Το σκάνδαλο είναι ένα αθάνατο συστατικό της ανθρώπινης φύσης, μια διεστραμμένη διασκέδαση, ένα ναρκωτικό που προκαλεί εθισμό. Απόδειξη: οι άπειρες σκανδαλοθηρικές φυλλάδες που πωλούνται στα περίπτερα και οι αντίστοιχες κουτσομπολίστικες εκπομπές στην τηλεόραση. Μπορεί να μη διαθέτουμε ούτε κατ’ ελάχιστο τη λεκτική μαεστρία του Σέρινταν, πάντως το σκάνδαλο σήμερα έχει τεράστια απήχηση.
Με το «Σχολείο σκανδάλων» ο Σέρινταν κατορθώνει να δοξάσει ολόκληρη τη μετασαιξπηρική αγγλική δραματουργία και να δει με μάτι διεισδυτικό τις αντιφάσεις μιας διεφθαρμένης κοινωνίας που τα έχει χαμένα. Το έργο παραμένει ακόμη και σήμερα διασκεδαστικό και κλασικό πλέον στη θεατρική λογοτεχνία.
Μια σάτιρα ηθών υποστηριγμένη με μια περίτεχνη γλώσσα που εκφράζει την υποκριτική ιδεολογία της εποχής, όπου οι άνθρωποι επικοινωνούν με προσωπεία για να κρύψουν τα πάθη τους. Η κωμωδία στρέφεται γύρω από τρεις βασικούς θεματικούς άξονες:
Ο σερ Πήτερ Τηζλ είναι παντρεμένος με νεαρή σύζυγο, η οποία επηρεάζεται πολύ από την κοινωνία του Λονδίνου και πιο συγκεκριμένα από την κλίκα της λαίδης Σνήργουελ. Δύο αδέλφια, ο Τζόζεφ και ο Τσαρλς, ανταγωνίζονται ποιος θα κερδίσει την εύνοια της θείας τους της λαίδης Ολίβια, και κατ’ επέκταση και την περιουσίας της. Ο Τζόζεφ είναι φαινομενικά άψογος, ενώ ο Τσαρλς παρουσιάζεται ως πότης και σπάταλος. Κατά τη διάρκεια του έργου, όμως, οι όροι αντιστρέφονται. Το σχολείο σκανδάλων που έχει στηθεί διαδίδει διαρκώς φήμες για τους πάντες. Η λαίδη Σνήργουελ με τη συνεργάτιδά της την κυρία Κάντορ έχει ως μόνο στόχο να σπιλώνει υπολήψεις. Προσποιείται πως συμπαθεί τους πάντες, ενώ την ίδια ώρα τους στήνει παγίδες.