Γιάννης Μόσχος: Μπορούμε να αγαπήσουμε, αλλά στην πράξη γινόμαστε τέρατα!
Ο Γιάννης Μόσχος έχει μια σημαντική διαδρομή στον χώρο του θεάτρου. Εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη των Γιάννη Χουβαρδά και Τάσου Μπαντή, ενώ έχει σκηνοθετήσει ο ίδιος σημαντικές παραστάσεις. Αυτήν την περίοδο σκηνοθετεί το “Κουρέλι” του Ντένις Κέλλυ (συγγραφέα και του έργου τα Ορφανά) στο Faust, το οποίο για πρώτη φορά ανεβαίνει σε σκηνή της Ελλάδας. Με αφορμή αυτήν την παράσταση ο σκηνοθέτης μας μιλάει για τον Ντένις Κέλλυ, για την βία στα σύγχρονα έργα και την σημερινή ζωή, τις δυσκολίες από την οικονομική κρίση. Επίσης, αναφέρεται στον παλιό συνεργάτη του Γιάννη Χουβαρδά και την πορεία του στην διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου.Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνή
-Γιατί επιλέξατε να σκηνοθετήσετε την παράσταση «το κουρέλι» του Ντένις Κέλλυ;
Υπάρχει κάτι που με συγκινεί βαθιά, το οποίο δεν μπορώ να το εξηγήσω απολύτως λογικά. Υποψιάζομαι τους λόγους, για τους οποίους μπορεί να με συγκινεί. Ενώ μπορεί να το δεις σαν κάτι πολύ ζοφερό, είναι μαζί και πολύ τρυφερό. Έχει μια βαθιά πίστη στον άνθρωπο. Και για μένα λέει ότι οι άνθρωποι δεν φταίνε που ζουν σαν άγρια θηρία. Φταίει ο τρόπος, με τον οποίο έχουμε φτιάξει τον κόσμο. Μέσα μας έχουμε την ικανότητα για αγάπη.
-Το έργο μιλάει για μια πολύ δυσλειτουργική οικογένεια. Η δική σας σχέση με την οικογένειά σας ποια ήταν;
Ευτυχώς δεν ανήκω σε μια προβληματική οικογένεια. Όλες οι οικογένειες βέβαια έχουν τα προβλήματά τους. Αλλά το ευτυχές για μένα ήταν ότι μεγάλωσα σε μια οικογένεια, όπου υπήρχε αγάπη. Και η αγάπη είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Είναι πολύ σημαντικό να μεγαλώνεις με αγάπη.
-Έχει χιούμορ το έργο αυτό;
Αν και είναι πολύ ζοφερό έργο, έχει πολύ χιούμορ. Κι αυτό είναι κάτι που εκτιμώ πάρα πολύ στο έργο αυτό. Έτσι είναι και στην ζωή. Δεν είναι τα πράγματα μόνο τραγικά ή μόνο κωμικά. Ζούμε πάντα σε αυτήν την γκρίζα περιοχή. Το πιο τραγικό πράγμα είναι και το πιο γελοίο. Το πιο γελοίο είναι και το πιο δραματικό.
-Το «κουρέλι» εντάσσεται στο ρεύμα In yer face; Και τι είναι το συγκεκριμένο ρεύμα;
Θεωρείται ότι ο Ντένις Κέλλυ εντάσσεται στο ρεύμα In yer face. Το in yer face μεταφράζεται «στα μούτρα σου». Έχει να κάνει με το γεγονός ότι προβοκάρει τον θεατή και τον προκαλεί να δει όχι ωραιοποιημένη την πραγματικότητα, στην οποία ζει. Όπως την δεκαετία του 60 με τον όρο θέατρο του παραλόγου έπρεπε να βρεθεί μια ομπρέλα για διαφορετικούς συγγραφείς. Το ίδιο ισχύει και με το θέατρο in yer face, στο οποίο είναι μέσα η Σάρα Κέιν, που ήταν η πιο σημαντική φωνή της γενιάς της, ο Τσέρτσιλ, ο Ντένις Κέλλυ- δηλαδή πολύ διαφορετικοί συγγραφείς μεταξύ τους. Σίγουρα το in yer face εκφράζει την ανάγκη ανθρώπων να μιλήσουν με έναν διαφορετικό τρόπο, από ό,τι μια παλιότερη γενιά.
-Το έργο είναι σκληρό, αλλά η βία υπάρχει μόνο στην αφήγηση. Αν έπρεπε να αναπαραστήσετε επί σκηνής ένα πολύ βίαιο έργο, θα δυσκολευόσασταν;
Αν είναι το πιο βίαιο έργο του κόσμου, όπου πρέπει να δείχνουμε επί σκηνής βίαιες πράξεις, αν θεωρώ ότι θέλω να πω κάτι μέσα από αυτό, θα το κάνω με χαρά. Εξαρτάται πάντα από την δημιουργική φάση στην οποία βρίσκομαι. Αν παρουσιάζεται όμως η βία ως πρόκληση για την πρόκληση, δεν μου λέει τίποτα.
-Γιατί υπάρχει τόση βία στα σύγχρονα αγγλικά έργα;
Γιατί την βιώνουν στην κοινωνία τους. Μέσα στην κοινωνία τους υπάρχει πολλή βία. Μπορεί να υπάρχει μια εικόνα ευγένειας και καθωσπρεπεισμού για τους Άγγλους, αλλά ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας τους ζει μέσα στην αγριότητα και την απόρριψη.
-Το έργο αναφέρεται πολύ στον χριστιανισμό. Ποια είναι η άποψη του έργου για την χριστιανική θρησκεία;
Ο Ντένις Κέλλυ είναι ιρλανδικής καταγωγής και όλοι οι Ιρλανδοί συγγραφείς έχουν ένα θέμα με την θρησκεία και τον καθολικισμό, σχετικά με την ενοχή που αυτός έχει επιβάλει σε έναν ολόκληρο λαό. Έτσι είναι ένα κομβικό σημείο του έργου η σχέση μας με την εκκλησία και τον Θεό. Παραδόξως, για μένα, η εικόνα που βγαίνει για τον χριστιανισμό δεν είναι αρνητική. Για μένα είναι τρυφερό και μιλάει για την αγάπη, εντέλει. Και ο χριστιανισμός στην θεωρία ήταν τρυφερός, αλλά στην πράξη ήταν το πρόβλημα. Το ίδιο λέει κι ο Κέλλυ: ότι η ικανότητα μας να αγαπήσουμε υπάρχει, αλλά στην πράξη γινόμαστε τέρατα.
-Γιατί μεταφράζονται και ανεβαίνουν τόσα πολλά αγγλικά έργα στην Ελλάδα;
Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με ένα δίκτυο που υπάρχει στην αγγλική δραματουργία. Κι έχουν κάνει πολύ καλή δουλειά στο να προωθήσουν τους συγγραφείς τους. Ο άλλος λόγος είναι ότι υπάρχει μια πολύ δυνατή αγγλική σχολή και φροντίζουνε να βγάζουν νέους συγγραφείς- μια φροντίδα που δεν υπάρχει στον ίδιο βαθμό σε καμιά άλλη χώρα. Επίσης, υπάρχει και η ευκολία της γλώσσας. Είναι πολύ εύκολα προσβάσιμα τα έργα τους.
-Πώς έχει επηρεάσει η οικονομική κρίση τους ανθρώπους;
Βιώνουμε πλέον και βλέπουμε γύρω μας εικόνες, που παλιά τις βλέπαμε σε τριτοκοσμικές χώρες. Τις βλέπουμε σε γνωστούς μας. Και το έργο, αν και γράφτηκε το 2003, μιλάει μελλοντολογικά και προβλέπει έναν κόσμο, που πατάει τους ανθρώπους και τους εκμηδενίζει. Αυτό το κάνει επίκαιρο σήμερα.
-Έχετε συνεργαστεί με τον Γιάννη Χουβαρδά. Πώς ήταν η συνεργασία μαζί του και πώς κρίνετε την παρουσία του στο Εθνικό Θέατρο;
Η συνεργασία μου στο θέατρο Αμόρε με τον Γιάννη Χουβαρδά ήταν εξαιρετική. Αισθάνομαι ευγνώμων για τα χρόνια που πέρασα στο Αμόρε. Παρ’ όλο που ο Γιάννης ήταν ο εμπνευστής του θεάτρου και το διηύθυνε μαζί με τον Θωμά Μοσχόπουλο, υπήρχε η ελευθερία της κολεκτίβας. Ως προς την παρουσία του στο Εθνικό, εγώ εκτιμώ πολύ τον Γιάννη και δεν ξέρω αν είμαι αντικειμενικός, αλλά πιστεύω ότι έφερε πολύ σημαντικές αλλαγές. Εκμοντέρνισε το Εθνικό Θέατρο και το έκανε με έναν πολύ έξυπνο τρόπο. Το Εθνικό μας Θέατρο ακολουθούσε πιο πριν πολύ κλασικά πρότυπα. Και νομίζω ότι πλέον έχει αλλάξει και τον κόσμο κι έχει κάνει το κοινό πιο ανοιχτό στο να δει πράγματα όχι αμιγώς κλασικά. Προφανώς, έγιναν και λάθη, κάποιες παραστάσεις δεν ήταν τόσο καλές, αλλά αυτό είναι φυσικό κι επόμενο. Το επίπεδο είναι πολύ υψηλό, υπάρχουν πολύ καλοί συνεργάτες, εξαιρετικοί ηθοποιοί. Έχουν γίνει πολύ ωραία πράγματα.
-Τι ετοιμάζετε για το μέλλον;
Ακόμα είναι υπό σκέψη. Έχω όμως την όρεξη να κάνω πράγματα.
Η παράσταση “το κουρέλι” παίζεται από Παρασκευή ως Κυριακή στις 21:30
Στο Faust (Καλαμιώτου 11)- Περισσότερες πληροφορίες ΕΔΩ