Η γοργόνα που έγινε αφρός…
Ο δημοσιογράφος και blogger Γιώργος Δ.Κ. Σαρηγιάννης γράφει για την παιδική παράσταση “Η Μικρή Γοργόνα” που παρουσιάζεται στην Μικρή Πόρτα σε μετάφραση της Ξένιας Καλογεροπούλου και σκηνοθεσία του Θωμά Μοσχόπουλου.
Το έργο. Μια μικρή γοργόνα που ζει στο βυθό του ωκεανού αλλά φλέγεται να γνωρίσει τον κόσμο των ανθρώπων, όταν κλείνει τα δεκαπέντε, ηλικία στην οποία παύει αυτό να της είναι απαγορευμένο, αναδύεται. Το πρώτο που θα δει είναι ένα πλοίο όπου γίνεται γιορτή και από ένα φινιστρίνι του έναν όμορφο πρίγκιπα. Που τον ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Και τον σώζει από τον πνιγμό όταν σηκώνεται καταιγίδα και το καράβι του ναυαγεί.
Όταν γυρίσει στο βυθό ο πόθος της είναι να γυρίσει πίσω και να τον ξαναβρεί. Πρέπει όμως να εξανθρωπιστεί. Θα καταφύγει στη μάγισα της θάλασσας για να της δώσει πόδια στη θέση της ουράς της. Χρειάζονται όμως ανταλλάγματα. Θα τα πληρώσει. Με τη γλώσσα που η μάγισα της κόβει _ χάνοντας, επομένως, τη φωνή της _ και με πόνους αφόρητους που θα νοιώθει όταν περπατάει.
Έτσι γυρίζει στην επιφάνεια της θάλασσας και, εξανθρωπισμένη πια, στον πρίγκιπά της που μαγεύεται από την ομορφιά της και την κρατάει κοντά του. Αλλά όταν εκείνος θα συναντήσει μια πριγκίπισα, για την οποία, από παρεξήγηση, πιστεύει πως εκείνη ήταν που τον έσωσε από το ναυάγιο, θα την παντρευτεί. Η καρδιά της μικρής γοργόνας γίνεται χίλια κομμάτια. Δεν έχει τίποτα άλλο πια να κάνει από το να γυρίσει πίσω στη θάλασσα. Αλλά δεν μπορεί να πραγματοποιήσει την επιθυμία της παρά μόνο αν καρφώσει στην καρδιά του πρίγκιπα ένα μαγικό μαχαίρι που της φέρνουν οι αδελφές της. Δεν θα το κάνει. Θα προτιμήσει να πετάξει το μαχαίρι μακριά και να πέσει στη θάλασσα. Για να γίνει αφρός.
Το γοητευτικό, πολυεπίπεδο, υπέροχο παραμύθι (1837) του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν «Η μικρή γοργόνα» δεν είναι ροζ όπως η μεταφορά του σε κινούμενα σχέδια από την Ντίσνεϊ. Είναι λυρικό και πικρό και σκληρό. Χωρίς χάπι εντ. Και μιλάει για τη διαφορετικότητα _ καίριο θέμα στην εποχή μας. Ο εξαίρετος Άγγλος Μάικ Κένι στο ομώνυμο θεατρικό του για παιδιά το έχει κρατήσει σχεδόν αυτούσιο, χειριζόμενος τα μαύρα στοιχεία του με εξαιρετικά λεπτό τρόπο, διατηρώντας την αφηγηματική του μορφή και αναθέτοντας σε δύο ηθοποιούς που θα παίξουν όλους τους ρόλους να το κουλαντρίσουν.
Η παράσταση. Εναπόκειται στη δεξιοτεχνία του σκηνοθέτη και των ηθοποιών να το ζωντανέψουν. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος, ακουμπώντας στην απόλυτα δημιουργική μετάφραση της ξεσκολισμένης στο είδος Ξένιας Καλογεροπούλου, φαίνεται πως αγάπησε ιδιαίτερα το έργο αυτό που ετοίμασε για την «Μικρή Πόρτα» της. Βοηθημένος από τα λιτά _ τα απολύτως απαραίτητα _ αλλά άκρως λειτουργικά, πανέμορφα σκηνικά, τα οποία θυμιζουν παλιές γκραβούρες που εικονογραφούσαν τα βιβλία για παιδιά, και τα έξυπνα κοστούμια της Ευαγγελίας Θεριανού, την κίνηση που δίδαξε ο Χρήστος Παπαδόπουλος και τους φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου και έχοντας επιλέξει καίριες μουσικές οργάνωσε μια λιτή, άμεση παράσταση. Η οποία, επιπλέον, ζητώντας τη συμμετοχή των παιδιών, πράγμα που δεν συνήθιζε η «Μικρή Πόρτα», με πολύ έξυπνο και καθόλου δασκαλίστικο τρόπο τα μυεί παράλληλα, με τον πρόλογό της, στα μυστικά του θεάτρου ενεργοποιώντα ςτη φαντασία τους. Μια παράσταση με το χιούμορ να περισσεύει, με αποχρώσεις, με γέλιο και με συγκίνηση _ ομολογώ πως στο τέλος συγκινήθηκα μέχρι δακρύων… , μια παράσταση συναρπαστική.
Οι ερμηνείες. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος είχε την τύχη να έχει δύο καλούς ηθοποιούς στη διάθεσή του και οι δύο ηθοποιοί ένα σκηνοθέτη που να ξέρει να τους εμπνεύσει και να τους οδηγήσει. Ο Γιώργος Χρυσοστόμου, με περίσσιο χιούμορ που γνώριζα ότι διαθέτει και με καταπληκτική αμεσότητα και αυτοσχεδιαστικές ικανότητες που τώρα τις γνώρισα αλλά και με απολύτως τιθασσευμένη την τάση του για υπερβολές γίνεται ο στυλοβάτης της παράστασης _ αυτό ακριβώς που της χρειαζόταν. Με την Μαρία Σκουλά _ φιγούρα απόλυτα ταιριαστή για το ρόλο, με μια γλυκύτητα και με μια αθωότητα αφοπλιστικά πειστική αλλά και με χιούμορ και κίνηση θαυμάσια _ συναγωνίζονται για τις εντυπώσεις που είναι εξαιρετικές και για τους δύο _ τους θεωρώ συνδημιουργούς του εξαίρετου αποτελέσματος.
Το συμπέρασμα. Η παράσταση αυτή _ έργο για δύο πρόσωπα, σκηνική λιτότητα, λύσεις ανάγκης… _ είναι σαφές πως έγινε από λόγους οικονομικού στενέματος. Το αποτέλεσμα, αντιστρόφως ανάλογο. Μια παράσταση φτερωμένη! Ίσως η ανάγκη να κεντρίζει τη δημιουργικότητα. Πάρτε τα παιδάκια σας μικρά και μεγάλα _ η Ζωίτσα, τεσσάρων χρόνων και η Σοφούλα, τριών ικανοποιήθηκαν απολύτως _ και πηγαίνετε _ αφού τους εξηγήσετε, βέβαια, πως δεν πρόκειται για το dvd που ξέρουν ζωντανεμένο στη σκηνή αλλά για κάτι διαφορετικό _ να δείτε την παράσταση αυτή. Τους την οφείλετε. Αφήστε που πιστεύω πως μπορεί να την ευχαριστηθείτε εξίσου με τα παιδιά και να σας συγκινήσει ίσως και περισσότερο απ’ όσο εκείνα…
Γιώργος Δ.Κ. Σαρηγιάννης
Περισσότερα θέματα για θέατρο και τις Τέχνες στο blog “To Τέταρτο Κουδούνι”