Δημήτρης Μητρόπουλος: Ο μεγάλος ασκητής μαέστρος της Νέας Υόρκης! (video)
Έναν μαέστρο σε ιερή αποστολή, που κατάφερε να κατακτήσει την Αμερική χωρίς να βγάλει ποτέ από το μυαλό του την Ελλάδα, παρουσίασε το πολύ ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ του Γιώργου Σκεύα “Γυμνά Χέρια”. Το ντοκιμαντέρ που εστίαζε στο έργο και την ψυχοσύνθεση του σπουδαίου μαέστρου Δημήτρη Μητρόπουλου προβλήθηκε στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Ο Δημήτρης Μητρόπουλος διηύθυνε τις ορχήστρες του χωρίς μπαγκέτα, με «γυμνά χέρια» και δίνοντας απαιτητικές οδηγίες, χωρίς να χάνει το χαμόγελο από την έκφρασή του. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα είχε χαθεί στην Ελλάδα, τόσο γιατί δεν θα είχε την αναγνώριση που δίνει η Αμερική σε έναν μαέστρο, όσο και γιατί δεν θα είχε την ελευθερία να παίξει το ρεπερτόριο που τον ενέπνεε σε μια σαφώς συντηρητική καλλιτεχνική χώρα, όπως η μετεμφυλιακή Ελλάδα. Ούτε και οι ορχήστρες θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν το πολύ προχωρημένο ρεπερτόριο του, τότε, ενώ θα συναντούσε ανυπέρβλητα εμπόδια από πλευράς πολιτικής ιδεολογίας και αισθητικής του κοινού.
Στο ντοκιμαντέρ του Γιώργου Σκεύα, ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης Λευτέρης Βογιατζής «συναντά» τον Δημήτρη Μητρόπουλο. Με οδηγό τις επιστολές του Έλληνα μαέστρου προς την επιστήθια φίλη του, Καίτη Κατσογιάννη, καθώς και σπάνιο αρχειακό υλικό, το φιλμ διατρέχει τα χρόνια που ο Μητρόπουλος έζησε στην Αμερική ως διευθυντής της Συμφωνικής Ορχήστρας της Μιννεάπολης και αργότερα της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης, μέχρι τον τραγικό θάνατό του στη Σκάλα του Μιλάνου το 1960, διευθύνοντας την 3η Συμφωνία του Μάλερ.
Το ντοκιμαντέρ δεν είχε αφήγηση. Ο Λευτέρης Βογιατζής– άλλοτε ενδίδοντας στον πειρασμό να μιμηθεί την ιδιαίτερη φωνή του μεγάλου μαέστρου και άλλοτε όχι- διάβαζε επιστολές του Μητρόπουλου, με τις οποίες μας αναδείκνυε πώς βίωνε την αποστολή του (όπως ονόμαζε την ενασχόληση του με την τέχνη του), την ζωή του στις ΗΠΑ, τη νοσταλγία του για την Ελλάδα. Παράλληλα, πλάνα από πρόβες και συνεντεύξεις του ίδιου του Μητρόπουλου εμπλούτιζαν ακόμα περισσότερο την παρουσίαση του θέματος.
Έτσι, γνωρίζουμε λίγα για την ζωή του Μητρόπουλου, αλλά πολλά (όσα τελικά χρειαζόμαστε) για τον καλλιτέχνη Μητρόπουλο. Θαυμάζουμε όχι μόνο την επιμονή, την αφοσίωση και το ταλέντο του, αλλά και την ασκητική του προσήλωση προς την τέχνη. Μάλιστα, μαθαίνουμε ότι ο Μητρόπουλος ήταν ένας θαυμαστής του μοντερνισμού στην μουσική και βοήθησε πολλούς σύγχρονους συνθέτες να ανεβάζουν έργα τους στην Φιλαρμονική της Ν. Υόρκης. Επίσης, το ρεπερτόριό του ήταν προκλητικό για την εποχή, με έργα όχι απλά Ρώσων συνθετών (σε μία περίοδο ψυχρού πολέμου) αλλά συνθετών της Σοβιετικής Ένωσης, όπως ο Σοστακόβιτς και ο Προκόφιεφ.
Όσο για την ανθρώπινη πλευρά του καλλιτέχνη, αναδεικνύονται με καθαρότητα οι ευαισθησίες του, οι φόβοι του ότι θα ξεπεραστεί από νεότερους δημιουργούς, η αίσθηση ότι το κοινό τον έχει βαρεθεί. Αντιμετώπιζε την σχέση του με την τέχνη σαν μία ιερή αποστολή και ζούσε σαν αθλητής ή πρωταθλητής, με αμέτρητες ώρες μελέτης, εξάσκησης και απομόνωσης. Η σχέση του με την κοινωνική ελίτ της Ν. Υόρκης ήταν μια σχέση ανάγκης. Αισθανόταν ότι μόνο αυτοί μπορούσαν να τον καταλάβουν, αλλά από την άλλη το κοινωνικό τους στάτους δεν του ήταν ιδιαίτερα συμπαθές.
Αγαπούσε την Ελλάδα, αλλά το έβρισκε δύσκολο να επιστρέψει, γιατί δεν θα μπορούσε να εκτελεί την αποστολή του (την τέχνη του) στην χώρα που γεννήθηκε. Όσο ήταν ζωντανός, ήθελε να διευθύνει ορχήστες. Το όνειρό του ήταν να πεθάνει επί σκηνής σαν τον Μολιέρο. Στις 2 Nοεμβρίου του 1960 παθαίνει μια τελευταία και μοιραία καρδιακή προσβολή στο πόντιουμ της Σκάλας του Mιλάνου κατά τη διάρκεια μιας πρόβας της 3ης Συμφωνίας του Gu. Mahler.
Όταν πέθανε, οι στάχτες του ζήτησε να μεταφερθούν στην Ελλάδα. Η μεγάλη του πατρίδα τελικά ήταν η τέχνη του. Και η δεύτερη πατρίδα του, η χώρα στην οποία γεννήθηκε.
Γιώργος Σμυρνής