«Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» στο Εθνικό- Ο θάνατος της πάει πολύ!
Οι νεκροί δεν λένε να μας εγκαταλείψουν. Ζουν ανάμεσά μας και μας επηρεάζουν. Αυτό φαίνεται να πιστεύει η “Ηλέκτρα” του Ευγένιου Ο Νηλ, η οποία κάνει την επιλογή της στο τέλος και μένει με το πένθος της και με τα φαντάσματα των σκοτωμένων δικών της.
Ο λόγος για ένα από τα πολύ σημαντικά θεατρικά έργα του 20ου αιώνα, “Το Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα“, που ανεβαίνει στην σκηνή του Εθνικού θεάτρου σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά. Το έργο του Ο Νηλ φέρνει την κλασική Ορέστεια στην εποχή του Εμφυλίου. Είναι κι αυτό μια τριλογία. Η οικογένεια των Μάννον είναι εμπνευσμένη από την οικογένεια των Ατρειδών. Η υπόθεση είναι ίδια με αυτήν της τριλογίας του Αισχύλου. Ο αρχετυπικός πατέρας γυρίζει- ως στρατηγός- από τον Εμφύλιο, για να δολοφονηθεί από την μητέρα και τον εραστή της. Και ακολουθεί η εκδίκηση των δύο παιδιών, της πουριτανής «Ηλέκτρας» (Λαβίνια Μάννον) και του διαταραγμένου ψυχολογικά Ορέστη (Όριν Μάννον), που εξοντώνουν τον εραστή της μητέρας τους και ωθούν την ίδια στην αυτοκτονία.
Όμως, όσο μοιάζει με το πρότυπό της, άλλο τόσο διαφορετική είναι η δημιουργία του Ο Νηλ. Ο Αμερικανός συγγραφέας έχει διαποτίσει το έργο με την δική του έμπνευση, αλλά και με τις φροϋδικές επιρροές. «Ο ντετερμινισμός του Ο’ Νηλ πηγάζει από τους έλληνες τραγικούς, τον Φρόυντ και την αμερικανική κουλτούρα των πρώτων χρόνων του 20ου αιώνα, που αντιλαμβάνονται την οικογένεια ως ένα σχήμα κοινής μοίρας» γράφει ο James Robinson.
Το οιδιπόδειο και το σύνδρομο της Ηλέκτρας είναι εξαιρετικά εμφανή, ως σχήματα, όπως και το σύμπλεγμα έρως- θάνατος. Μέσα από το μίσος και την φονική εκδίκηση πηγάζει ένας ξέφρενα ερωτικός διονυσιασμός και το αντίθετο. Παρά το γεγονός ότι οι πολιτιστικές αξίες (η δικαιοσύνη, το κοινωνικό στάτους, η θρησκεία) δίνουν επιβλητικές διαστάσεις στους χαρακτήρες, αυτοί είναι πάντα δέσμιοι του έρωτα- κατά βάθος θέλουν να αγαπήσουν και να αγαπηθούν. Αλλά τελικά καταλήγουν να σκοτώνουν ο ένας τον άλλο. Αυτό τους στοιχειώνει, είναι η κατάρα τους και δεν τους αφήνει να ησυχάσουν ούτε στον τάφο.
Ο Γιάννης Χουβαρδάς επιχείρησε μια αρκετά τολμηρή ανάγνωση του έργου. Βάζει μια ομάδα «θεατών» να σηκώνονται από τις θέσεις τους και να παρεμβαίνουν στην μυθοπλασία του έργου. Μάλιστα, διαβάζουν τις σκηνοθετικές οδηγίες από το βιβλίο, πριν αρχίσουν οι ήρωες να μπαίνουν στην σκηνή και να μας παίζουν το δράμα τους. Με αυτόν τον τρόπο ο Χουβαρδάς ειρωνεύεται τις υπερβολικά αναλυτικές οδηγίες του Ο Νηλ.
Οι οδηγίες του Ο Νηλ μοιάζουν με περιγραφές μυθιστορήματος. Φτάνει να περιγράφει αναλυτικότατα ακόμα και τα πρόσωπα των ηρώων. Ο ίδιος ο συγγραφέας είχε γράψει στον κριτικό Kenneth Macgowan «Από εδώ και στο εξής γράφω έργα κυρίως για να διαβαστούν λογοτεχνικά». Δηλαδή, οι οδηγίες του θεατρικού του έργου απευθύνονταν σε αυτόν που θα διαβάσει το θεατρικό του έργο, αντί να το δει στο θέατρο.
Παράλληλα, ο Χουβαρδάς χρησιμοποιεί πολύ (και επιτυχημένα νομίζω) τις βιντεοπροβολές. Με τα τεράστια πρόσωπα που καταλαμβάνουν την σκηνή, δίνουν μια απόκοσμη αίσθηση του σκοτεινού αυτού σύμπαντος.
Υπάρχει ένας έντονος τελετουργικός και κάπως φορμαλιστικός χαρακτήρας στην παράσταση και τις ερμηνείες. Υπάρχουν και αρκετές σιωπές (ούτε τα όπλα δεν ακούγονται, ακόμα κι όταν σκοτώνουν), ίσως για να τονισθεί το πένθιμο του έργου.
Από τις ερμηνείες, η πιο επιβλητική είναι η παρουσία της Μαρίας Πρωτόπαππα. Αυτή η ηθοποιός καταφέρνει να κυριαρχεί σε μια παράσταση ακόμα και με δεύτερους ρόλους, οπότε όταν ερμηνεύει την κύρια πρωταγωνίστρια, την Λαβίνια Μάννον (βλέπε «Ηλέκτρα»), το να πετύχει το ίδιο πράγμα είναι σχεδόν αυτονόητο. Η ερμηνεία της είναι σχεδόν σαν να βλέπεις τον μαύρο χάρο, αλλά αυτό είναι το απόσταγμα του σκοτεινού πουριτανισμού, της φορμαλιστικής προσέγγισης της σκηνοθεσίας, αλλά και του χολερικού μίσους που βγαίνει από το κείμενο του Ο Νηλ.
Από εκεί και πέρα τόσο ο Γιώργος Γάλλος (Άνταμ Μπραντ ή Αίγισθος), όσο και ο Ακύλλας Καραζήσης (Έζρα Μάννον ή Αγαμέμνονας) δεν έχουν πρόβλημα να δώσουν ερμηνείες που αναμειγνύουν την δύναμη και το μίσος μαζί με έναν σπαραγμό. Και το ίδιο ισχύει για την femme fatale Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (Κριστίν Μάννον ή Κλυταιμνήστρα), που βγάζει ερωτισμό μαζί με αδυσώπητη σκληρότητα. Ο Χρήστος Λούλης κατάφερε να αναδείξει με πειστικότητα τα ψυχολογικά προβλήματα του ανώριμου Όριν Μάννον (ή Ορέστη), αλλά στα δραματικά σημεία δεν ήταν τόσο δυνατή η ερμηνεία του.
Πάντως, η παράσταση κρατάει αρκετά (έτσι κι αλλιώς το έργο του Ο Νηλ είναι τεράστιο και δεν νομίζω ότι το έπαιξαν ολόκληρο, αλλά και τα σκηνοθετικά ευρήματα ήθελαν τον χρόνο τους). Επιπλέον, νομίζω ότι σε κάποια σημεία χρειαζόταν περισσότερη ένταση και θόρυβο.
Συνολικά, το «Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» έχει σκηνοθετική άποψη και πολύ καλούς ηθοποιούς, ενώ βασίζεται σε ένα κλασικό κείμενο του 20ου αιώνα. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα θεατρική πρόταση, που βλέπει κριτικά το έργο Ο Νηλ, αλλά αποδίδει με σεβασμό το πνεύμα του.
Γιώργος Σμυρνής