη πως για να έρθουμε πραγματικά κοντά στον Άλλο, να τον γνωρίσουμε και να τον αγαπήσουμε, πρέπει να φτάσουμε στα άκρα, να αφήσουμε την ασφάλειά μας; Έχετε επιλέξει εσείς ποτέ τα άκρα στη ζωή σας;
Η συζήτηση περί “άκρων” είναι πάντα λίγο θολή, δεδομένου οτι η έννοια αυτή διαφοροποιείται στο μυαλό των ανθρώπων. Το σίγουρο είναι ότι για να υπάρξει πραγματική προσέγγιση, χρειάζεται να βγούμε τουλάχιστον από τα συμβατικά μας όρια – αυτά της κοινωνικής επαφής. Να αφεθούμε “γυμνοί” και ευάλωτοι. Κι αυτό θεωρείται ήδη ακραίο. Σ’ αυτό το μέτρο, ναι, έχω εκτεθεί πάνω από μία φορά.
“Εκτεθήκατε” (με την κυριολεκτική έννοια) πάντως, στην κρίση της κοινής γνώμης με την κοινοβουλευτική δράση σας. Τι “γεύση” σας άφησε τελικά αυτή η εμπειρία;
Συνηθίζω να λέω πως ήταν μια πολύ επώδυνη και χρήσιμη εμπειρία ζωής. Επώδυνη λόγω συγκυρίας. Έζησα ένα κομμάτι της ιστορίας πάρα πολύ δύσκολο. Ήταν τόσο “πυκνό”, κάθε μέρα ήταν σαν ένας μήνας, που νομίζω ότι αυτά τα 2,5 χρόνια είναι δεκαετία και φυσικά σου αφήνουν μεγάλη πείρα. Θεωρώ ότι πρέπει να ασχολούνται οι άνθρωποι με τα κοινά, με όποιο κόστος, ότι υπάρχει περιθώριο να βελτιώσεις κάτι. Εγώ μπόρεσα να κάνω ένα-δυο πράγματα μέσα σε αυτή την εφιαλτική φάση. Φανταστείτε να ήταν νορμάλ και “ειρηνική” η περίοδος. Μπορείς, πάντα έχεις χώρο να κάνεις πράγματα. Όχι ανεμπόδιστα βέβαια, είναι δύσκολο το συστηματάκι, σου βάζει τρικλοποδιές. Δεν το μετανιώνω, παρ’ ότι είχε μεγάλο κόστος.
Πιστεύετε ότι οι καλλιτέχνες είναι “εύκολος στόχος” κριτικής όταν μπαίνουν στην πολιτική, τη στιγμή που οι “επαγγελματίες” πολιτικοί εκ του αποτελέσματος δεν αποδείχθηκαν καλύτεροι;
Είναι λίγο σύνθετο το θέμα με τους προβεβλημένους ανθρώπους, είτε είναι αθλητές είτε καλλιτέχνες. Τους καλούν στην πολιτική κυρίως γιατί έλκουν ψηφοφόρους. Απ’ την άλλη, είναι εύκολος στόχος επειδή είναι πιο άπειροι περί τα πολιτικά. Όμως πάντα πιστεύω ότι υπάρχει το περιθώριο αφού γίνεις βουλευτής να δώσεις το στίγμα σου. Υπάρχει μια δυσπιστία, μια διάθεση να μην σε πάρουν στα σοβαρά, υπάρχει η εύκολη δημοσιογραφική επίθεση, που αμέσως θα σε αντιμετωπίσουν αλλιώς, απαξιωτικά, όμως παρόλ’ αυτά είναι στο χέρι σου ν’ αφήσεις το αποτύπωμά σου. Αν είσαι σοβαρός κάτι θα βγει, αν είσαι ασόβαρος θα φανεί. Είναι θέμα προσωπικότητας.
Η απουσία σας από το θέατρο ήταν εσκεμμένη και συνειδητή ή αναγκαστική λόγω των βουλευτικών υποχρεώσεών σας;
Κατάλαβα ότι παρ’ ότι το ασυμβίβαστο είχε αρθεί, πραγματικά δεν υπάρχει χρόνος να κάνεις δύο full time δουλειές. Στην κοινοβουλευτική περίοδο ήμουν αφοσιωμένη επί δωδεκάωρο στο διάβασμα και στη δουλειά που έπρεπε να κάνω. Δεν υπήρχε “σάλιο” χρόνου για ν’ ασχοληθώ με την τέχνη, ακόμα κι αν επιτρεπόταν. Αν θες να είσαι σοβαρός, δεν χωράνε.
Θα ξαναεπιδιώκατε κάποιο παρόμοιο αξίωμα;
Σε αυτή τη φάση όχι, γιατί νομίζω ότι για να καθαρίσει το σκηνικό, θα χρειαστεί να περάσουν κάποια χρόνια. Δεν καθαρίζει από τη μια στιγμή στην άλλη από τις σχέσεις και τις νοοτροπίες που έχουν ριζωθεί χρόνια στην κοινωνία και στην πολιτική. Αν έβλεπα ότι καθαρίζει το τοπίο, ίσως τολμούσα να ξανασχοληθώ. Αυτή τη στιγμή όμως όχι.
Με την τηλεόραση…; Θα τολμούσατε να ξανασχοληθείτε σήμερα; Ποιο γενικό πλαίσιο θα σας ξανατραβούσε σε αυτή;
Θεωρώ ότι τώρα η τηλεόραση είναι σε μια φάση “ισχνών αγελάδων” ποιοτικά, δεν με εμπνέει. Την έκανα όταν υπήρχαν ενδιαφέροντα πράγματα, γίνονταν ενδιαφέρουσες παραγωγές. Δεν την έκανα συμβιβαζόμενη, συμμετείχα μόνο όταν επρόκειτο για μια καλή παραγωγή, με σεβασμό στο αποτέλεσμα κ.λ.π. Ήμουν τυχερή, διάλεγα πράγματα που με κάλυπταν. Δεν έχει σημασία με τι θέμα θα καταπιαστείς, αλλά πώς θα το πεις. Έχουμε π.χ. το Downton Abbey που το λατρεύω. Δεν αφορά το τώρα, αλλά μ’ ενδιαφέρει, είναι μαγικό. Όχι ως παραμύθι μόνο, αλλά και ως ματιά, ως ευφυΐα, ως κοίταγμα, ως ευαισθησία, είναι θέματα που ισχύουν για πάντα. Επίσης δεν μπορώ το επίκαιρο για το επίκαιρο. Εν τέλει τα θέματα παγκοσμίως είναι δυο-τρία: ο έρωτας, η απώλεια, η μοναξιά… Το υπαρξιακό μας, το νόημα της ζωής. Είτε λέγεται ένδεια οικονομική, είτε συναισθηματική. Το θέμα είναι πώς θα τα πεις…
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση Historia de un amor ή Τα Μυρμήγκια, εδώ
Η Πέμη Ζούνη βρίσκεται επίσης στο μικρόφωνο του διαδικτυακού ραδιοφώνου Ηχώ της Πόλης, με την εκπομπή “Σταγόνες Πολιτισμού” κάθε Δευτέρα στις 21:00. Επίσης πραγματοποιεί και σεμινάρια για ανθρώπους που δεν θέλουν να γίνουν ηθοποιοί, αλλά αγαπούν το θέατρο και θέλουν να το πλησιάσουν, αλλά και ένα επιμορφωτικό σεμινάριο για ηθοποιούς που έχουν τελειώσει τις βασικές σπουδές τους, μαζί με τους οποίους θα ανεβάσει μια παράσταση στο τέλος της σαιζόν. Περισσότερες πληροφορίες για τα σεμινάρια, στο www.odos11.gr.
Φωτογραφίες παράστασης: Γιώργος Αλεξανδράκης
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
- «Ανοιχτό Βιβλίο» με τον Γιάννη Σαρακατσάνη: Νέα εκπομπή αφιερωμένη στο βιβλίο κάνει πρεμιέρα στην ΕΡΤ3
- Αφιέρωμα στον Βασίλη Τσιτσάνη: Κώστας Μακεδόνας και Φωτεινή Βελεσιώτου μάς ταξίδεψαν σε «Ακρογιαλιές δειλινά»
- Ποινές και νέα μέτρα για αλκοόλ σε ανηλίκους – Επαναποινικοποίηση σε βαθμό πλημμελήμματος